Είναι γοητευτικά τα άκρα στον έρωτα, δύσκολα μπορεί κανείς να το αμφισβητήσει. Ένας άνθρωπος αληθινά ερωτευμένος, εξάλλου, ξεχωρίζει από όλα όσα τον βγάζουν εκτός συνηθισμένου εαυτού, για όλα εκείνα τα όρια που ξεπερνάει για χάρη εκείνου ή εκείνης. Δεν μπορείς να ισχυρίζεσαι πως έχεις ερωτευτεί και να μην έχει αλλάξει η παραμικρή σταθερά μέσα σου, κακά τα ψέματα, το ξέρεις. Ως ερωτευμένος θα δεις τον εαυτό σου να κάνει πράγματα και να μπαίνει σε διαδικασίες που μέχρι πριν δε θα τολμούσε καν να διανοηθεί. Ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο θα επιλέξεις να φανερώσεις τα συναισθήματά σου στον άνθρωπο που έχεις ερωτευτεί είναι σχεδόν βέβαιο ότι το κεφάλι σου κι ο οργανισμός σου από τη στιγμή που ερωτεύτηκες ήδη βιώνουν το πιο ξεσηκωτικό ξεβόλεμμα.
Αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό, φυσικά, ίσα ίσα. Αρκεί να μην έχει επηρεαστεί η νηφαλιότητά σου στον έσχατο βαθμό καθιστώντας σε έτσι ανίκανο να καταλάβεις πότε τα άκρα που αγγίζεις είναι σύμμαχος ενός μεγάλου πάθους και πότε σε εκτροχιάζουν προς τον εξευτελισμό. Τώρα, βέβαια, θα μου πεις πώς γίνεται να μιλάμε για άκρα και να θέτουμε όρους σε αυτά. Λίγο οξύμωρο ακούγεται κι είναι αλήθεια. Ωστόσο ας μην μπερδεύουμε τα άκρα της έντασης της έλξης και του πάθους που λέγαμε πριν ή τα άκρα στην έκφραση των παραπάνω με τα αρρωστημένα άκρα που έχουν συνήθως τις ρίζες τους στα δικά μας τρωτά σημεία. Είναι άλλο για χάρη του ανθρώπου που έχεις ερωτευτεί να βλέπεις τον εαυτό σου πανέτοιμο για κάθε όμορφη τρέλα, είναι άλλο να θέλεις να ζήσεις μαζί του όσο πιο ακραία μπορείς την κάθε σας στιγμή κι άλλο να βγάζεις εξίσου στα άκρα όλα εκείνα τα μελανά σου σημεία που η θολούρα του έρωτα μπορεί να εντείνει ανά περιστάσεις.
Οι άσχημες φάσεις των σχέσεων είναι εκείνες που οδηγούν σε χωρισμούς κι αδιέξοδα με τον έναν από τους δύο να πονάει, λένε, συνήθως πιο πολύ. Σε μια τέτοια περίπτωση το διαρκές παρακαλετό, τα ασταμάτητα κλαψιάρικα «γύρνα πίσω» κι όλα όσα συνεπάγονται αυτά μόνο την αξιοπρέπειά μας πλήττουν σκοτώνοντας έτσι τελικά και την παραμικρή έστω πιθανότητα επανασύνδεσης αν δεν είχαν τελειώσει όλα ήδη. Καλώς ή κακώς δεν ελκύει σχεδόν κανέναν ένας άνθρωπος έτοιμος να συρθεί στο χώμα ικετεύοντας για τα πάντα. Μπορεί να είναι ό,τι πιο ειλικρινές μάλλον αισθάνεται τη δεδομένη στιγμή όμως γενικότερα συνήθως οι γύρω μας ερωτεύονται όσους καταφέρνουν να προκαλέσουν τον θαυμασμό όπως και την ίντριγκα μέσα τους. Δεν είναι νόμος -αν κρίνω από τον εαυτό μου που μάλλον ανήκει στις εξαιρέσεις μιας και μ’ αρέσουν οι ακραία εκδηλωτικοί άνθρωποι- παρ’ όλα αυτά η πλειοψηφία ξενερώνει με τις διεκδικήσεις αυτού του είδους.
Είναι όμορφο από τη μία να μη φοβάσαι την έκθεση απέναντι στα μάτια του συντρόφου ή του δυνάμει συντρόφου σου, να μην έχεις θέμα για πάρτη του ή της να τσαλακωθείς και λίγο βρε αδερφέ. Αυτό ως ένα σημείο δείχνει και μια μαγκιά που υπονοεί πως δε φοβάσαι μπροστά σε ό,τι πιο πολύ ποθείς να είσαι ειλικρινής κι ανοιχτός. Από την άλλη είναι εντελώς διαφορετικό, όμως, το να ξεχωρίζεις αυτόν τον άνθρωπο τοποθετώντας τον πιο πάνω από τους υπόλοιπους μέσα σου από το να είσαι έτοιμος εξαιτίας του να πέσεις εσύ πιο κάτω από τον καθένα. Τι θα μείνει για να ποθήσει κανείς από σένα αν του δώσεις τον εαυτό σου ρημαγμένο στο πιάτο παρακαλώντας τον να σε κόψει κομματάκια;
Με τον ίδιο τρόπο είναι εντελώς αντισεξουαλικό το να προσπαθείς να πείσεις κάποιον με τις πράξεις σου να σε θελήσει ενώ δε νιώθετε το ίδιο κι είναι εμφανές. Κανείς δεν αποφάσισε να ερωτευτεί έναν άνθρωπο μετά από πίεση, με ασφυκτικό μαρκάρισμα και παθολογική διεκδίκηση. Αν δε σε θέλει κάποιος δε σε θέλει και τέλος. Ακόμη κι αν αυτό κάποτε αλλάξει θα γίνει από μόνο του εξαιτίας άλλων παραγόντων και σίγουρα δε θα το πετύχεις γλείφοντάς του τα παπούτσια συνεχώς.
Στον αντίποδα της υπέρμετρης ηττοπάθειας, τώρα, βρίσκεται ο ακραίος εγωισμός. Αν ανήκεις σε αυτούς που όταν ερωτεύονται προσπαθούν υποσυνείδητα να διατηρήσουν τον μύθο με όποιο κόστος ώστε να μη δείξεις πόσο ευάλωτος νιώθεις ξαφνικά εξαιτίας ενός ανθρώπου, τότε κινδυνεύεις να πέσεις στην παγίδα της παντελούς απομάκρυνσης του άλλου. Κι αυτό γιατί σε κανέναν δεν αρέσει να νιώθει πως χτυπάει διαρκώς το κεφάλι του στον τοίχο χωρίς το παραμικρό έστω αποτέλεσμα. Αν κάποιος σου έχει ανοιχτεί θα νιώσει ριγμένος απέναντι στο στρείδι που αποφάσισες να γίνεις για να μην έρθεις αντιμέτωπος με όσα φοβάσαι. Αν εσύ τρέμεις να αφεθείς δε σου φταίει ο έρωτάς σου για να τον βασανίζεις κρατώντας τον σε απόσταση ή περιμένοντάς τον στη γωνία ώστε να τον σταυρώσεις και να εξαφανιστείς κάθε φορά που θα ψυχανεμιστείς πως κάτι δεν πάει καλά.
Δεν είναι κακό πού και πού να ρίχνουμε λίγο τα μουτράκια μας αν κάποιος το αξίζει γιατί σε μια τέτοια περίπτωση δεν πρόκειται καν γι’ αυτό. Ουσιαστικά το ζητούμενο είναι να ξεπεράσουμε όλα εκείνα τα εμπόδια που θέτουμε στους εαυτούς μας με κίνδυνο να χάσουμε ό,τι περισσότερο επιθυμούμε. Κι αν ακόμη, σε μια άλλη περίπτωση, δεν έχεις κερδίσει εκείνον ή εκείνη που ποθείς, το να ακολουθείς την τακτική του γραμματόσημου στον έσχατο βαθμό δε θα σε βοηθήσει πουθενά. Πολύ απλά επειδή κανείς δε φτιάχνεται με το να νιώθει παντελώς ανεπιθύμητος.
Ακόμη και τα άκρα, λοιπόν, για να διατηρήσουν το ενδιαφέρον και τη ζωντάνια τους χρειάζονται την ισορροπία της εναλλαγής, την προσαρμοστικότητα της επαφής και το εγκεφαλικό παιχνίδι των πιθανοτήτων. Φαντάσου πόσο θα βαριόντουσαν τα παιδάκια στην τραμπάλα αν αυτή έμενε αμετακίνητη κάτω, πάνω ή ευθεία. Τίποτε το αμετακίνητο δεν τραβάει το ενδιαφέρον για πολύ. Ούτε καν τα άκρα. Σκέψου το.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου