Περί έρωτος κι άλλων δαιμονίων, λοιπόν. Mε πολλά τον έχουν παρομοιάσει κι από τ’ αγαπημένα είναι η εξίσωση «έρωτας ίσον πόλεμος». Και στον πόλεμο υπάρχουν πολιορκητές και πολιορκημένοι, όπως στον έρωτα υπάρχουν διεκδικητές και διεκδικούμενοι.

Το παιχνίδι απλό, πότε κυνηγάει ο ένας, πότε ο άλλος, μία, τρόπον τινά, ισορροπία να επέρχεται. Υπάρχει, όμως, και μια ειδική κατηγορία που βρίσκεται μονίμως στη θέση του διεκδικούμενου. Είναι οι, ας τους αποκαλέσουμε, συναισθηματικά βαριοκώληδες. Αυτοί που αν περιμένεις να ξεκουνηθούν, θα περάσουν χρόνια, θ’ ασπρίσουν τα μαλλιά σου, θ’ αποκτήσει μετρό η Θεσσαλονίκη.

Μην αυταπατάσαι πως δεν καταλαβαίνουν ή πως είναι εκ φύσεως συνεσταλμένοι. Είναι που την έχουν δει τρόπαιο. Και, ως είθισται, τα τρόπαια κάθονται ακίνητα και κάνουν μόστρα, δεν πάνε ν’ απονεμηθούν από μόνα τους σε νικητές. Ας κερδίσει ο καλύτερος.

Έχουν στρατηγική, υπομονή και ναρκισσισμό. Σε πείθουν με τον τρόπο τους ότι είναι κάτι το σπουδαίο, κάτι για το οποίο αξίζει ν’ ανασκουμπωθείς και να οργανωθείς με σκοπό να εκπορθήσεις το κάστρο τους. Πουλάνε γοητεία και μυστήριο με το τσουβάλι, κι εσύ, το ανυποψίαστο θύμα, τσιμπάς το δόλωμα. Για να το παίζει αυτός ιστορία, κάτι θα ξέρει, δεν μπορεί. Η αδικία καλό πράγμα δεν είναι κι ας παραδεχτούμε πως είναι δυνατοί παίκτες.

Ωραία και μοιραία τα κελεπούρια μας, μυστικοπαθή ψώνια, καθώς δε θα τους ακούσεις να παινεύονται για τα χαρίσματά τους. Ύπουλα θα τροφοδοτήσουν όνειρα και πόθους, ακόμη πιο ύπουλα θα σε φέρουν στα νερά τους και θα ζητήσουν έμμεσα να βγάλεις εσύ το φίδι της διεκδίκησης απ’ την τρύπα. Το δαχτυλάκι τους, ωστόσο, δε θα το κουνήσουν, ούτε για να σου γνέψουν «έλα εδώ». Σου έχουν σφηνώσει στον εγκέφαλο ότι αξίζει να προσπαθήσεις γι’ αυτούς, γιατί η ανταμοιβή σου θα σε αποζημιώσει και με το παραπάνω.

Μέχρι τότε, θα μοιάζετε με το καρότο και το γάιδαρο. Ξέρεις, αυτό που ο αναβάτης πλησιάζει το γάιδαρο μ’ ένα καρότο και, μόλις το κακόμοιρο ζωντανό πάει να δαγκώσει, του το απομακρύνει. Επαναλαμβανόμενο το σκηνικό. Η φρούδα ελπίδα του καρότου κάνει το γάιδαρο να περπατάει, η ίδια κι εσένα να επιμένεις.

Καθισμένοι στη βιτρίνα τους, περιμένουν πότε κάποιος θα σπάσει το προστατευτικό τζάμι και θα τους αρπάξει από μέσα. Ένα κουτί ποπ-κορν, παρακαλώ, στα παιδιά μην παρακολουθούν και ξεροσφύρι τη μάχη που γίνεται για τα μάτια τους τα δυο. Μάχη φυσικά, τι πίστευες; Θα πρέπει να κονταροχτυπηθείς με το πλήθος των υπόλοιπων θαυμαστών τους κι ας κερδίσει ο καλύτερος.

Ίσως να ‘ναι δειλία, ίσως κρυφή, μα ακραία ανασφάλεια, ίσως τραυματικό παρελθόν. Ίσως κάποτε κι εκείνοι να πόνταραν τα ρέστα τους και στο τέλος να έμειναν ρέστοι. Ίσως, πάλι, να ‘ναι εγωκεντρισμός ή βαρεμάρα. Πού να τρέχουμε τώρα, καλά είναι και στ’ αποδυτήρια. Ποιος ξέρει, άλλωστε, τι να κρύβει ο καθένας μέσα του.

Ε λοιπόν, αυτόν τον αγώνα δεν αξίζει να τον δώσεις. Είναι χαμένος από χέρι. Όχι γιατί δε θα κερδίσεις, αλλά γιατί το βραβείο δεν αξίζει τίποτα. Δε σου αξίζουν, πουλάκι μου, άνθρωποι χειριστικοί, άνθρωποι που σε έχουν μονίμως στην αναμονή και στην αμφιβολία. Δεν είναι για σένα όσοι αφήνουν νοερές, απραγματοποίητες υποσχέσεις να πλανώνται. Τη μία τους νιώθεις έτοιμους να υποκύψουν και την επόμενη στιγμή ξαναφοράνε τα χαλινάρια τους.

Μην ανοιχτούν πρώτοι, μην εκτεθούν πρώτοι, μην, μην. Κι ας καίγονται από μέσα τους, δε θα πάνε εκεί που θέλουν, αλλά θα περιμένουν ποιος θα κινηθεί πιο γρήγορα και θα τους φτάσει. Σταμάτα να τους τροφοδοτείς τη ματαιοδοξία. Και να κόψεις πρώτος την κορδέλα, δε θ’ αλλάξει κάτι. Όπως κυνηγούσες πριν, θα κυνηγάς και μετά. Μέχρι να βαρεθούν τη δική σου επιβεβαίωση και να ξαναγίνουν το νέο έδαφος που αξίζει να κατακτηθεί απ’ την αρχή. Κι όχι από σένα.

Κάνε μου, λοιπόν, τη χάρη και κόψε τη φόρα σου. Κόψε τη, έστω κι ένα εκατοστό πριν κουτουλήσεις στο γυαλί. Γιατί το δικό σου κεφάλι θα σπάσει, το τρόπαιο είναι μέταλλο, τι ζημιά να πάθει; Παραχώρησε λοιπόν τη νίκη στους επίδοξους συνδιεκδικητές κι άσε αυτούς ν’ απογοητευτούν απ’ τον αντίλαλο του κενού όταν θα φωνάξουν «Νενικήκαμεν». Εσύ δεν είσαι ούτε τόσο ανώφελα πεισματάρης, ούτε τόσο ανασφαλής, ούτε τόσο αφελής, ώστε να πιστεύεις πως σου αξίζουν τέτοια σαδιστικά παιχνιδάκια.

Να παλέψεις, ποιος είπε να μην παλέψεις; Να διεκδικήσεις και να προσπαθήσεις. Αλλά καν’ το για όσους σου δείχνουν πως είσαι και δική τους επιθυμία. Αλισβερίσι είναι οι σχέσεις, παρ’ το χαμπάρι, για να λάβεις πρέπει πρώτα να δώσεις, αλλά και για να ξαναδώσεις, οφείλεις ν’ απαιτήσεις αντάλλαγμα. Να κάνεις εσύ πρώτος και δύο και τρία και δέκα βήματα, μόνο που είναι απαραίτητο να κάνει κι ο απέναντι σου, έστω κι ένα προς εσένα.

Ισοτιμία, όχι, δεν υπάρχει και δεν είναι κι απαραίτητη. Κάποιοι μπορούν και δίνουν τόνους, άλλοι κιλά, όμως όσα μπορούσαν, τόσα σου έδωσαν κι αυτό, αν μη τι άλλο, αναγνώρισέ τους το. Ακόμη κι αν εσένα δε σου φτάνει, θα ξέρεις πως τουλάχιστον ένα κομμάτι τους, ήταν πρόθυμοι να στο παράσχουν. Αναγκαία είναι η αμοιβαιότητα, αλλιώς χαραμίζεσαι. Κι ας ανέβεις εσύ τα ενενήντα εννιά απ’ τα εκατό σκαλιά, αν πιστεύεις ότι αξίζει κι ας είναι όλο κι όλο το εκατοστό που πρέπει να κατέβει ο άλλος. Αλλά να το κατέβει το γαμημένο.

Συντάκτης: Κατερίνα Δούκα
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου