Θυμάμαι όταν ήμουν φοιτητής στην Πάτρα, κάπου εκεί στο μακρινό 2001, άκουσα για πρώτη φορά στο ραδιόφωνο το “Δρόμοι του Πουθενά”. Μονίμως συντονισμένος στον Μελωδία FM (ευτυχώς εξέπεμπε από την Αθήνα μέχρι την Πάτρα, μιας και τότε το διαδίκτυο είχε περιορισμένες ακόμα δυνατότητες) δε θα ξεχάσω το σκάλωμα που έφαγα, από την εισαγωγή του ακόμα. Τι μουσικάρα, σκέφτηκα. Μέχρι που ακούστηκαν οι πρώτοι στίχοι. Η φωνή έμοιαζε τόσο πολύ στου Γιώργου Μαργαρίτη. Αποκλείεται, σκέφτηκα, και συγκεντρώθηκα μήπως αναγνωρίσω τη φωνή. Μέχρι που τελείωσε το τραγούδι κι ο ραδιοφωνικός παραγωγός πιστοποίησε αυτό που δεν μπορούσα να πιστέψω. Στα φωνητικά ήταν όντως ο Γιώργος Μαργαρίτης.

Οι “Δρόμοι του Πουθενά” ήταν μια δημιουργία των 667. Συμπεριλήφθηκε στο δίσκο “Όλα θα τα διαγράψω”, μιας ελληνικής ροκ μπάντας, που όμως συνήθιζε να βάζει και λαϊκές πινελιές στα κομμάτια της. Άλλωστε, ο δημιουργός κι ενορχηστρωτής της μπάντας, Θοδωρής Μανίκας πάντα αρέσκονταν να πειραματίζεται και να μπερδεύει διάφορα είδη μουσικής. Οι στίχοι γράφτηκαν από τον Χρήστο Δέτσικα, ενώ μουσικά τους επένδυσε ο Θοδωρής. Η σύνθεση δεν ήταν δική του έμπνευση, αλλά μια διασκευή της μουσικής από το κομμάτι “Tattoo ‘d Lady” του Rory Gallagher που είχε γράψει το 1973.

Σαφώς και πολύ πειραγμένο, μιας κι η ελληνική διασκευή είχε ένα αρκετά έως και πολύ πιο αργό ρυθμό από το πρωτότυπο. Ωστόσο, αφενός διατήρησε το ροκ ύφος του, αφετέρου αφομοίωσε την ελληνική λαϊκή μουσική, μιας και τα σολαρίσματα του μπουζουκιού των Δημήτρη Βύζα και Δημήτρη Χιονά πάντρεψαν με μοναδικό τρόπο τα δύο αυτά διαφορετικά είδη μουσικής. Κι αν βάλουμε στην εξίσωση και τη χαρακτηριστικά εκφραστική φωνή του Γιώργου Μαργαρίτη, νομίζω πως έχουμε το απόλυτο λαϊκό ροκ τραγούδι.

Η επιτυχία του παντρέματος αυτού περιγράφηκε χαρακτηριστικά από τη διήγηση του Νίκου Χασσίδ, τότε διευθύνοντα συμβούλου της εταιρείας μουσικών και τηλεοπτικών παραγωγών “Άνωσις” και της μουσικής σκηνής Ρόδον και πολύ καλό φίλο και συνεργάτη του Θοδωρή Μανίκα. Σε κάποια συνέντευξή του είχε πει πως όταν ο Μανίκας του ζήτησε τον χώρο για μια συναυλία του Γιώργου Μαργαρίτη και των 667,έγινε κάτι το τελείως καινοτόμο. Ο Γιώργος Μαργαρίτης ήταν ο πρώτος λαϊκός τραγουδιστής που περνούσε την πόρτα ενός αμιγώς ροκ χώρου.

Αυτό, δε, που διαδραματίστηκε στη συναυλία εκείνη, ήταν πραγματικά πρωτόγνωρο. Από τη μια μεριά υπήρχαν τραπέζια με κουστουμαρισμένους λαϊκούς και μπουκάλια ουίσκι κι από την άλλη όρθιους ροκάδες με μακριά μαλλιά και ποτό στο χέρι. Μια ομολογουμένως περίεργη συνύπαρξη. Όταν ο ίδιος ο Γιώργος Μαργαρίτης ρωτήθηκε γι’ αυτή τη συνεργασία, δήλωσε «Εκεί που το πήγαν το λαϊκό οι υπόλοιποι, ε, είπα ας το σώσουν οι ροκάδες.». Μια δήλωση που καλώς ή κακώς περιέγραφε το πώς γράφονταν ή και γράφονται ακόμη και σήμερα κάποια λαϊκά τραγούδια και τί πραγματικά έχουν να δώσουν.

Κι εν τέλει, τι είναι και το ίδιο το ροκ; Να είναι απλώς ένα είδος μουσικής; Η ηλεκτρική κιθάρα και τα ντραμς; Να είναι είναι το μακρύ μαλλί και τα σκουλαρίκια; Μπα. Όπως έχει ειπωθεί και χωρίς να διεκδικώ την πρωτοτυπία, το ροκ είναι τρόπος ζωής, φιλοσοφία. Διαχρονικά. Από τη Σωτηρία Μπέλλου και το “Ζεϊμπέκικο”, τον Βασίλη Καρά και το “Ασ’ τη να λέει”, μέχρι τον Γιώργο Μαργαρίτη και τους 667, ό,τι ακούσματα κι αν έχει ο καθένας μας, το ροκ είναι ένα.

Πηγή φωτογραφίας: AthensVoice

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Δημήτρης Ευσταθιάδης
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου