Τα λεγόμενά μας, συνοδευόμενα από μια άτυπη υπόσχεση, μια ανυπόγραφη συμφωνία, θαρρούμε τάχα πως έχουν περισσότερες πιθανότητες να τηρηθούν. Μα γιατί έχουμε τόση ανάγκη από βαρύγδουπες δηλώσεις και δεσμεύσεις λεκτικές, που ποτέ κανένας δε μας ζήτησε;
Είναι πάγια τακτική πως όταν δεν εμπιστεύεσαι εσύ απόλυτα τον εαυτό σου, έχεις την τάση να υποσχέσαι στο άλλους. Ίσως γιατί δεν είσαι βέβαιος πως μπορείς να τα καταφέρεις μόνος σου και χρειάζεσαι και τη δική τους αρωγή και στήριξη, ίσως πάλι επειδή θεωρείς πως με τον τρόπο αυτό έχεις ήδη εκτεθεί απέναντί τους και άπαξ και αθετήσεις την υπόσχεσή σου, θα εκτεθείς ακόμα περισσοτερο. Ίσως βέβαια, και να μη θες να τους απογοητεύσεις και να φανείς κατώτερος των προσδοκιών τους και ασυνεπής – όχι τόσο απέναντί τους, αλλά κυρίως στον ίδιο σου τον εαυτό.
Ας πάρουμε όμως απλά παραδείγματα, κοινά, καθημερινά. Ξεκινάμε δίαιτα και το λέμε παντού. Αποφασίζουμε πως σήμερα δε θα καταναλώσουμε αλκοόλ, δε θα φάμε ούτε ένα γλυκό και τρέχουμε να το μοιραστούμε με τους φίλους μας. Δηλώνουμε πως θα κόψουμε το κάπνισμα, θα εγκαταλείψουμε οποία κακία συνήθεια θέλουμε να ξεφορτωθούμε από πάνω μας, πως θα απαλλαγούμε από κολλήματα και πολύπλοκες καταστάσεις. Κοινό όλων των παραπάνω είναι πως είτε τελικά το πετύχεις είτε όχι, οι άνθρωποι του στενού περιβάλλοντός σου, το γνωρίζουν από τη στιγμή που η ιδέα γεννήθηκε στο κεφάλι σου και ωρίμασε τόσο, ώστε να γίνει αποφάση, που θα προσπαθήσεις να υλοποιήσεις. Γιατί όμως το ξέρουν όλοι αυτοί σε τόσο πρώιμο στάδιο; Ο τρόπος που επιλέγεις να δράσεις, να το μοιραστείς με δικούς σου ανθρώπους, αυτόματα υποδηλώνει μια έμφυτη ανάγκη να διαδραματίσουν κι αυτοί καθοριστικό ρόλο στην προσπάθειά σου. Να συγκρατήσουν τον εαυτό σου, σε στιγμές που δεν μπορείς να το κάνεις εσύ, σε στιγμές που ο αυτοέλεγχος χάνεται και τα πάθη κυριαρχούν.
Φοβόμαστε να δεσμευτούμε απέναντί μας και δεσμευόμαστε γι’ αυτό απέναντι σε τρίτους, μεταφέροντας και σ’ αυτούς κατά κάποιο τρόπο την ευθύνη. Ντρεπόμαστε να φάμε μπροστά τους, γιατί το σχόλιο πως δεν είμαστε αρκετά εγκρατείς και πως τα λεγόμενά μας είναι έπεα πτερόεντα, είναι αναμενόμενο να έρθει. Νιώθουμε άσχημα να αναπαράγουμε μπροστά τους αυτό που είπαμε πως θα εγκαταλείψουμε, καθώς θα αντιληφθούν πως είμαστε αναξιόπιστοι στον ίδιο μας τον εαυτό. Εξάλλου, τους επιτρέπουμε έτσι να έχουν και τον έλεγχο, να έχουν λόγο και να είναι αυτοί που θα μας υπενθυμίσουν τη δέσμευση που δώσαμε και ακούσαν με τα ίδια τους τ’ αυτιά.
Οι υποσχέσεις στους άλλους, λειτουργούν ως εγγυήσεις και κάλυψη των ανασφαλειών μας.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου