Όσο πιστεύουμε πως γνωρίζουμε τον πλανήτη στον οποίο ζούμε, τόσο περισσότερο εθελοτυφλούμε. Κανείς, ανεξαρτήτως ηλικίας, δε γνωρίζει ούτε τον κόσμο τόσο καλά όσο πιστεύει, ούτε τη διάσταση στην οποία κινούμαστε, ούτε καν την ίδια τη ζωή. Πολλοί χαρακτηρίζουμε τη γέννηση σαν ένα θαύμα. Άλλοι βλέπουν τα πράγματα πιο βιολογικά. Όσος χρόνος κι αν μας έχει απομείνει, είναι αυτός που μας δίνεται για να φτάσουμε εκεί που θέλουμε, για να εκπληρώσουμε τους στόχους και τα όνειρα που θέσαμε.
Στη φύση μας βρίσκεται το γεγονός πως είμαστε τα μοναδικά όντα μέχρι στιγμής που χρειάζονται έναν λόγο, έναν στόχο, νόημα για να συνεχίσουν να σηκώνονται τα πρωινά. Στη φύση μας και η τρομερή «δίψα» που έχουμε να καταναλώνουμε υπέρ του δέοντος, να γεμίζουμε τον χώρο μας με αντικείμενα, να ζητάμε κι άλλα, πολύ περισσότερα από αυτά που πραγματικά έχουμε ανάγκη. Κι αυτή η «τραγική» φύση οφείλεται στην ψευδαίσθηση που μας δημιουργείται ότι θα ζήσουμε τόσο που θα μπορέσουμε ν’ απολαύσουμε όλα τα αγαθά, τα χρήματα, τους κόπους με τους οποίους αποκτήσαμε αυτά που θέλαμε.
Πέρα όμως από την ψευδαίσθηση της αιωνιότητας, κρύβεται και η «ανάγκη» που έχουμε ν’ αφήσουμε το σημάδι μας στον κόσμο, να βάλουμε το λιθαράκι που θα μας εκπροσωπεί για πάντα. Σκεφτείτε στ’ αλήθεια. Κάνουμε παιδιά, επενδύουμε σε επιχειρήσεις, αγοράζουμε, καταναλώνουμε, δημιουργούμε, εκτιθέμεθα ικανοποιώντας ίσως αυτό που κρύβεται ακόμη κι από εμάς. Έχουμε την αίσθηση πως μ’ αυτόν τον τρόπο πρόκειται να ζήσουμε για πάντα κι αν όχι εμείς τότε ένα κομμάτι του εαυτού μας, είτε αυτό είναι ένα παιδί, είτε μια δική μας δημιουργία, είτε οτιδήποτε άλλο σχετίζεται άμεσα με μας. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο της δημοφιλούς Αμερικανίδας ψυχολόγου Stefanie Stahl «Το παιδί που κρύβουμε μέσα μας», όλοι έχουμε την ψευδαίσθηση πως θα ζήσουμε για τόσα χρόνια που θα μπορέσουμε να απολαύσουμε τους κόπους μας. Εκεί λοιπόν βρίσκεται και η μεγαλύτερη και πιο βαθιά επιθυμία για σύνδεση με τον κόσμο. Βέβαια κι αυτό, όπως κι οτιδήποτε άλλο, αποτελεί περίπλοκο ζήτημα.
Κάποιοι θέλουν να αλλάξουν τα δεδομένα της ανθρωπότητας με αυτά που θ’ αφήσουν. Άλλοι πάλι απλώς θέλουν ν’ αφήσουν μια όμορφη οσμή στα αγαπημένα τους πρόσωπα και σ’ όλους αυτούς με τους οποίους έτυχε να συνυπάρξουν έστω και για λίγο οι δρόμοι τους. Το έχουμε σκεφτεί ουκ ολίγες φορές οι περισσότεροι από εμάς. Πώς θα μοιάζει η ανάμνηση που θ’ αφήσουμε πίσω μας; Και γι’ αυτή την ανάμνηση καθώς και για την ποιότητά της υπεύθυνοι είμαστε αποκλειστικά εμείς.
Οπότε την επόμενη φορά που θα ξυπνήσουμε υγιείς το πρωί και θα γνωρίζουμε πως έχουμε μια ολόκληρη μέρα μπροστά για να φέρουμε εις πέρας τις υποχρεώσεις μας, ας δούμε λίγο πόσο τυχεροί είμαστε πριν ακόμα διαβούμε το κατώφλι του σπιτιού. Ας σκεφτούμε πως η αγένεια προς άτομα που δεν έχουν τίποτα να μας προσφέρουν χαλάει άμεσα τη δική τους μέρα, αλλά και τη δική μας μακροπρόθεσμα. Πριν γράψουμε κάποιο σχόλιο για οποιονδήποτε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ας αναλογιστούμε το γεγονός πως πρώτον δεν υπάρχει λόγος να προσβάλουμε κανέναν, ιδιαίτερα ανθρώπους που δε μας πείραξαν και που ίσως αγνοούν την ύπαρξή μας, και δεύτερον ότι όσα γράφουμε και δημοσιοποιούμε μένουν για πάντα στη διάθεση του κοινού. Με άλλα λόγια, τα ηλεκτρονικά μας ίχνη δύσκολα σβήνουν. Είναι ωραίο να έχουμε αφήσει προσβλητικά σχόλια για να τα βλέπουν οι επόμενες γενιές και απ’ αυτά να σχηματίζουν εικόνα για τη δική μας;
Γενικότερα ας επικεντρωθούμε στο να γινόμαστε λίγο καλύτεροι κάθε ξημέρωμα χωρίς να κρύβονται κλασσικές πινελιές αυτοβοήθειας πίσω από αυτά τα λόγια, γιατί κανείς δεν εννοεί πως ξημερώνοντας θα πρέπει να είμαστε συνεχώς μες την τρελή χαρά αφού αυτό από μόνο του πάει κόντρα στη φύση μας. Θα θυμώσουμε, θα στεναχωρηθούμε, θα δράσουμε απερίσκεπτα, θα πληγώσουμε, θα πληγωθούμε, αλλά και θ’ αγαπήσουμε, θ’ αγαπηθούμε, θα γελάσουμε, θα πειράξουμε, θα χαμογελάσουμε. Φτάνει όσο κρατάει η μπόρα να φροντίσουμε να μην επηρεάζει η δική μας κανέναν άλλο εκεί έξω. Κι επειδή όλη αυτή η φάρσα της ζωής ίσως τελικά να είναι ένα εφήμερο ποντάρισμα της τύχης που μοιράζει εμπειρίες, καλό είναι εμείς σαν περαστικοί επιβάτες να δείχνουμε κατανόηση.
Ο Αϊνστάιν είχε δηλώσει κάποτε πως είναι υποχρέωση κάθε ανθρώπου να δώσει στον κόσμο τουλάχιστον το ισοδύναμο αυτού που έχει πάρει απ’ αυτόν. Καλό είναι λοιπόν να είμαστε το λιγότερο ευγνώμονες στην τύχη, στο σύμπαν, σ’ έναν από τους Θεούς, για το ότι πήραμε μια γεύση του τι πάει να πει ζωή στην ανθρώπινη γλώσσα τουλάχιστον. Έχοντας αυτό υπόψιν και κάθε φορά που πάμε να παρεκτραπούμε μπορούμε να ξεχωρίσουμε από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο με το να φιλτράρουμε καλύτερα τη συμπεριφορά μας κι εν τέλει να κατανοήσουμε πως όταν σβήσουν οι προβολείς που εστιάζουν σ’ εμάς, θα ’χουμε αφήσει αναμνήσεις πίσω μας. Θα ’χουμε χαράξει μια πορεία και η παρακαταθήκή μας θ ’ανήκει τόσο σ ’εμάς όσο και σε όσους επηρεάσαμε. Τέτοιες αναμνήσεις θα διαφέρουν από άτομο σε άτομο, αλλά η οσμή θα είναι ίδια. Το πόσο θα ευωδιάζει εξαρτάται από εμάς και την ευλογία του παρόντος που μας δίνεται κάθε μέρα απλόχερα.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.