Eίχε δεν είχε το μωρό, πάλι έξαλλο σ΄ έκανε. Κάτι πέταξε πάνω στην κουβέντα προχθές και ήρθε εσένα η πίεση και έφτασε στο 17. Και, σαν να μην έφτανε αυτό, σου έκανε κι ότι τάχα μου δήθεν δεν καταλάβαινε παρόλο που απαντούσες απότομα και κόπηκαν τα αγαπουλίστικα.
Κι ακόμα χειρότερα, όταν δέησε να σε ρωτήσει «Τι έπαθες;» -έκανε και τον ανήξερο, το τέρας- κι εσύ απάντησες ειλικρινά, ως όφειλες, σου είπε να χαλαρώσεις και σιγά τ’ αυγά και σε παρακαλεί πολύ να μην τα τραγικοποιείς τα πράγματα. Κατάλαβες, εκεί που σου χρωστάει το βόδι, στο παίρνει κιόλας.
Αυτό όμως δε θα περάσει έτσι. Διότι τώρα μεν ρώτησε, αλλά τις προάλλες που έκανε ό,τι έκανε –ξέρει αυτός, άλλο που παίζει τον Κινέζο- δεν έδωσε ουδεμία σημασία στα μουτράκια σου που σκούπιζαν τα πλακάκια και σε αγνόησε επιδεικτικά. Θα την πληρώσει αυτήν την αδιαφορία.
Θα τον γράψεις στα παλαιότερα των υποδημάτων σου, θα αγνοήσεις ακόμα πιο επιδεικτικά τις κλήσεις και τα μηνύματά του και θα τον αφήσεις να σιγοψήνεται σαν το αρνί στη σούβλα, για να ‘μαστε κι επίκαιροι. Μία του κι εκατόν μία σου.
Θα του κηρύξεις τον ψυχολογικό πόλεμο της σιωπής. Μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Και θα τον εκδικηθείς για την αδιαφορία του και θα τσεκάρεις πόσο σε θέλει. Γιατί αν σε θέλει όσο λέει, θα σε κυνηγήσει. Θα επιμείνει μέχρι να του σηκώσεις το τηλέφωνο –που κανονικά κάτω απ’ το σπίτι σου έπρεπε να ‘ρθει- ή μέχρι να του πεις τι ακριβώς έπαθες, ούτως ώστε να ικετέψει τη συγχώρεσή σου.
Η καλύτερη και αποτελεσματικότερη στρατηγική έβερ. Εύγε, ας τσουγκρίσουμε τα ποτήρια μας κι ας πιούμε στην εφευρετικότητά σου.
Όλο αυτό το θέατρο του παραλόγου, τύφλα να ‘χει ο Μπέκετ δηλαδή, δικαιολογείται μόνο αν είσαι κάτω των 18. Αν έχεις μπει για τα καλά στον κόσμο των ενηλίκων, θα έχεις αντιληφθεί πως ένα από τα χειρότερα βασανιστήρια που μπορεί να σε υποβάλει κάποιος είναι να στο παίζει μουγγοθόδωρος.
Κάθεσαι και τρως τα λυσσακά σου τι μπορεί να έγινε πάλι και ο άλλος συμπεριφέρεται σαν να του σκότωσες τη μάνα. Ρωτάς αλλά απάντηση δεν παίρνεις πέρα από ένα μούτρωμα κι ένα μασημένο «τίποτα». Δε ρωτάς, είτε γιατί περιμένεις τον άλλο να ηρεμήσει και να σου πει, είτε γιατί θες να προστατέψεις το νευρικό σου σύστημα από ασάφειες, θα βγεις το αναίσθητο γαϊδούρι που δεν ενδιαφέρεται.
Μία, δύο, δέκα θα βγει και ο δικός σου εγωϊσμός, που σιγά μη τον κυνηγάς κι από πίσω –με τα δίκια σου κι εσύ- και θα γίνει απ’ το πουθενά ένα ωραιότατο μπάχαλο.
Αυτές οι τακτικές δεν προσφέρουν τίποτα άλλο πέρα από νεύρα-κορδελάκια σε αμφοτέρους. Αν είσαι αυτός που κρατάει τα μούτρα, αλήθεια, τι θα κερδίσεις; Να καλύψεις τις ανασφάλειές σου, να ικανοποιήσεις τον εγωϊσμό σου, να τιμωρήσεις τον άλλο επειδή δεν κατάλαβε τι σκατά έκανε ή επειδή δε σου δίνει δίκιο;
Στη θέση του μπήκες ποτέ; Την περίπτωση να ανησυχήσει που δεν ανταποκρίνεσαι στις προσπάθειες επικοινωνίας του τη σκέφτηκες; Τον οδηγείς στο σημείο να φαντάζεται το χειρότερο και τελικά το όλο πρόβλημα ήταν ένα «ρε» που σου πέταξε ή ότι σου ‘πε πως θα κοιμηθεί, αλλά τον είδες ονλάιν μετά από τρεις ώρες.
Δε θα ‘ταν πιο λογικό να τον βάλεις κάτω –όχι με την πονηρή έννοια, παιδάκι μου- να το συζητήσετε, να τσακωθείτε άμα λάχει, να το λήξετε με κάποιο τρόπο; Τι νομίζεις πως θα συμβεί αν ανοίξεις το στοματάκι σου και πεις τι σε ενόχλησε, πυρηνικό ολοκαύτωμα;
Και πέρα από το γεγονός ότι φέρεσαι σαν κακομαθημένο κωλόπαιδο, πάντα ρισκάρεις να πιστέψει ο άλλος ότι η αδιαφορία σου είναι πέρα για πέρα αληθινή κι απλά δεν έχεις τα κότσια να τον χωρίσεις. Κι ένα δίκιο να έχεις λοιπόν, χάνεις άλλους εκατό πόντους και δε νομίζω να επεδίωκες κάτι τέτοιο.
Ψευτοπείσματα και χαζονάζια όλοι έχουμε κάνει. Αλλά δε νοείται πραγματικά ερωτευμένος άνθρωπος, ή έστω άνθρωπος που ενδιαφέρεται στ’ αλήθεια, να αντέχει κάνει τέτοια καμώματα. Φταίει δε φταίει θα κάνει μια κίνηση προσέγγισης κι αν ο άλλος δεν ανταποκριθεί κακό του κεφαλιού του από ‘κει και πέρα.
Αλλά ακόμα κι αν είσαι ο εγωϊστάκος της υπόθεσης, εφόσον κόπτεσαι δε θα το τραβήξεις το σκοινί. Τι, όχι;
Είναι κρίμα κι άδικο να απομακρύνονται οι άνθρωποι από σαχλαμάρες. Κάποιες φορές, όντως έχει παιχτεί χοντρό φάουλ και όντως αν θες να λέγεσαι αξιοπρεπής πρέπει να δείξεις εγκράτεια. Και κάποιες φορές όντως ο άλλος πραγματικά αδιαφορεί ακόμα κι αν του τσιρίζεις μέσα στ’ αυτί πόσο σαν κόπανος φέρθηκε. Οπότε χρησιμοποιείς κι εσύ τη σιωπή σαν ύστατη λύση. Πόσο συχνά όμως συμβαίνει πραγματικά κάτι από τα δύο;
Aν με το παραμικρό κακιώνεις και το παίζεις σφίγγα, τον άλλο θα τον κουράσεις. Δε θα σε παίρνει στα σοβαρά, θα βαρεθεί να σε παρακαλάει να τ’ ανοίξεις το ρημάδι σου, θα αισθανθεί ότι σου είναι τόσο απαραίτητος όσο το κλιματιστικό σε Εσκιμώο.
Αν σε ενδιαφέρει λοιπόν η μακροημέρευση, κοφ’ το όσο σε παίρνει ακόμα. Αν όχι, γιατί το ζορίζεις; Αν αυτό που σε νοιάζει είναι να σε παρακαλάνε να ξεστραβώσεις ή αν σου είναι εύκολο να βάζεις τα γινάτια σου πάνω απ’ τον άνθρωπό σου, καλύτερα τελείωσέ το. Γιατί τα παπούτσια που τον γράφεις θα τα πάρεις άμεσα στο χέρι.
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή