Στεκόμενος μπροστά από έναν καθρέφτη κοιτάζεις μια εικόνα, το δικό σου είδωλο. Πόσα «εγώ», άραγε, να χωρέσουν δυο μάτια; Πόσες ατέλειες θα παρατηρήσεις πάνω σου που ποτέ κανένας δε θα διακρίνει και πόσα άλλα σημεία που στους άλλους ίσως μοιάζουν δυσαρμονικά κι όμως εσύ τα έχεις συνδέσει άρρηκτα με εσένα που πλέον ούτε τα παρατηρείς; Κι όλα αυτά, μπροστά απ’ το γυάλινο τζάμι, εκείνο που σου δίνει τη δυνατότητα πλέον να σε δεις, σε καμία περίπτωση, όμως, όπως σε βλέπουν οι άλλοι.
Ευτυχώς για σένα δεν υπάρχει καθρέφτης της ψυχής και της καρδιάς σου. Εκείνος που με μία και μόνο εικόνα θα σε βοηθούσε να δεις τα κομμάτια στα οποία αστράφτει, τα άλλα που έχει ραγίσει το γυαλί κι εκείνα τα σκονισμένα, που περιμένουν από σένα είτε να τα κάνεις να λάμψουν είτε να τα αφήσεις στην τύχη τους και να λερωθούν ακόμα περισσότερο. Ένα μεγάλο τζάμι που σε κάποια σημεία είναι προσιτό κι επιτρέπεται να γεμίσει με δαχτυλιές κι αλλού, σε κάποιες γωνίες του, δυσπρόσιτο που δεν τολμάει και δε φτάνει σχεδόν κανείς να το αγγίξει.
Πόσες φορές προσπάθησες κλεισμένος σε ένα δωμάτιο, όχι μόνος, αλλά εσύ κι η αυτοκριτική σου, να βρεις ποιος πραγματικά είσαι, ώστε να βάλεις στόχο και την αυτοβελτίωσή σου; Κι όμως, δε σε είδες στο βαθμό που περίμενες κι ούτε θα καταφέρεις να σε δεις. Κι αυτό, γιατί εκείνη τη στιγμή απ’ το μυαλό σου θα λείπει η αλληλεπίδραση. Θα λείπει η συμπεριφορά σου, οι αντιδράσεις σου σε πραγματικές συνθήκες συναναστροφής με ανθρώπους, όλων των ειδών που μπορεί να περάσουν απ’ τη ζωή σου, ώστε να φτιάξεις το πραγματικό σου προφίλ κι όχι να προσδιορίζεις απλώς ποιος θα ήθελες ιδεατά να είσαι, ο ιδανικός ωραιοποιημένος σου εαυτός.
Είναι γεγονός πως πολλές φορές οι άλλοι βλέπουν σ’ εμάς περισσότερα πράγματα απ’ όσα εμείς οι ίδιοι. Αδυναμίες που δε θέλουμε να μας παραδεχτούμε, αλλά κι αρετές που οι ίδιοι υποτιμάμε. Ο εξωτερικός παρατηρητής, μπορεί να ξέρει λιγότερα και να μην μπορέσει να καταλάβει ποτέ πώς νιώθεις, όμως, θα διακρίνει τις αδυναμίες σου αντικειμενικά, θα τις εντοπίσει, χωρίς φυσικά να αναζητήσει από πού πηγάζουν και πώς θα μπορούσες να τις βελτιώσεις. Αδυναμίες που εσύ κι εσύ θα μπορούσες να διακρίνεις, αν δεν τις φοβόσουν τόσο πολύ, ώστε να τις έχεις ξορκίσει, να έχεις σηκώσει άμυνες εναντίον τους, να έχεις ήδη έτοιμες τις δικαιολογίες σου, αυτές τουλάχιστον που εσένα σε καλύπτουν. Κι όταν θα πρόκειται να σε εκθειάσει και πάλι θα το κάνει, γιατί δε θα έχει την ανάγκη να κρυφτεί πίσω απ’ τη δική σου μετριοφροσύνη, μην τυχόν και πάρουν τα μυαλά σου αέρα και την ανασφάλειά που σε εμποδίζει να δεχτείς και να παραδεχτείς ότι υπάρχουν τομείς στους οποίους, όντως, διαπρέπεις κι ανήκεις στους καλύτερους.
Κι εσύ, ακόμα κι υπό αυτές τις συνθήκες, δεν είναι πως δε βλέπεις. Είναι πως πολλές φορές συνειδητοποιείς πράγματα για σένα που σου μοιάζουν με τέρατα, που προσπαθείς να τα εξαφανίσεις και να τα καλύψεις κάπως στη συνείδησή σου, που δεν έχεις μάθει ακόμα –κι ίσως να μη μάθεις και ποτέ– να σε αποδέχεσαι ακριβώς όπως είσαι, που πάντα θα έχεις απ’ τον εαυτό σου την απαίτηση του ιδανικού, του ιδεατού, του ηθικού, του ορθού.
Οι άλλοι θα βλέπουν κι αναπόφευκτα θα κρίνουν. Τις περισσότερες φορές βιαστικά κι άλλες ορμώμενοι από δικές σου συμπεριφορές κι αντιδράσεις. Και το προφίλ που μπορεί να δημιουργήσουν ίσως να είναι όντως το κοινωνικά εμφανιζόμενό σου πρόσωπο, αλλά ίσως να μην έχει καμία σχέση με αυτό που τελικά είσαι εσύ. Δε θα αναλύσουν, γιατί δεν τους νοιάζει κιόλας να το κάνουν. Και να ‘σαι σίγουρος πως δε βλέπουν περισσότερα, βλέπουν απλώς διαφορετικά.
Κι άνθρωποί σου, ας είναι αυτοί που θα μπουν στη διαδικασία να σου πουν τι βλέπουν, όχι μονάχα για να το ξέρεις, αλλά γιατί θα θέλουν απεγνωσμένα τις δικές σου εξηγήσεις, ώστε να καταφέρουν να δουν τον κόσμο σου με τέσσερα μάτια: τα δικά σου και τα δικά τους.
Αν κι ο μικρός μας πρίγκιπας, μας το είπε ήδη το μυστικό του. «Μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά, την ουσία δεν την βλέπουν τα μάτια».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη