Καλοκαίρι και οι μέρες έξω «καίνε». Ο άνεμος θυμάται κι εμφανίζεται ανά διαστήματα κι αποκλειστικά τα βράδια. Η κίνηση στις μεγαλουπόλεις μειώνεται, ενώ παρατηρείται κοσμοσυρροή στις παραθαλάσσιες περιοχές από γνωστές, ντόπιες και «ξένες» φιγούρες. Εγχώριοι και μη, καταφτάνουν στη Μεσόγειο για ν’ απολαύσουν τον μαγευτικό ήλιο και τις κρυστάλλινες θάλασσες. Εικόνες χαμογελαστών ανθρώπων να παραθερίζουν και να απαθανατίζουν τις στιγμές τους με φακούς από gadget τελευταίας τεχνολογίας και να τα δημοσιεύουν χωρίς να υπάρχει αύριο. Φωτογραφίες επεξεργασμένες με λιτές διαφάνειες, ελκυστικά φίλτρα, αποφθέγματα μικρά, έξυπνα που προσδίδουν πινελιές αρμονίας και αφορμή για σχόλια από τρίτους.
Πίσω από τις αλληγορικές εικόνες θαλασσών, βουνών, καλαίσθητων, δημοφιλών μνημείων, ρωμαλέων σωμάτων στολισμένα με τατουάζ νέα γενιάς, piercings, σολάριουμ, outfits κι ένας κόσμος λαμπερός, φανταχτερός, fancy όπως θα λέγανε οι υποστηρικτές του που χαρίζει ειδυλλιακές στιγμές στο μάτι, αλλά ξεχνιούνται γρήγορα, αντικαθίστανται από άλλες πιο γοητευτικές εικόνες, αναλώνονται σχετικά γρήγορα και βυθίζουν τον κόσμο σε μια υπνηλία με παρονομαστή μια επίπλαστη πραγματικότητα «ραντισμένη» με περιττή χρυσόσκονη και μια ουτοπική γέμιση.
Σας θυμίζει τίποτα όλο αυτό το μοντέρνο σκηνικό; Είναι ο κόσμος που ζούμε. Ο αντικατοπτρισμός του δυτικού και του παγκόσμιου κοινού, που μέσα σ’ όλο του το χάος κι ενώ βυθίζει και ξεγελάει, έχει την ικανότητα να μαγεύει και να δελεάζει οποιονδήποτε τύχει και μπλεχτεί στα δίχτυα του. Ένας κόσμος με εύπεπτο περιεχόμενο που αν μη τι άλλο, μας φέρνει κοντά, αλλά ταυτόχρονα και μακριά και που τώρα πια συνειδητοποιώ πόσο πολύ μοιάζουμε όλοι μας τελικά. Αν λόγου χάριν, όλη αυτή η εφεύρεση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ήταν ένα κοινωνικό πείραμα, οφείλω να ομολογήσω πως αποτελεί ό,τι πιο πετυχημένο έχει συμβεί τις τελευταίες δεκαετίες. Γιατί τελικά κατανοώ πλήρως πως έχουμε ομοιότητες. Δες το κι εσύ.
Τα μέσα αυτά έχουν γίνει πια το πρόσωπό μας στον ιστό της παγκόσμιας κοινωνίας, η οποία δεν ξέφυγε ποτέ από την φεουδαρχική πυραμίδα του παρελθόντος. Όσο υπάρχει άνθρωπος σ’ αυτόν τον πλανήτη η πυραμίδα ήταν εκεί. Πάντοτε υπήρχε και θα συνεχίσει να υπάρχει. Το ίδιο συμβαίνει και στην εποχή της μάστιγας των κοινωνικών μέσων δικτύωσης. Όλοι λίγο πολύ, θέλουμε προσοχή, θέλουμε να εντυπωσιάζουμε, να δείχνουμε τα καλά μας σημεία και να κρύβουμε τα άσχημα, να τραβάμε την προσοχή σαν τα μωρά που προσπαθούνε να στρέψουν την προσοχή των γονιών τους πάνω τους. Όλο το παιχνίδι γίνεται ένας διαγωνισμός με γνώμονα την προσοχή των άλλων. Πόσο ρευστή μπορεί να είναι η προσοχή μας, εν τέλει; Έχουμε καταλήξει να υπάρχουμε σαν έρμαιο της προσοχής των άλλων μόνο εικονικά. Δε δίνουμε βάση στην πραγματική προσοχή, την ατόφια, την αγνή. Οι διαστάσεις που έχει πάρει η «ανάγκη» για εικονική προσοχή είναι τρομακτική. Ίσως να είναι και άκακο όλο αυτό, αλλά η αλλαγή είναι τόσο κολοσσιαία, που μόνο τρόμο μπορεί να προκαλέσει σ’ένα είδος έμβιων οργανισμών όπου οι αλλαγές ήταν πάντοτε φοβερές.
Μοιάζουμε οι άνθρωποι μεταξύ. Μοιάζουμε γιατί θέλουμε να τραβήξουμε την προσοχή όπως ακριβώς τα παιδιά. Το σύνδρομο του πεντάχρονου είναι κάτι που κουβαλάμε μαζί μας μέχρι τέλους. Μοιάζουμε, γιατί αναζητάμε την ασφάλεια, την αποδοχή, την καταξίωση, την αναγνώριση. Μοιάζουμε γιατί μέσα σε όλα αυτά που αναζητάμε, πολλές φορές μπορεί να γίνουμε αγενείς, κακότροποι, δύστροποι και να ραγίσουμε καρδιές στην πορεία. Δεν είναι επειδή είμαστε κακοί από τη φύση μας, γιατί δεν υπάρχει κακός άνθρωπος και κακώς κολλάμε ετικέτες τέτοιου είδους σε περαστικούς απ΄τη ζωή μας. Κι εμείς έτσι κι αλλιώς, μέσα στο χάος όλης αυτής της διαδικασίας, υπήρξαμε κακοί στη ζωή κάποιου ή κάποιων. Ήμασταν όμως; Αναρωτηθείτε καθώς προσπερνάτε τις γραμμές. Υπήρξατε όντως κακοί; Γιατί με απλά μαθηματικά εγώ μπορώ να πω πως απλώς παρασυρθήκατε από τα ανθρώπινα πάθη με τα οποία όλοι μας ανεξαιρέτως αμφιταλαντευόμαστε. Υπήρξατε θύματα της ανυπέρβλητης εγωπάθειας που μας διέπει και φούσκωσαν τα μυαλά και τα δικά σας και τα δικά μας.
Κι έπρεπε να φτάσω στην εποχή της αψεγάδιαστης εικόνας και των μέσων δικτύωσης για να μπορέσω να το δηλώσω πλέον με σιγουριά κι εκλαϊκευμένα πια πως όλα τα λουλούδια το ίδιο λίπασμα χρειάζονται. Κάποια θ’ ανθίσουν και κάποια όχι. Κάποια θα κοπούν στην πορεία κι άλλα θα μαραίνονται αργά, αργά. Κάποια θα ευωδιάζουν και κάποια ποτέ. Όλα θα είναι λουλούδια όμως και θα έχουν όλα τις ίδιες ανάγκες να καλύψουν. Και θα συνεχίσουν να μοιάζουν μεταξύ τους, να στεγνώνουν, να ανθίζουν, να φυτρώνουν, να φτάνουν μέχρι ένα σημείο και να μαραίνονται. Και η κασέτα θα συνεχίσει να γράφει και θα παίζεται ακατάπαυστα να θυμίζει στους παρόντες, πόσο αστεία μοιάζουνε μεταξύ τους κι όμως αυτοί «θα τρώγονται» ακατάπαυστα.