Σαντορίνη, το νησί που κατατάσσεται στους κορυφαίους προορισμούς για όσους επιζητούν ρομαντισμό και μοναδικές εμπειρίες διασκέδασης και χαλάρωσης. Το νησί που, όχι άδικα, χαρακτηρίζεται ως το πιο ιδιαίτερο και δημοφιλές νησί της Ελλάδας. Το νησί που από τις 29 Ιανουαρίου πλήττεται από μια σειρά έντονων και συχνών σεισμικών δονήσεων, φτάνοντας ως και τους 110 την ημέρα, ενώ ήδη γίνεται λόγος για ηφαιστειακή δραστηριότητα. Κι ενώ ακόμα δεν έχουμε καθαρή εικόνα για το μέλλον του νησιού, ένα διαχρονικό ζήτημα της Ελλάδας ξαναέρχεται στο προσκήνιο, όπως συμβαίνει σε κάθε κρίση· αυτό της διχόνοιας.

Για άλλη μια φορά, ενώ συνάνθρωποι μας υποφέρουν και ταλαιπωρούνται, μερίδα Ελλήνων δείχνει να απολαμβάνει το γεγονός ότι το νησί πλήττεται. Κύρια αιτιολογία αυτής της στάσης, είναι πως οι επιχειρηματίες της Σαντορίνης αισχροκερδούν, επομένως είναι κάτι σαν «θεία δίκη» το γεγονός ότι το νησί βρίσκεται σε κίνδυνο. Δεν είναι λίγοι και αυτοί, δε, που ειρωνεύονται τους κατοίκους που ψάχνουν κατάλυμα, ουσιαστικά αναφερόμενοι στο σύστημα που υπάρχει σε πολλά νησιά, της ενοικίασης μόνο για χειμερινούς μήνες, έτσι ώστε να μένει διαθέσιμο το δωμάτιο από Μάιο μέχρι Οκτώβρη στους τουρίστες.

Το θέμα, ουσιαστικά, αφορά στη στάση που έχουν οι κάτοικοι και οι επιχειρηματίες της Σαντορίνης, που με τα χρόνια έχουν μετατρέψει το νησί σε τουριστικό προορισμό αποκλειστικά για τους κατοίκους του εξωτερικού. Ως αποτέλεσμα αυτού, η Σαντορίνη έχει υπερ-δομηθεί, υπερ-κοστολογηθεί, έχει χάσει τις παραδοσιακές της αξίες και οι τιμές ανεβαίνουν κάθε χρόνο εκθετικά, καθιστώντας ανέφικτο για πολλούς Έλληνες να την προτιμήσουν. Έχει, επίσης, δημιουργηθεί η εντύπωση πως το νησί δίνει προτεραιότητα στο χρήμα σε βάρος του Έλληνα πολίτη και όλο αυτό τροφοδότησε το αίσθημα αγανάκτησης την πιο ακατάλληλη στιγμή.

Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα, για το 2024 το νησί είχε έσοδα για τη θερινή σεζόν στα 6 δισεκατομμύρια ευρώ, συνεισφέροντας μόνο του στο 25% των συνολικών θερινών εσόδων. Αυτό το κατατάσσει ως τον κορυφαίο θερινό προορισμό που αποφέρει έσοδα στον τομέα του τουρισμού. Από μόνη της η Σαντορίνη συμβάλλει σημαντικά και στον ΑΕΠ της χώρας. Την τελευταία δεκαετία έχουν επενδυθεί στο νησί πάνω από 200 εκατομμύρια αναβαθμίζοντας τόσο την ποιότητα ζωής των κατοίκων όσο και την εμπειρία που βιώνουν οι τουρίστες που το επισκέπτονται. Είναι το νησί το οποίο αγαπήθηκε όσο κανένα άλλο από τους Κινέζους, που θέλανε να πραγματοποιήσουν εκεί τον γάμο τους κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα η θερινή σεζόν να είναι διευρυμένη. Παρά, δε, τις γεωλογικές προκλήσεις που έχει να διαχειριστεί, διαφαίνεται πως οι κάτοικοι και οι επιχειρηματίες του νησιού παραμένουν στο νησί επιχειρώντας να προσφέρουν τις ίδιες αν όχι καλύτερες υπηρεσίες. Υπάρχει μια κοινωνική συνοχή όπου όλα τα εμπλεκόμενα μέλη συνεργάζονται, κι αυτό είναι όμορφο να το βλέπεις, αλλά και να το παραδέχεσαι.

Η σκληρή αλήθεια, βέβαια, είναι πως με όλα τα παραπάνω δεδομένα το μίσος που λαμβάνει όλες αυτές τις μέρες η Σαντορίνη και οι κάτοικοί της είναι άκαιρο κι εκτός θέματος. Όντως η Σαντορίνη δεν απευθύνεται πλέον στον μέσο Έλληνα για να μπορεί να πάει διακοπές λόγω των υψηλών τιμών που έχει. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός πως το νησί αυτή τι στιγμή πλήττεται και χρειάζεται, μαζί με την Αμοργό και την Ανάφη περα από την πρακτική βοήθεια, το βλέμμα της επιστήμης, την πρόνοια, και τη συναισθηματική υποστήριξη- κυρίως για όλους εκείνους που έχουν χτίσει εκεί μια ζή και δεν ξέρουν αν θα τη βρουν γυρίζοντας.

Συντάκτης: Τρύφων Κάμπο