Σιγά μη σε ρωτήσει ο όλεθρος για το πότε θα σου χτυπήσει την πόρτα. Σκάει μύτη απ’ το πουθενά, μπαίνει όπου του δώσεις χώρο, αράζει για όσο, τα κάνει όλα πουτάνα επειδή μπορεί και μην τον είδατε.
Με εξηγήσεις ή χωρίς σου πετάει το αντίο στη μούρη όσο εύκολα σου έριξε και το «γεια» στην αρχή κι αν τη βρίσκεις μείνε εσύ παρέα με όσα θέλησες, να ταλαντεύεσαι ανάμεσα σε ίσως, αν και μήπως. Μάλλον δεν έχει σημασία καν το πώς και το γιατί τελικά. Πάθος ήτανε; Έρωτας; Κι άντε τώρα πες ότι του έδωσες όνομα, αλλάζει κάτι στην πράξη; Μέσα σου ξέρεις ήδη κι αυτό αρκεί.
Έλα όμως που οι όλεθροι λέγονται έτσι εξαιτίας των συνεπειών που επιφέρει η εμφάνισή τους. Του έρωτα το γόνιμο έδαφος, βλέπεις, δεν είναι οι «κατάλληλές συνθήκες». Δε σε ρωτάει «είστε εύκαιρος ή να ξαναπεράσω;» πριν σε επισκεφτεί, τα έχουμε πει αυτά κι άλλες φορές εξάλλου. Είσαι μόνος; Καλά κάνεις κι είσαι. Είσαι σε σχέση; Ας πρόσεχες. Εγώ, σου λέει, θα ‘ρθω κι άμα γουστάρεις. Ή βασικά γουστάρεις-δε γουστάρεις.
Αν, λοιπόν, είσαι σε σχέση –και μάλιστα μακροχρόνια, διότι εκεί είναι το γερό παλούκι– και καταπιείς τη λαμαρίνα αμάσητη, ψάξε για γερά guts, θα τα χρειαστείς. Είναι από μόνο του δυσκολάκι το να αφήσεις κάτι που υπάρχει ήδη στη ζωή σου για το νέο κι άγνωστο, φαντάσου πόσα κιλά «κότσια» θέλει για να βάλεις τέλος στη σχέση σου ενώ ξέρεις ότι με τον άνθρωπο που θέλησες δεν πρόκειται να γίνει τίποτε, γιατί έτσι.
Για κάμποσο καιρό παίζει να τρώγεσαι με τα ρούχα σου. Να είσαι στο εδώ και στο αλλού. Εγώ ξανά στο τίποτα, στο γενικά εσύ, που λέει και το τραγούδι. Να φύγω να πάω πού, να μείνω να κάνω τι. Τον έναν να σκέφτεσαι, τον άλλον να αγκαλιάζεις, να μην μπορείς να φύγεις, να μην αντέχεις τον εαυτό σου, να μην μπορείς ούτε να μείνεις και βασικά καλησπέρα σας, μυαλό τουρλουμπούκι.
Κι όλα τα άλλα όργανα σε φάση αφασία ζητάνε όσα δεν έχουνε, πονάνε για όσα αφήνουνε, σου βγάζουν και τα ψυχοσωματικά για να μη βαριέσαι, ώσπου ωσάν σωστό ηφαίστειο που σέβεται τον εαυτό του, βρίσκεις τα guts που λέγαμε πριν κι η έκρηξή σου καταστρέφει όλο το γαλαξιακό σύστημα. Γιατί αν δεν είσαι εσύ καλά, δε θα είναι κανένας, τέλος. Ούτε ρουθούνι όρθιο.
Και τώρα εν αρχή ην το χάος, λοιπόν, απ’ όπου καλείσαι ως Θεός της ίδιας σου της ζωής να ξαναχτίσεις το παν. Απ’ το τίποτε. Άμαθος στη solo εκδοχή σου και καταραμένα παθιασμένος με την απουσία, ψάχνεις την άκρη του νήματος ακριβώς όπως ο Travolta με το χαμένο βλέμμα στο γνωστό gifακι που κυκλοφορεί παντού.
Και μετά τι; Αν είσαι γενικά χαρακτήρας εκρηκτικός, με το που θα βρεις τα πατήματά σου ίσως καταλήξεις να παίξεις το κεφάλι σου προς πάσα κατεύθυνση κι όπου βγει. Ίσως διεκδικήσεις, ίσως σου γυρίσει το μάτι κι απαιτήσεις όσα ακόμη ποθείς άγρια, ίσως σκεφτείς, ρε φίλε, μήπως όντως τελικά ο χαμένος τα παίρνει όλα;
Δεν έχεις κάτι να χάσεις πια άρα πράττεις. Δε σκέφτεσαι. Θέλεις και κάνεις χωρίς ενδιάμεσα κι ενδοιασμούς. Εδώ και τώρα, λες, όλα για όλα. Αν είσαι εκρηκτικός χαρακτήρας. Το τονίζω. Που για να έφτασες ως εδώ λογικά θα είσαι αλλά ποτέ δεν ξέρει κανείς.
Αν απ’ την άλλη κιοτέψεις πιθανότατα θα σε φάει η μαύρη κατάθλιψη κάτω απ’ το πέπλο του τρισκατάρατου εκείνου «αν» το οποίο έχει καταντήσει πιο κλισέ κι απ’ το ίδιο το κλισέ. Από ‘κει να καταλάβεις πόσο ο κόσμος βολεύεται να ζει με τ’ απωθημένα του για να υπάρχει τόση ταύτιση με αυτόν τον υποθετικό σύνδεσμο.
Δυο γράμματα χιλιάδες βάσανα, αλλά πού να ξεκουνηθεί κανείς να φέρει τον κόσμο τούμπα για όσα γουστάρει η ψυχή και το κορμί του; Γι’ αυτό γεμίσαμε συμβιβασμούς και σχέσεις ρουτίνας. Γι’ αυτό η μιζέρια ονομάστηκε προσαρμοστικότητα.
Έτσι κι εγώ θα πω ότι αν είσαι από εκείνους που προτιμούν μια ζωή στο «όλα πουτάνα» εις το όνομα αυτών που επιθυμούν, αξίζεις άπειρα μπράβο για τ’ άντερά σου, να στο θέσω κι ωμά. Και τι πιο ζόρικο απ’ το να τινάζεις τα δεδομένα σου στον αέρα μόνο και μόνο επειδή θέλεις χωρίς να έχεις. Ζήσε επικίνδυνα, γίνε ειλικρινής, κυρίως με τον εαυτό σου γι’ αρχή. Μπορείς;
Επιμέλεια Κειμένου Έλλης Πράντζου: Πωλίνα Πανέρη