Εξομολόγηση alert: Πολλά χρόνια πριν, είχα παραπάνω κιλά. Δε μου άρεσα και αποφάσισα να χάσω κάποια. Τσούκου-τσούκου τα κατάφερα, έφτασα στο επιθυμητό -για εμένα- επίπεδο. Όμως μου έμεινε το αγκαθάκι και προσέχω ώστε να μην ξαναβάλω κιλά γιατί, προσωπικά, η μεγάλη μου ανασφάλεια είναι να μην ξαναφτάσω σε εκείνο το σημείο. Τότε, λοιπόν, αντιμετώπιζα την όλη φάση με χιούμορ και αυτοσαρκασμό. Με κορόιδευα πριν με κοροϊδέψουν, αυτοσαρκαζόμουν για να δείξω σε όλους ότι η γνώμη τους μου ήταν αδιάφορη, ότι τα σχόλιά τους με άφηναν ανεπηρέαστη, πως εγώ ήμουν μια χαρά ευχαριστημένη με το σώμα μου και από πίσω μούτρωνα και στεναχωριόμουν. Κοινώς, έκρυβα το κόμπλεξ μου πουλώντας χιουμοράκι. Πέρασαν -επίσης- πολλά χρόνια μέχρι πραγματικά να μη δίνω στα σχόλια τρίτων περισσότερη αξία από όσο πρέπει και να χρησιμοποιώ τον αυτοσαρκασμό για ανακούφιση και λύτρωση κι όχι για χάρτινη ασπίδα.
Γιατί εγώ, εσύ, όλοι μας έχουμε ανασφάλειες και κόμπλεξ. Άλλος για τα κιλά του, άλλος για τη μεγάλη του μύτη, άλλος για την καράφλα του, άλλος για τα στραβά του δόντια, άλλος για ένα κέρατο που έφαγε και μαθεύτηκε, άλλος για την τσέπη του κι άλλος για τη δουλειά του. Και μην πιστέψεις κανέναν που θα σου πει ότι δεν έχει κόμπλεξ, γιατί είναι απλώς μια Σούζι που ψεύδεται. Συνήθως, αναγνωρίζουμε τα «τρωτά» μας σημεία, εκείνα τα σημεία που όταν μας χτυπήσουν, πονάνε λίγο παραπάνω. Διότι αν όντως αγαπάς τα πεταχτά αφτιά σου και έχεις συμφιλιωθεί με την εικόνα σου, πολύ που χέστηκες ποιος θα τα σχολιάσει. Αν, ωστόσο, δεν είσαι τόσο άνετος, θα σε τσούξει μια αναφορά σε αυτά και οι πιθανές αντιδράσεις σου είναι δύο: Είτε θα θιχτείς φανερά, είτε θα επιλέξεις το δρόμο του αυτοσαρκασμού και θα κάνεις χιούμορ με τη χαριτωμένη σου ατέλεια.
Θα υποστήριζε κανείς ότι ιδανικό θα ήταν να γελάμε όντως με τα ψεγάδια και τις ατέλειές μας, να διασκεδάζουμε γελοιοποιώντας τις ανασφάλειές μας, μέχρι αυτές να γίνουν τόσες δα και να εξαφανιστούν από το οπτικό μας πεδίο. Ιδανικό μεν, στα όρια του ακατόρθωτου δε. Τα κόμπλεξ είναι σαν τη Λερναία Ύδρα. Κόβεις ένα κεφάλι, δε γνωρίζεις εκ των προτέρων πόσα θα ξεπηδήσουν. Δεν ισχυρίζομαι ότι κάθε ατέλεια που έχουμε μας δημιουργεί και κόμπλεξ. Οι ατέλειες μας μάς κάνουν μοναδικούς, κάποιες συμπληρώνουν αρμονικά το σύνολό μας, είναι χαρακτηριστικά -εξωτερικά και εσωτερικά- που έχουμε αποδεχτεί, αφομοιώσει και αγαπάμε. Το τέλειο, εξάλλου, δεν υπάρχει και ερωτεύσιμος και αξιαγάπητος είναι εκείνος ο άνθρωπος που έχει αγκαλιάσει τα κόμπλεξ του και δεν προσπαθεί -ανεπιτυχώς τις περισσότερες φορές- να τα κρύψει.
Ο άνθρωπος που αυτοσαρκάζεται είναι αξιοθαύμαστος, αν όντως γελάει ο ίδιος πρώτος με τα ψεγάδια του και γενναίος, αν τολμά να εκτεθεί. Και αρκετά ευφυής, εάν επιλέγει το χιούμορ ως τρόπο άμυνας. Δεν είναι και δύσκολο να διαπιστώσεις εάν κάποιος προβάλει με χιούμορ τα κόμπλεξ του, γιατί πράγματι τα αντιμετωπίζει κατά πρόσωπο και δεν κρύβεται πίσω από το δάκτυλό του. Παρατήρησε τις αντιδράσεις του εάν κάποιος τρίτος κάνει χιούμορ με το ίδιο θέμα. Θα πέσει να τον φάει ή θα αρπάξει την πάσα; Εντάξει, δεν επιτρέπεται στον πρώτο τυχόντα να μας βάλει στο στόχαστρο για πλάκα, ωστόσο εκείνος που επιλέγει να αντιμετωπίσει τα κόμπλεξ του με γνήσιο χιούμορ κι όχι με δήθεν άνεση και ψεύτικο αυτοσαρκασμό, είναι ένα βήμα πιο κοντά στην αποδοχή αυτών. Χώρια που τα κόμπλεξ δεν μένουν κρυφά για καιρό. Όσο κι αν πατάς τον εαυτό σου κάτω κάνοντας τους άλλους να εκτιμήσουν τον αυτοσαρκασμό σου, όλο και κάποια αντίδρασή σου θα σε προδώσει. Αυτό που εσύ απαξιώνεις ή προβάλεις, έως και προκλητικά κάποιες φορές, συνήθως είναι αυτό που σε πικάρει πιο πολύ και θεωρείς ότι προλαβαίνοντας σχόλια τρίτων, εκείνο θα χαθεί, θα μειωθεί και θα πειστούν όλοι πως δεν υπάρχει, πως είσαι υπερβολικός, πως «σιγά το πράγμα».
Η ύπαρξη των κόμπλεξ είναι άρρηκτα δεμένη με την ανθρώπινη φύση. Είναι το πιο φυσιολογικό πράγμα του κόσμου, είναι αληθινό και ανυπόκριτο. Δεν μπορείς να απαλλαγείς εντελώς από αυτά, όσο κι αν δουλέψεις με τον εαυτό σου. Δε θα αγαπήσεις έναν εαυτό χωρίς κόμπλεξ, ούτε έναν άνθρωπο άνευ αυτών στα μπαγκάζια του. Κακό δεν είναι να αυτοσαρκάζεσαι, κακό είναι να το κάνεις σε τέτοιο βαθμό και με τέτοιο τρόπο ώστε να προκαλείς ψάρεμα κομπλιμέντων και επιβεβαίωση του πόσο λάθος είσαι.
Κι εκείνος που αυτοσαρκάζεται με τα κόμπλεξ του, αυτοσαρκάζεται και με τα όλα του. Τα λάθη του, τα πάθη του, τα ρεζιλίκια του, τις χαζομάρες του. Κι εκείνος που χρησιμοποιεί το χιούμορ για να τα κρύψει, δε λέω, ίσως είναι εξίσου έξυπνος, όμως, είναι και λιγότερο αληθινός. Διότι και το να προσπαθείς να κρύψεις τα κόμπλεξ σου υπερπροβάλλοντάς τα μέσω του σαρκασμού σου, κι αυτό κομπλεξικό είναι, και το κόμπλεξ πολλοί αγάπησαν, τον κομπλεξικό ουδείς. Τι, όχι;
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.