Ακούστε τι έπαθα τις προάλλες. Δίνω ραντεβού με κάτι φίλους σ’ ένα καφέ, που έχω πάει γύρω στις εβδομήντα φορές. Η διαδρομή γνωστή, απ’ αυτές που σε καθοδηγεί το ένστικτο. Και, ξαφνικά, συνειδητοποιώ ότι έχω βρεθεί αλλού γι’ αλλού. «Ω, να σου χέσω, πάλι ξεχάστηκα κι έστριψα λάθος» και γύρισα πίσω, με αποτέλεσμα και να κάνω ολόκληρο κύκλο και να φτάσω αργοπορημένη.
Αν το παραπάνω σκηνικό σου φαίνεται οικείο, τότε μάλλον, ανήκεις κι εσύ στο Σύλλογο Αφηρημένων Ανθρώπων. Έλα να σε ασπαστώ και να καταθέσω το δράμα, που βιώνουμε καθημερινά όλα τα μέλη της συνομοταξίας μας.
Αφηρημάδα. Μία λέξη, χιλιάδες προβλήματα. Οι αφηρημένοι είμαστε πονεμένα παιδιά. Κυριολεκτικά, διότι, εξαιτίας της, σκουντουφλάμε σε τραπεζάκια, πέφτουμε σε λακκούβες, εμφανίζονται κλαδιά και κολόνες απ’ το πουθενά και μας επιτίθενται. Μη μας μπερδεύετε με τους ατσούμπαλους. Εμείς δε βλέπουμε καν τον εχθρό της σωματικής μας ακεραιότητας. Κάτι σκεφτόμαστε εκείνη τη στιγμή κι έρχεται ένας ξαφνικός πόνος και μας ξυπνάει απότομα.
Γινόμαστε λούτσα γιατί ξεχάσαμε να πάρουμε ομπρέλα και μένουμε εκτός σπιτιού γιατί κάπου μας παράπεσαν τα κλειδιά. Φυσικά, επειδή δε θυμηθήκαμε να φορτίσουμε το κινητό, δεν έχουμε μπαταρία να καλέσουμε έναν άνθρωπο να μας σώσει. Το οποίο κινητό, τουλάχιστον μήνα παρά μήνα μας το κόβουν γιατί –μάντεψε- ξεχάσαμε να το πληρώσουμε στην ώρα του.
Τρέχουμε σαν παλαβοί για να είμαστε συνεπείς, γιατί εκεί που ετοιμαζόμασταν, ξεχαστήκαμε και πιάσαμε την κουβέντα στο τηλέφωνο ή ακούσαμε ένα τραγούδι και κάτι μας θύμισε και χαθήκαμε σε παράλληλο σύμπαν. Μπορεί και ν’ αργήσαμε να ξεκινήσουμε ετοιμασίες, καθώς απορροφηθήκαμε από κάποιο βιβλίο ή απ’ την αγαπημένη μας σειρά. Κι αυτός ο χρόνος πόσο γρήγορα περνάει, πια;
Δε θα δεθούμε με υλικά αντικείμενα αφού, ούτως ή άλλως, κάποια στιγμή θα τα χάσουμε. Ή δε θα θυμόμαστε πού τα παρατήσαμε πάλι. Γι’ αυτό, στην αέναη αναζήτηση του «Πού έβαλα πάλι το…» ουαί κι αλίμονο αν αντιληφθούμε πως δε φταίει η αφηρημάδα μας, αλλά το χεράκι κάποιου άλλου, που τα μετακίνησε χωρίς να ρωτήσει. Οι σχέσεις μας με την υλική πραγματικότητα είναι εξαιρετικά διαταραγμένες.
Είμαστε τα παιδιά με το απλανές βλέμμα που κοιτάζουν αλλά δε βλέπουν, εστιάζουμε κάπου και φαίνεται να παρατηρούμε πολύ προσεκτικά. Στην πραγματικότητα ακόμη κι αν το πορτατίφ απέναντι έβγαζε φτερά, δε θα το αντιλαμβανόμασταν. Δείχνουμε βαθυστόχαστοι, έτσι όπως ρεμβάζουμε στο κενό. Κι όταν μας ρωτάτε τι σκεφτόμαστε, η απάντηση μπορεί να κυμαίνεται απ’ το τίποτα μέχρι το αν υπάρχει ζωή μετά θάνατον. Α, και το δικό μας «τίποτα» ισχύει. Αρμενίζουμε στο δικό μας χωροχρόνο κι αποφορτιζόμαστε χωρίς να ενοχλούμε. Κι αυτό σας πειράζει, δηλαδή;
Έχουμε φάει ληγμένα, έχουμε ξεχάσει να ευχηθούμε σε γιορτές, κυκλοφορούμε μονίμως με χαρτάκια «remember to», έχουμε παντού το ίδιο password γιατί είναι αδύνατο να θυμόμαστε τόσους κωδικούς. Κι η τεχνολογία εναντίον μας! Ένα μόνιμο άγχος, αν κλείσαμε το θερμοσίφωνα, αν έπρεπε να πάμε το σκύλο για εμβόλιο, αν διπλοκανονίσαμε ραντεβού. Ναι, το «κάτι έχω να κάνω, αλλά δε θυμάμαι τι» από αφηρημένο βγήκε.
Κι ο έρωτας ο άτιμος! Σου απογειώνει τη διάθεση, σου στοκάρει ένα μόνιμο χαμόγελο, σκας από ευτυχία… Με συγχωρείτε, αφαιρέθηκα. Αυτό πια παραπάει. Αν ο έρωτας χαζεύει νορμάλ μυαλά, φαντάσου τι γίνεται με μας. Μας δημιουργεί προβλήματα στη δουλειά, στην οδήγηση, στη διατροφή. Ξεχνάμε να φάμε, ξεχνάμε και πώς μας λένε. Τώρα που το θυμήθηκα, ξεχνάμε γενικά ονόματα, ακόμη κι αν η φυσιογνωμία σας μας είναι γνωστή. Μην τα ρίχνουμε όλα στον έρωτα.
Ξέρουμε ότι όλα μας τα προβλήματα θα λύνονταν αν συγκεντρωνόμασταν λίγο. Αλλά, τι είναι το μυαλό για να το μαζέψεις, μπουγάδα; Δεν προσπαθούμε, νομίζετε; Όρεξη είχαμε να δυσκολεύουμε από μόνοι μας τη ζωή μας, λες κι η καθημερινότητα δεν είναι ήδη ένα βάσανο.
Μη μασάτε, αφηρημένα μου αδέρφια. Κάντε ένα κόπο να συγκεντρωθείτε στην επόμενη παράγραφο, γιατί θα διαπιστώσετε πόσο προικισμένα πλάσματα είμαστε. Και θα βουλώσω το στόμα των επικριτών μας με επιστημονικές αποδείξεις.
Έρευνα που έγινε απ’ το πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, έδειξε πως οι αφηρημένοι άνθρωποι είναι πιο δημιουργικοί. Πάσχουμε, λέει, απ’ το σύνδρομο Χαμηλής Λανθάνουσας Αναστολής. Αυτό το σύνδρομο επιτρέπει στον εγκέφαλο να μην υπερφορτώνεται με περιττές πληροφορίες και να συγκρατεί τα ουσιώδη. Κατά συνέπεια, το μυαλουδάκι μας, που όλο μας κατηγορούν ότι είναι πάνω απ’ το κεφάλι μας, είναι πιο ανοιχτό σε νέα ερεθίσματα. Συνακόλουθα, η σκέψη μας είναι πιο διευρυμένη κι αντισυμβατική. Οι κουλοί συνειρμοί, που λένε; Δικό μας προνόμιο. Η φαντασία μας είναι πιο ανεπτυγμένη κι η φύση μας πιο καλλιτεχνική.
Ακόμη κι η τέχνη σαν «αφηρημένη» χαρακτηρίζεται. Δεν είμαστε άνθρωποι εμείς, μουσειακά εκθέματα είμαστε. Είμαστε ονειροπόλοι, δεν κολλάμε σε λεπτομέρειες, δεν κάνουμε πρόωρες ρυτίδες γιατί συνήθως είμαστε ζεν. Είμαστε επινοητικοί. Παραδεχτείτε το, δε γινόμαστε αξιολάτρευτοι όταν σαν κοιτάμε με κουταβίσιο ύφος απολογούμενοι για κάποια παράλειψή μας; Κι εσείς μας δίνετε άφεση γιατί ξέρετε πως δεν έγινε εσκεμμένα, έτσι μας έπλασαν. Είμαστε ενδιαφέροντες συνομιλητές και σας δίνουμε πάντα μια άλλη διάσταση των πραγμάτων.
Κι όσο εμείς σας έχουμε ανάγκη για να μας προστατεύετε απ’ το ίδιο μας το εγκεφαλικό χάος, άλλο τόσο μας έχετε κι εσείς για να σας ξεκολλάμε όταν παραγίνεστε ρεαλιστές ή όταν απλώς ζητάτε ποικιλία. Δε θα κάνουμε πολλά, απλώς θα σας ανεβάσουμε μαζί μας στο συννεφάκι μας.
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου