Θέλω να φανταστείτε το εξής: Σε κάποιο παράλληλο σύμπαν με το που αρχίζεις να ερωτεύεσαι κάποιον, αυτόματα σε ερωτεύεται κι αυτός. Δεν υπάρχουν απορρίψεις, απογοητεύσεις και παρερμηνείες σημαδιών. Θα ζούσαμε όλοι happily ever after και δε θα ξέραμε και πώς να τη διαχειριστούμε τόση ευτυχία.

Επειδή, όμως, θέλουμε-δε θέλουμε ζούμε στον πλανήτη Γη οφείλουμε να προσαρμοστούμε στην άχαρη πραγματικότητα και να δεχτούμε πως, τουλάχιστον μία φορά στη ζωή μας, θα γευτούμε την πίκρα του να θέλουμε και να μη μας θέλουν. Αντί να φάμε κουφέτα, τρώμε χυλόπιτα δηλαδή.

Ως γνωστόν, όμως, όλα είναι κύκλος. Φτύνει κάποιος εμάς, κι εμείς με τη σειρά μας φτύνουμε κάποιον άλλο που γοητεύτηκε απ’ τα κάλλη μας κι αποφάσισε να μας διεκδικήσει. Κι αυτός, όσο διεκδικεί εμάς, απορρίπτει έναν άλλο άνθρωπο και πάει λέγοντας. Με αποτέλεσμα ένα ατελείωτο γαϊτανάκι όπου γοητευόμαστε κι απογοητευόμαστε εναλλάξ, μέχρις ότου έρθει εκείνη η άγια η ώρα που όλα θα κυλήσουν ομαλά και το αντικείμενο του πόθου μας θα έχει μάτια –χέρια και λοιπά όργανα– μόνο για μας.

Έχω καταλήξει, λοιπόν, πως μια απ’ τις πιο ειρωνικές καταστάσεις που μπορεί να βιώσει ανθρώπινο ον, είναι να του κατεβάζει κάποιος τον ουρανό με τ’ άστρα, αλλά αυτός ο κάποιος να του περνάει αδιάφορος. Ό,τι και να κάνει, το καλύτερο που θα περιμένει θα είναι μια ευγενική συγκατάβαση. Μια ευχαριστία, μια εκτίμηση ή κάτι παρόμοιο κι απογοητευτικό, τέλος πάντων.

Δεν πα να κάνει και την εντυπωσιακότερη χειρονομία, που μπροστά της οι Χολιγουντιανές υπερπαραγωγές τρέχουν να κρυφτούν από ντροπή; Δεν πα να προσφέρει λουλούδια, δώρα, καντάδες, να γράψει ερωτική εξομολόγηση στον τοίχο της απέναντι πολυκατοικίας, να μπει μπροστά σε σφαίρα για μας; Ουδεμία συγκίνηση. Εντάξει, κατέφυγα σε υπερβολές, αλλά αυτό που θέλω να τονίσω είναι πως κανείς δεν ερωτεύτηκε εξ αντανακλάσεως.

Είναι πολύ όμορφο κάποιος να μας ερωτεύεται και να μας διεκδικεί, αποδεικνύοντας με πράξεις τις λέξεις του. Μας ανεβάζει την αυτοπεποίθηση, κολακευόμαστε απ’ το γεγονός ότι ξυπνάμε τέτοια πάθη, τρομάρα μας, αλλά ως εκεί. Το αν υπάρχει πιθανότητα όλο αυτό να εξελιχθεί σε αμοιβαίο το καταλαβαίνουμε σχετικά σύντομα. Απ’ τη στιγμή που ο άλλος μας εκφράζει τα συναισθήματά του, αυτόματα μας βάζει στο μυαλό τη σκέψη του «μαζί». Κι αν η προοπτική του «μαζί» δε μας κάνει να θέλουμε να χοροπηδάμε στους καναπέδες απ’ τη χαρά μας, βράσε όρυζα.

Ουδείς ερωτεύτηκε κατά παραγγελία. Δυστυχώς ή ευτυχώς τα συναισθήματα δε γεννιούνται επειδή κάποιος κατάλαβε ότι τρέφει αισθήματα για εμάς κι αποφάσισε ότι μας αξίζει και του αξίζουμε. Είναι και κάπως παράλογο, αν το καλοσκεφτείς. Βρίσκεται, δηλαδή, κάποιος που να κάνει για μας ό,τι μπορεί να είχαμε φανταστεί και, παρ’ όλα αυτά, τον απορρίπτουμε. Ε δεν είναι απίστευτα σπαστικό εκτός από αντιφατικό;

Ξέρω, εκείνες τις στιγμές καταριέσαι σύμπαντα και το βαρύ σου το κάρμα που σε κατατρέχει και δε σ’ αφήνει να χαρείς κι εσύ λιγάκι. Το φέρνουμε πολύ βαρέως να υπάρχει ένας άνθρωπος διατεθειμένος να κάνει τη μεγαλύτερη τρέλα για την αφεντιά μας κι εμείς να αδυνατούμε να ανταποκριθούμε όπως θα θέλαμε. Είναι κι εκνευριστικό, ιδίως αν κάπου, κάποτε ερωτεύτηκαμε και βλέπουμε ολοζώντανη μπροστά μας τη διαφορά στην αντιμετώπιση των καταστάσεων να μας κοροϊδεύει μες στα μούτρα.

Ειρωνική η ζωή, φίλε μου. Λέμε θέλουμε κάποιον να μας κοιτάζει σαν να είμαστε το όγδοο θαύμα του κόσμου και, όταν τον βρούμε, συνειδητοποιούμε πως ξεχάσαμε να ευχηθούμε να είναι αμοιβαίο. Στην πρεμούρα μας ν’ αγαπηθούμε, παραλείψαμε να ζητήσουμε και ν’ αγαπήσουμε κιόλας αυτόν που μας αγαπά.

Γιατί, όλοι θυμόμαστε πως όταν είμαστε ερωτευμένοι κι η πιο μικρή κίνηση του άλλου μας απογειώνει. Σημασία τελικά, έχει το «ποιος» κι όχι το «τι». Κάνοντας τη σύγκριση, κερδίζει πάντα αυτός που θέλουμε, όχι αυτός που μας θέλει. Έτσι είναι ο έρωτας, μεγαλοποιεί και φουσκώνει χειρονομίες και καταστάσεις. Ό,τι προέρχεται από τον άνθρωπο που αγαπάμε, αυτόματα είναι πιο σημαντικό, πιο άξιο αναφοράς, πιο συγκινητικό, πιο «τα πάντα όλα». Δεν υπάρχει καμία λογική απάντηση στο «γιατί». Η μόνη εξήγηση είναι το «Γιατί δεν είναι αυτός/η» κι αυτή η γνώση δεν εξηγείται με λόγια, μόνο βιώνεται.

Μην το παλεύετε, λοιπόν, με λογικά επιχειρήματα. Άπαξ κι ο άλλος δε μας ενδιαφέρει, δε θα μας εντυπωσιάσει ακόμα κι αν φωταγωγήσει τον Πύργο του Άιφελ με το όνομά μας. Θα μας κολακέψει ναι, αλλά αν τελικά ανταποκριθούμε δε θα είναι επειδή μας καλόμαθε, τόσο ρηχοί –ελπίζω– δεν είμαστε.  Βασικά ούτε καν έρωτας δεν είναι, για να τα λέμε με τ’ όνομά τους. Σε περίπτωση ανταπόκρισης, θα είχαν εκτιμηθεί και θα μας είχαν γοητεύσει κι άλλα στοιχεία του άλλου, που καμία σχέση δε θα είχαν με το ότι απλά και μόνο μας γούσταρε πρώτος κι επέμενε.

Ας το πάρουμε απόφαση και μεταξύ κατεργαρέων ειλικρίνεια. Όσο και να μας διεκδικούν, όσα κι αν κάνουν για μας, τίποτα δε θα συγκρίνεται με ένα απλό μήνυμα για μια καλημέρα από εκείνον ή εκείνη που μας κάνει να ξενυχτάμε. Κι όσο ασήμαντο κι αν ακούγεται, στην πραγματικότητα, είναι σχεδόν τα πάντα.

 

Συντάκτης: Κατερίνα Δούκα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη