Σήμερα σκέφτομαι να αρχίσω με τον επίλογο. Οι ανθρώπινες σχέσεις ίσως τελικά είναι ό,τι πιο περίπλοκο έχουμε επινοήσει σαν είδος κι αυτό που μπορεί να μας μεταφέρει στον έβδομο ουρανό από τις απανωτές δόσεις ευεξίας και ενθουσιασμού ή να μας στείλει στην κλούβα. Παρ’ όλ’ αυτά τίποτα δεν είναι απόλυτο αφού πάντα μένει ένα παραθυράκι ανοιχτό για να κάνει τη διαφορά και να υπάρχει η πιθανότητα εξαίρεσης.
Η σοσιαλομιντιακή συμπεριφορά αποτελεί ομολογουμένως τη σύγχρονη πραγματικότητα στις ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις και σ’ αυτό είμαστε μάρτυρες σχεδόν όλοι. Σ’ αυτές αλληλεπιδράσεις εντάσσονται και οι σχέσης έλξης και φλερτ. Η θετική online εντύπωση έχει έρθει για να μείνει και να κατακτήσει ακόμα και την εκ του σύνεγγυς εντύπωση για την οποία άλλοτε κάναμε τόσους αγώνες και προετοιμασίες. Όλα αυτά σε μια σύγχρονη κλίμακα που ενεργοποιείται κι απενεργοποιείται με ένα μόνο σύρσιμο του δαχτύλου.
Πλέον με την αφή τα κριτήρια ενδιαφέροντος, αμοιβαιότητας κι έλξης έχουν μεταφερθεί στην καθημερινή χρήση μιας οθόνης που τόσο η ύπαρξή της όσο και το περιεχόμενο δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία ψευδαίσθηση. Το παιχνίδι του φλερτ έχει συρρικνωθεί σε μία γραμμή ίντερνετ και το λες και βόλτα στο matrix. Στα σόσιαλ το να κάνουμε θετική εντύπωση είναι το παν για να τραβήξουμε έτερα προφίλ και να γεμίσουμε την κενοδοξία μας. Οι προσδοκίες μας εκτινάσσονται στα ύψη και όταν πιάσει το κόλπο μπαίνουμε σε σχέση. Εκεί το κινητό γίνεται προέκταση της «καρδιάς και του μυαλού» μας κι ένα τέτοιο φαινόμενο που παρατηρείται συχνά, μόνο καλό δεν μπορεί να είναι.
Νομίζουμε πως το ταίρι πρέπει να μας δίνει συνεχώς λογαριασμό για το πού βρίσκεται, τι κάνει, με ποιους συγχρωτίζεται, τι τρώει, τι πίνει, αν μας αγαπάει, αν μας σκέφτεται κι όλα αυτά σε σημείο που γίνεται σπαστικό για τον ένα κι εμμονή για τον άλλο και συνάμα φαύλος κύκλος και για τους δύο. Κανείς δεν είπε πως ένα ζευγάρι δεν πρέπει να έχει επικοινωνία κι εφόσον τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την προσφέρουν εύκολα και οικονομικά, είναι φυσικό κι επόμενο πως σε αυτά θα βασιστούμε. Μόνο που χάνεται το μέτρο και δεν μπορούμε εμείς να οριοθετήσουμε το υγιές και να το διακρίνουμε από το υπερβολικό.
Βασίζουμε τη διάθεση και την αυτοεκτίμησή μας σε μεγάλο βαθμό στο πόσο δημοφιλείς είμαστε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η απήχηση που έχουν οι δημοσιεύσεις μας και το περιεχόμενο των αναρτήσεών μας έχει αντίκτυπο στην ψυχολογία μας. Όμως όπως δεν είναι λόγος να χοροπηδάει κανείς από τη χαρά του για μερικά likes και καρδούλες, έτσι δεν είναι λόγος και να τρώγεται με τα ρούχα του αν ο άλλος –ο οποιοσδήποτε άλλος– δεν του στέλνει δέκα μηνύματα τη μέρα.
Η ψηφιακή προσκόλληση αποτελεί φαινόμενο των καιρών με τραγικά αποτελέσματα που όλοι μπορεί να βιώσουμε στον μικρόκοσμό μας, ζώντας σε μια πλάνη που εμείς θελήσαμε και μπήκαμε. Όταν αυτή καθρεφτίζεται στα μάτια μας, προβάλλει εικόνες από μία άλλη πραγματικότητα με την οποία αδυνατούμε να «τα βάλουμε». Μια τέτοια έντονη προσκόλληση πέρα από το ότι δημιουργεί προσδοκίες που δεν ευσταθούν μπορεί να μας κάνει να αναρωτηθούμε για την αξία μας σαν άνθρωποι, πράγμα φυσικό αλλά συνάμα παγίδα, ιδίως όταν έχουμε να κάνουμε με ευαίσθητες προσωπικότητες κάθε ηλικίας. Πρόκειται για έναν εκτενή διαγωνισμό προβολής και εντυπωσιασμού.
Αν κάποιος είναι μαζί μας κατά πάσα πιθανότητα είναι επειδή το θέλει. Αν για οποιοδήποτε λόγο νιώθουμε ανασφάλεια ή αβεβαιότητα κι έχουμε τάσεις για συνεχή έλεγχο τότε το θέμα το έχουμε καθαρά εμείς και πρέπει να ξεκαθαρίσουμε την κατάσταση προτού βγει σε άλλες σχέσεις μας και δημιουργήσει ανεπανόρθωτα προβλήματα. Ας μην ξεχνάμε πως τα περισσότερα προβλήματα που μας τυχαίνουν και καλούμαστε να επιλύσουμε είναι καθαρά λόγω της αδυναμίας μας να σκεφτούμε πριν δράσουμε αφού αποφεύγουμε να μείνουμε για λίγο μόνοι ένα δωμάτιο.
Σε όλους έχει τύχει να κρίνουμε ότι θα μπορούσαμε να είχαμε χειριστεί μια κατάσταση διαφορετικά. Αυτός ο συλλογισμός έγινε επειδή καθίσαμε μόνοι κι ανεπηρέαστοι, επειδή είχαμε χρόνο να σκεφτούμε αυτά που συνέβησαν και να διερωτηθούμε, ασχέτως αν έγινε κατόπιν εορτής. Η στάση μας απέναντι σε κάποιο πρόβλημα μπορεί να αλλάξει εντελώς. Το να σκεφτόμαστε πριν δράσουμε, πριν αντιδράσουμε και πριν προβούμε σε πράξεις που ίσως μετανιώσουμε είναι μια πράξη αυτοβοήθειας κι ένα υγιές βήμα για μια καλύτερη βελτιωμένη σχέση με τον εαυτό μας.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.