Με πιάνει μια νοσταλγία τις προάλλες –τι το ‘θελα– κι ανοίγω τα άλμπουμ να δω φωτογραφίες. Πόσο όμορφο μωρό ήμουν, όχι να το παινευτώ, κουκλάκι ζωγραφιστό. Παιδικός σταθμός, νηπιαγωγείο, δημοτικό, τι ωραία χρόνια, τι ανέμελα. Πόσο ωραία περνούσαμε. Πώς με έντυνε έτσι η μάνα μου; Εγώ είμαι αυτό καλέ; Και τι εννοείς ότι ήμουν και της μόδας;
Κι αυτές οι φόρμες; Όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου και γυαλιστερές σαν τουαλέτα της Σαπουντζάκη. Για τα αθλητικά με τα χριτς-χρατς δε θα πω τίποτα, γιατί γλίτωσαν το χρόνο και τα νεύρα μου από κορδόνια κι επικούς ναυτικούς κόμπους. Αλλά, ρε μάνα, γιατί τέτοιο κούρεμα; Το πιο κοντινό στο look μου εκείνη την εποχή ήταν ένας τραγουδιστής των Abba.
Κοριτσάκια με μουστάκι, αγοράκια χωρίς, ωραία πράγματα. Κοινός παρονομαστής των δύο φύλων στην ηλικία των 12 το λεγόμενο και μονόφρυδο. Σιδεράκια, τα πρώτα μας σπυράκια, μαλλιά καρφάκια, κοτσιδάκια, πλεξουδάκια. Λουστρίνι παπούτσια όλων των χρωμάτων και σχεδίων, από μποτάκια μέχρι πέδιλα. Γιακάδες σε φορέματα με δαντέλες σαν σεμεδάκια της γιαγιάς. Λουλουδένια κι εμπριμέ πουκάμισα, πέτσινα ή βελουτέ γιλεκάκια και δε συμμαζεύεται.
Άντε, αυτές οι φωτογραφίες είναι θαμμένες στο δικό σου αρχείο. Κι όσο δε θέλεις να τις βλέπεις, άλλο τόσο δε θέλεις να ξυπνήσεις μια μέρα και να τις έχουν φάει οι αράχνες και τα ποντίκια. Είναι ό,τι έχεις από εκείνα τα χρόνια, μαζί με κάτι ουλές σε αγκώνες και γόνατα.
Αλλά μ’ αυτές που είναι στα χέρια των φίλων σου τι γίνεται; Φωτογραφίες σχολικές, της τάξης, από τις γιορτές, τις εκδρομές, τις αποφοιτήσεις. Όλοι να κοιτάνε το φακό κι εσύ να χάσκεις χειρότερα και από χάσκυ, να ’χεις βγει με κλειστά μάτια, με ανοιχτό στόμα. Ναι, συμβαίνουν και στους πιο φωτογενείς, πόσο μάλλον σ’ εμάς. Όσο λοιπόν είναι χαντακωμένα βαθιά στο χρονοντούλαπο, έχει καλώς.
Τα γέλια αρχίζουν εκεί που κάποιος «αχώνευτος» παλιός συμμαθητής θα θυμηθεί να βγάλει στη φόρα μια ομαδική φωτογραφία και να κάνει tag και τους άλλους 25 , μόνο και μόνο γιατί αυτός είχε βγει στην πένα στη συγκεκριμένη. Γιατί πλέον έχουμε και το facebook, άλλος διάβολος. Ετικέτα και δάκρυ μας πάει. Κι αν τύχει και την αφαιρέσεις θα φας διπλό δούλεμα μετά, οπότε αναγκαστικά κάνεις ότι δεν τη βλέπεις κι εύχεσαι το ίδιο και για τους άλλους.
Κανονικά τέτοιο υλικό θα έπρεπε να ποινικοποιηθεί. Κι αυτό κι ακόμα περισσότερο η δημοσίευσή του κι ο δημόσιος διασυρμός που αυτή συνεπάγεται. Πέρα από την πλάκα, το φωτογραφικό υλικό της εφηβικής μας ηλικίας είναι ισχυρότατο εκβιαστικό όπλο στα χέρια των φίλων μας. Γιατί οι παιδικές φωτογραφίες έχουν το ακαταλόγιστο, για κάποιο λόγο όλοι γράφαμε στο φακό. Οπότε μη σας πω ότι απεναντίας, είναι και καλό μάρκετινγκ. Αρχίζουν όλοι κι όλες τα σχόλια για το πόσο γλυκούληδες και χαριτωμένα χαζοί ήμασταν.
Πού είστε όλοι εσείς στις καλοκαιρινές φωτογραφίες που είμαστε μαυρισμένοι σαν τη νύχτα και βγαίνει και λίγο ο κώλος μας ο κάτασπρος έξω απ’ το μαγιό, να μας πείτε πόσο τέλειοι είμαστε; Όταν πετούσανε τα τσουλούφια μας σαν κεραίες της Nova, όταν ποζάραμε με άνεση και χαμόγελο και στο δόντι μας ήταν κολλημένα μαρούλια και ρίγανες; Όταν το φερμουάρ στο παντελόνι μας ήταν ανοιχτό ή είχαν φύγει και πέντε πόντοι απ’ το καλσόν μας.
Γι’ αυτό πάω αυτούς τους ακομπλεξάριστους τύπους που έχουν αφήσει ακόμα κι αυτές τις φωτογραφίες τους στα προφίλ τους στο facebook και δε διυλίζουν τον κώνωπα για το τι θα ανεβάζουν και πόσα likes θα πάρουν. Αυτούς που όχι μόνο αποδέχτηκαν και γούσταραν το παιδικό κι εφηβικό τους image, αλλά έγιναν από επιλογή το ανέκδοτο της παρέας όταν κυκλοφόρησαν τέτοιες φωτογραφίες. Είναι αυτοί που γελάνε πρώτα οι ίδιοι με τις χαζές γκριμάτσες τους, το καγκούρικο, ροκ, μπάρμπι ή εναλλακτικό στιλάκι της εφηβείας τους και τα «χάλια» τους.
Και γιατί όχι άλλωστε; Η μόνη μας πατρίδα είναι τα παιδικά μας χρόνια. Αυτό που είμαστε τώρα το φτιάξαμε με τόσο κόπο, βλακεία κι αλητεία τότε, ώστε να μη μας νοιάζει τώρα τι θα πει ο καθένας για τα μούτρα, τα ρούχα μας ή τις πόζες μας. Ώστε να μη μας νοιάζει αν θα «τσαλακωθούμε» και λίγο με ένα εφηβικό καραγκιοζιλίκι παραπάνω που θα δει το φως της μέρας ή της νύχτας. Στο κάτω-κάτω, αυτό που ήμασταν κι αυτά που κάναμε τότε θυμόμαστε τώρα. Και με αυτά που θυμόμαστε τώρα θα γελάμε στο μέλλον ολόκληρα βράδια. Εμείς κι οι φίλοι μας.
Επιμέλεια Κειμένου Ελευθερίας Παπανασταίου: Πωλίνα Πανέρη