Δεν αρέσεις πάντα όσο σου δείχνει. Κι αν αντιστρέψουμε την πρόταση δεν σου αρέσει πάντα όσο δείχνεις. Μπορεί να λέμε πως οι πράξεις είναι το πιο αλάνθαστο ένστικτο, πως όσα λόγια κι αν ακούσεις δε θα συγκριθούν ποτέ μ’ αυτό που βλέπουν τα μάτια σου, η πραγματικότητα όμως αποκλίνει απ’ τη θεωρία.
Η αλήθεια είναι πως οι πράξεις μπορούν να παραπλανήσουν και, μάλιστα, όταν αυτό γίνεται συνειδητά να μην το αντιληφθούμε καν. Μπορεί κάποιος με απόλυτη μαεστρία να μας πείσει ότι δεν υπάρχει τίποτα παραπάνω μες το μυαλό του, πιο ενδόμυχο, πιο κρυφό, απ’ αυτό που βλέπουμε τη στιγμή που στέκεται μπροστά μας, απ’ αυτό που μαρτυράει κάθε του κίνηση κι εμείς ως όντα καλόπιστα -ίσως και λίγο ευκολόπιστα- να μην αμφισβητήσουμε ούτε στιγμή τις πράξεις του και το μεγαλείο τους.
Μπορεί να μας αρέσει κάποιος περισσότερο απ’ ότι μαρτυράνε οι πράξεις μας ή να του αρέσουμε περισσότερο απ’ ότι δείχνουν τα σημάδια που μας στέλνει. Ακόμα κι αν η διαπίστωση αυτή πιστέψεις αρχικά πως μόνο σε παράφρονες μπορεί να ταιριάζει, υπάρχουν βαθύτεροι λόγοι που όντως μπορούν να ερμηνεύσουν τη στάση αυτή. Ίσως να μην είμαστε ιδιαίτερα εκδηλωτικοί εκ φύσεως και οι πράξεις μας να δείχνουν πολύ λιγότερα απ’ όσα πράγματι κρύβονται μέσα στην ψυχή μας. Μπορεί, πάλι, να θέλουμε να σηκώσουμε άμυνες, να κρατήσουμε μια πισινή και να μην επιτρέπουμε στον εαυτό μας μια άνευ όρων συναισθηματική παράδοση στο πρόσωπο που μας αρέσει, γι’ αυτό και να προσπαθούμε εσκεμμένα να δώσουμε λιγότερα απ’ όσα στην πραγματικότητα θα θέλαμε, πιστεύοντας πως έτσι διατηρούμε ως ένα βαθμό τον έλεγχο της κατάστασης. Υπάρχει, βέβαια, και το ενδεχόμενο να πιστεύουμε πως είναι νωρίς να δείξουμε τον αληθινό μας εαυτό, να τον κρατάμε για αργότερα όταν με το πρόσωπο που έχουμε απέναντί μας χτίσουμε μια σχέση εμπιστοσύνης κι οικειότητας, ώστε να μπορούμε σταδιακά να προσφέρουμε ολοένα και περισσότερα στην πορεία της γνωριμίας μας.
Δεν είναι, βέβαια, και λίγες οι φορές που συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, που γινόμαστε επίτηδες υπερεκδηλωτικοί. Θέλουμε, άραγε, με αυτή μας τη συμπεριφορά να κρύψουμε το δικό μας έλλειμμα συναισθημάτων προκειμένου να θολώσουμε τα νερά; Ευελπιστούμε ότι στην πορεία θα μπορέσουμε να δώσουμε αυτά που το πρόσωπο που μας αρέσει περιμένει από μας, αλλά προς το παρόν ίσως να μην τα διαθέτουμε ή να μην είμαστε έτοιμοι για κάτι τέτοιο. Ωστόσο, προκειμένου να αποφύγουμε το αρνητικό κλίμα και το αίσθημα απογοήτευσης που μπορεί να προκαλέσουμε σ’ αυτόν που μας ενδιαφέρει προσπαθούμε να διαβάσουμε επακριβώς τις ανάγκες του και να προσαρμόσουμε τη συμπεριφορά μας σε τέτοιο βαθμό, ώστε να είμαστε βέβαιοι ότι θα είναι ικανοποιημένος από τη στάση μας. Ίσως πάλι το θέμα να ‘ναι βαθύτερο και να στηρίζεται εξ’ ολοκλήρου σ’ ένα παιχνίδι με απώτερο σκοπό την ανταπόδοση. Δίνουμε περισσότερα περιμένοντας οι άλλοι να κάνουν για μας το ίδιο, προσπαθώντας με τον τρόπο αυτό να τους δημιουργήσουμε περισσότερα συναισθήματα για το πρόσωπό μας και ν’ απολαύσουμε εμείς τους καρπούς της αγάπης τους, της υπερπροστατευτικότητας, της τρυφερότητας και της δοτικότητάς τους.
Δεν υπάρχει τρόπος να μετρήσουμε τα συναισθήματα, να βρούμε ποιος δίνει περισσότερα και ποιος λιγότερα ή αν τα φαινομενικά είναι πιο πολλά ή πιο λίγα απ’ τα αληθινά. Και κάτι τέτοιο δε θα είχε και κανένα απολύτως νόημα. Η διαίσθησή σου, η συνολική εικόνα που εσύ έχεις για το πρόσωπο απέναντί σου, αρκούν για να σχηματίσεις μια πλήρη άποψη. Απλώς καλό θα ήταν να λαμβάνουμε υπόψιν μας όλες τις συνιστώσες, γιατί οι πράξεις μπορούν μεν να ετεροκατευθύνουν, μα θα υπάρχουν κι εκείνες οι εξαιρέσεις που το πρόσωπο απέναντί μας δεν μπορεί παρά να αφεθεί στις αληθινές διαθέσεις του. Αρκεί να είμαστε εκεί, με τις κεραίες μας ανοιχτές, να τις αντιληφθούμε, να τις αφουγκραστούμε, να τις αξιοποιήσουμε προς όφελός μας.
Δε σε θέλει πάντα όσο σου δείχνει, αλλά κι εσύ δεν τον θες πάντα όσο δείχνεις. Ακόμα μια μαγική πτυχή των ανθρώπινων σχέσεων, αυτή η αμφιβολία για τα συναισθήματα του άλλων για εμάς.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου