Είναι και κάτι ιστορίες, ρε παιδί μου, που ξεκινάνε γαμάτα και καταλήγουν γάμα τα. Οιωνοί ευοίωνοι, τσεκ. Timing σωστό, τσεκ. Ώσπου ξυπνάς μια ωραία πρωία μετά από καιρό και συνειδητοποιείς ότι πλέον το εν λόγω θέμα σε αφορά τόσο, όσο το αν θα βρέξει στη νοτιοδυτική Αφρική.
Ναι, καλά κατάλαβες αδιαφορία λέγεται ή αλλιώς, όπως λέμε στη γλώσσα του δρόμου, ξενέρωμα. Και το ξενέρωμα είναι ό,τι καλύτερο ή ό,τι χειρότερο μπορεί να νιώσεις απέναντι σε κάτι. Ή κάποιον, εδώ που τα λέμε, γιατί στην πλειοψηφία των περιπτώσεων έχει προέλθει απ’ το ξενέρωμα απέναντι σε κάποιο πρόσωπο.
Και για να μπω στο ψητό έλα να δούμε πότε το ξενέρωμα είναι χαρά Θεού και πότε θλίψη του Διαβόλου.
Χαρά Θεού, είναι λοιπόν, όταν επιτέλους αποκόβεσαι συναισθηματικά. Το ξέρεις ότι δε θα έπρεπε να είσαι εκεί. Ότι αυτή η συμπεριφορά δε σου αξίζει. Το καταλαβαίνεις πως είσαι για καλύτερα, πως σ’ έχουν βρει καλό και σε πατάνε. Έλα όμως που αγαπάς. Κι αυτές τις ωραίες στιγμές που έχετε περάσει μαζί πώς να τις διαγράψεις, έτσι μονομιάς; Κάθεσαι κι υποφέρεις λοιπόν, ή μαζεύεις και φεύγεις, αλλά πάλι υποφέρεις. Προσπάθησες να σώσεις την κατάσταση, έκανες υπομονή, προειδοποίησες αλλά μηδέν εις το πηλίκο. Εκεί, το χαβά τους αυτοί.
Αλλά δε φταίει κανένας άλλος, εσύ φταις που είσαι αισθηματίας, λες, και επιμένεις κι υπομένεις. Δε φτάνει δηλαδή που πάλι έφαγες ήττα, αντί να μπορείς να φύγεις με μεγάλη ευκολία, βουλιάζεις στον βούρκο της απογοήτευσης και τρώγεσαι με «πώς», «γιατί» και «ανάθεμα την τύχη μου». Κι αυτοί οι επιστήμονες, να πάνε στο φεγγάρι ήξεραν, να φτιάξουν ένα κουμπί να το πατάς και να μη σε νοιάζει όχι.
Και περνά ο καιρός και ξαφνικά εκεί που κλωθογυρίζεις τα ίδια, τρως μια φλασιά και καταλαβαίνεις ότι είναι σαν να παρακολουθείς την ιστορία κάποιου άλλου. Δε σε πονάει, δε σε επηρεάζει, δε σε νοιάζει πλέον. Με έκπληξη συνειδητοποιείς πόσο αδιάφορα αντιμετωπίζεις αυτό που μέχρι πρότινος σου έσφιγγε το στομάχι κι απορείς.
Μην απορείς γιατί, απλό είναι, ξενέρωσες. Μπούχτισες, μπούκωσες, έφτασες στο μη περαιτέρω. Ξαφνικά έρχεται η συνειδητοποίηση, όμως η διεργασία γινόταν καιρό. Κι είναι συναίσθημα υπέροχο, στα κάνει όλα πιο εύκολα και σένα πιο ανάλαφρο. Ξεθολώνει η κρίση σου, φεύγουν οι συναισθηματισμοί κι εσύ βλέπεις την κατάσταση και τα πρόσωπα με μεγαλύτερη αντικειμενικότητα. Τα κίνητρα κι οι προθέσεις ξεκαθαρίζουν. Σαν να είχες τόσο καιρό μυωπία και τώρα έβαλες γυαλιά.
Κι η φυγή σου σού είναι πιο εύκολη. Τι μπορεί να σε κρατήσει, άλλωστε πλέον εκεί; Τα δεσμά σου τα ‘κοψες μόνος σου, αλλά το ψαλίδι στο έδωσαν οι άλλοι. Ίσως να μη συγχωρείς, όμως κακίες κι απωθημένα δεν υπάρχουν κι εσύ προχωράς απαλλαγμένος. Ναι, ορθά κατάλαβες. Είναι η λυτρωτική στιγμή που λες «άντε και γαμήσου» και το εννοείς κιόλας. Και ζεις εσύ καλά κι οι άλλοι, αν δε ζουν καλύτερα, ας πρόσεχαν.
Θλίψη διαβόλου τώρα. Το ξενέρωμα που θα ήθελες να αποφύγεις, αλλά ήρθε και σου κατσικώθηκε τελικά. Όλα ξεκίνησαν με τις καταλληλότερες προϋποθέσεις. Ενθουσιασμός, ενδιαφέρον, προοπτική και λοιπά. Πολύ καλά περνούσατε, αλλά έλα μου που εσύ άρχισες να βαριέσαι. Τόσο, που προτιμάς να δεις ντοκιμαντέρ για την αναπαραγωγή των ιπποπόταμων παρά να βρεθείς με τον άλλο. Νυστάζεις και μόνο στην ιδέα. Νευριάζεις μαζί του, νιώθεις πως με κάποιον τρόπο σε κορόιδεψε -είσαι παράλογος και το ξέρεις.
Νευριάζεις και με τον εαυτό σου επειδή, μάλλον, έχεις το ανικανοποίητο -είσαι παράλογος και το ξέρεις vol. 2. Νιώθεις απαίσιος άνθρωπος, διότι πως να πεις στον άλλο «βιώνω μαζί σου μια ξενέρα και μισή»; Τύψεις, ενοχές κι ευχές να είναι παροδικό, γιατί κατά τα άλλα είναι καλή περίπτωση. Το παλεύεις από δω, το τραβάς από κει, το ξεχείλωσες κι ουδεμία αλλαγή.
Αντιλαμβάνεσαι πως είναι ώρα να πηγαίνεις, αλλά κρατιέσαι. Από φόβο για τη μοναξιά ή μήπως πέσεις στα χειρότερα. Από βόλεμα ή συνήθεια. Απ’ την ηλίθια δικαιολογία «δε θέλω να τον-ην πληγώσω». Μέχρι να φτάσεις στο άλλο άκρο και να βρίσκεσαι σε μια διαρκή ενόχληση. Ναι, είναι άσχημο να καταλήγεις να ξενερώνεις από μια κατάσταση που ξεκίνησε ως πολλά υποσχόμενη, αλλά c’est la vie. Δε φταίει κανείς απ’ τους δύο. Είτε σε ξενερώνουν μικρές ενοχλητικές -στα μάτια σου- λεπτομέρειες, είτε σε ξενέρωσε ένα και μόνο περιστατικό, λίγο μετράει στον απολογισμό. Θα καταπιείς την πίκρα σου που διαψεύστηκαν οι προσδοκίες σου κι αργά ή γρήγορα θα αποχωρίσεις.
Ξε-ξενέρωμα, καλώς ή κακώς δεν υπάρχει. Άπαξ κι έρθει, η απομάκρυνση είναι δεδομένη. Δεν υπάρχει τρόπος να το θεραπεύσεις, υπάρχει μόνο τρόπος, ίσως, να το προλάβεις. Κι η πρόληψη, συνήθως, απαιτεί δύο. Κι υπάρχουν και κάποιες φορές που είναι αναπόφευκτο. Αν σε ξενερώνει ο χαρακτήρας του άλλου –χωρίς απαραίτητα να υπονοείται κάτι αρνητικό εδώ- τι λύση να βρεθεί;
Μη νιώθεις ένοχος, λοιπόν, πάντα υπάρχει λόγος, έστω και παράλογος, εντάξει. Αλλά υπάρχει. Κι απ’ όπου νιώθεις ξενερωμένος να φεύγεις. Να ελευθερώνεσαι εσύ, να ελευθερώνεις και τον άλλο. Σε κανέναν δεν αξίζουν ψόφιες καταστάσεις.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη