Ερχόμαστε σ’ αυτόν τον κόσμο απροειδοποίητα και φεύγουμε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Ερχόμαστε «λευκοί» σαν ένας καμβάς, αποκτούμε γνώσεις κι εμπειρίες στην πορεία και κάθετί που μας συμβαίνει, κάθε επιλογή που κάνουμε, παίζει αδιαμφισβήτητα σημαντικό ρόλο στην έκβαση. Φαντάσου όμως ένα plot twist. Να ερχόμαστε στον κόσμο με το σενάριο της ζωής μας στα χέρια κι απλώς να περιμένουμε αδρανείς τη ζωή να βάλει την κασέτα, να πατήσει το play κι εμείς να παρακολουθούμε ουσιαστικά αμέτοχοι να ξεδιπλώνεται το στόρι μας και στο τέλος ν’ αφήνουμε και μια κριτική -ένα ή πέντε αστεράκια.
Ωραία η φαντασία, αλλά η ζωή δε λειτουργεί κατ’ αυτόν τον τρόπο. Χαλάρωσες ποτέ ένα λεπτό για να θαυμάσεις τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί; Ή μάλλον εκτίμησες ποτέ τη μέθοδό της; Pas du tout? Όπως και να ’χει η ζωή καθενός από μας μοιάζει με σενάριο, όχι σαν εκείνα ταινιών και σειρών που γράφονται καιρό πριν και πρέπει όλα να εξελιχθούν κατά γράμμα, αλλά από αυτά που στήνουμε πότε- πότε και παρουσιάζουμε στον κόσμο λες κι είναι η πραγματικότητα αυτή καθαυτή. Ξέρεις, σαν εκείνα τα ριάλιτι σόου που μόνο ριάλιτι δεν είναι.
Καθώς λοιπόν πέφτουν βροχή οι σκέψεις αυτές μία αναθεώρηση στο φανταστικό κομμάτι μπορεί να είναι κρίσιμη για να αρχίσεις να βλέπεις τη δική σου ζωή σαν ένα παζλ για το οποίο όλο και ανακαλύπτεις νέα κομμάτια και ποτέ δε φαίνεται να ολοκληρώνεται. Γιατί όσο παρήγορο κι αν ακούγεται καμιά φορά το να έχεις τις οδηγίες χρήσης της υπό την κατοχή σου, άλλο τόσο μουντή την κάνει να φαντάζει. Μόνο που το σκέφτομαι δηλαδή με πιάνει ρίγος, από αυτά που μας πιάνουν όταν συνειδητοποιούμε πως θα μπορούσαν τα πράγματα να είχαν εξελιχθεί και χειρότερα. Κάνω μία στάση στο «πάλι καλά»…
Πάρε παράδειγμα όλα όσα ευχαριστούν έναν άνθρωπο. Σκέψου να πήγαινες στον κινηματογράφο για να δεις μια ταινία που έχεις ήδη παρακολουθήσει και ξέρεις την πλοκή. Δεν είναι το ίδιο με το να δεις μόνος ή με παρέα κάτι που θεωρείται διαχρονικό και που θα σας κάνει να περάσετε ευχάριστα. Σκέψου πάλι να αγοράσεις ένα video game, το οποίο σου περιγράφει στο manual ένα-ένα τα βήματα για να φτάσεις στην τελευταία πίστα και να κερδίσεις. Πού ακριβώς βρίσκεται η απόλαυση; Παράλληλα όταν συναντηθείς με έναν άνθρωπο για πρώτο ραντεβού κυριαρχεί πάντοτε το «γλυκό» άγχος, η ανέλπιστη ελπίδα, η άγνωστη γνώση του τι να κάνεις, πώς να αντιδράσεις, πώς να αντιμετωπίσεις την κατάσταση, βήμα-βήμα οι κινήσεις σου. Όλα αυτά τα ερωτήματα θα εξατμίζονταν άμεσα αν ήξερες το αποτέλεσμα εξαρχής. Κι αν το γνώριζες δε θα υπήρχε και λόγος να το ζήσεις. Κι αν δεν υπήρχε και λόγος να το ζήσεις, δε νομίζω να άξιζε και η συνέχεια. Η χιλιομασημένη τροφή δεν έχει την ίδια γεύση μ’ εκείνη την απρόσμενη που λιώνει στο στόμα και που απελευθερώνει σε μεγάλη ποσότητα ενδορφίνες, προσφέροντας σιγά-σιγά την έμφυτη αίσθηση κορεσμού. Παραδέξου το. Απ’ όποια πλευρά και αν το δει κανείς η εκνευριστικά διορατική γνώση δε θα μπορούσε ποτέ ούτε να μας ικανοποιήσει, αλλά ούτε να συνεισφέρει στη ζωή. Το να γνωρίζουμε τι έπεται θα ήταν το τέλειο αισθητό υποκατάστατο του θανάτου. Θα ξέραμε τι ακολουθεί και θα μετρούσαμε απλώς αντίστροφα μέχρι να φτάσουμε στο απόλυτο σκοτάδι. Who cares, though?
Η ζωή είναι σαν ένας τίτλος αρχής κι ένας τίτλος τέλους μ’ ένα συνονθύλευμα ιστοριών και δράματος στη μέση. Οπότε τι σου επιφυλάσσει η ζωή δεν πρόκειται να το μάθεις ποτέ κι εκεί ακριβώς βρίσκεται η γοητεία της. Σε μια προσπάθεια να ξεφύγουμε από τη ρουτίνα και να μπούμε στα άδυτα του ανεκπλήρωτου και του άγνωστου, όλοι λίγο-πολύ θα θέλαμε να κλέψουμε και να διαβάσουμε το σενάριο λίγο παρακάτω. Μετά όμως το μετανιώνουμε, αφού θα μας στερούσε εμπειρίες και στιγμές και δε θα ‘ταν παρά μια ακόμη ανθρώπινη περιέργεια, ένα δείγμα ατελούς έργου. Η μυστικοπάθεια που χαρακτηρίζει τη ζωή σε κάνει να αισθάνεσαι ζωντανός κολυμπώντας σε μια θάλασσα πιθανοτήτων, άλλοτε στο βυθό κι άλλοτε επιπλέοντας στην επιφάνεια. Ποτέ δε θα μάθεις πόσο βυθισμένος ή πόσο εν πλω θα υπάρξεις και ποντάρω πως η γλύκα βρίσκεται ακριβώς εκεί, στο ανεξερεύνητο.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.