«Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός». Τα πάντα στη ζωή ξεκινάνε από ένα σημείο, προκειμένου να καταλήξουν κάπου που κανένας μας δεν μπορεί να προβλέψει εκ των προτέρων. Σε κάθε πορεία, σε κάθε εμπειρία, σε κάθε ταξίδι υπάρχει μία αφετηρία, ένα οδηγό σημείο. Το τέλος δεν είναι ποτέ σαφώς προσδιορισμένο, καθώς μπορεί να είναι προσωρινό, αφού ποτέ δεν ξέρεις τι σχέδια έχει για σένα η ίδια η ζωή.
Θα ήθελα να παρομοιάσω τις ιστορίες της ζωής μας με ένα βιβλίο που κρατάς στα χέρια σου την ώρα που το διαβάζεις. Ας θεωρήσουμε ότι η ιστορία του ξεκινάει απ’ τη σελίδα 1 και τελειώνει στην 500. Είναι στη διακριτική ευχέρεια του συγγραφέα -και μόνο- αν θα αποφασίσει να μετατρέψει την ιστορία σε τριλογία βγάζοντας και δεύτερο και τρίτο βιβλίο με ήρωες τα ίδια κινούμενα στρατιωτάκια που υπακούουν στη βούληση της φαντασίας του. Σε αυτή την περίπτωση, η σελίδα 500 δεν αποτελεί το τέλος της ιστορίας που ξεκίνησε να εκτυλίσσεται στις προηγούμενες σελίδες, καθώς με κάποιο τρόπο συνεχίζεται. Αρκεί όμως να αναλογιστείς, ότι η πρώτη σελίδα θα είναι πάντα «η πρώτη» κι ό,τι κι αν γίνει δε θα μπορέσεις να την αλλάξεις ποτέ.
Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, στις ανθρώπινες σχέσεις πολλές φορές μπορείς να ξεχάσεις, να παραλείψεις ενδιάμεσα γεγονότα, σημεία που σε σημάδεψαν και θες να διαγράψεις απ’ τη μνήμη σου. Σε ένα πολύωρο ταξίδι δικαιολογείσαι να σε πάρει ο ύπνος και να μην παρατηρήσεις κάποιες ενδιάμεσες στάσεις, αλλά ποτέ δε δύνασαι να μη θυμάσαι την αρχή, να μην μπορείς να αναλογιστείς από πού ξεκίνησες. Στις ανθρώπινες σχέσεις, λοιπόν, όλα ξεκινάνε με μια απλή συνάντηση, ένα «ραντεβού» όπως θα λέγαμε αλά γαλλικά.
Ας ξεκινήσουμε με τον τρόπο με τον οποίο γνωριστήκατε. Όποιες κι αν ήταν οι συνθήκες που έφεραν δύο ανθρώπους κοντά, δεν πρόκειται να αλλάξουν ποτέ. Ακόμα κι αν για χρόνια χαθούν, ξαναβρεθούν, μαλώσουν ή χωριστούν, η αρχή τους θα είναι κάτι που θέλουν-δε θέλουν θα θυμούνται κι οι δύο.
Ίσως όλα ξεκίνησαν φιλικά, ίσως πάλι και ερωτικά. Μπορεί την πρώτη φορά που μιλήσατε να μη δώσατε καν σημασία ο ένας στον άλλο ή ακόμα χειρότερα να ξεστομίσατε κι εσείς την κλισέ ατάκα: «Εγώ με αυτόν; Ούτε καν..» Κι όταν βρεθήκατε μόνοι σας ή σε κοινή παρέα, τυχαία ή προγραμματισμένα, -δεν μπορεί- τη νιώσατε κι εσείς αυτή τη μαγεία. Τη μαγεία του πρώτου ραντεβού που δυστυχώς δεν ξαναγυρνά.
Είναι όμορφο να σου στείλει κάποιος και να κανονίσετε να βγείτε, να πιείτε έναν καφέ, ώστε να γνωριστείτε καλύτερα. Οι ετοιμασίες που ξεκινάνε απ’ το σπίτι κι οι ώρες που περνάν με εσένα να σκέφτεσαι τι θα φορέσεις, τι θα πεις, πώς θα κυλήσει ο χρόνος. Έχεις κι εσύ την ανασφάλεια μήπως η παρέα σου τελικά χαρακτηριστεί βαρετή και πώς θα περιορίσεις την ακατάσχετη πολυλογία σου προκειμένου να μη ζαλίσεις τον άλλο απ’ την πρώτη φορά. Φταίει η έλλειψη οικειότητας που δε σε αφήνει να είσαι ο εαυτός σου. Είναι όμως πραγματικά απόλυτη μαγεία εκείνα τα «τυχαία», που βγαίνεις έξω ατημέλητος χωρίς να έχεις προετοιμαστεί για μια σημαντική συνάντηση, ώστε να φτάσεις στο pick της ομορφιάς σου.
Οι στιγμές που περπατήσατε δίπλα- δίπλα πρώτη φορά και κοίταζες ντροπαλά κάτω, γιατί δεν ήθελες να κοιτάξεις τον άλλο μέσα στα μάτια. Η τυπικότητα που προσπάθησες να κρατήσεις κι ο καλύτερός σου εαυτός τον οποίο ήθελες απεγνωσμένα να αναδείξεις. Τα χρονικά κενά, στα οποία δε μιλούσε κανένας απ’ τους δυο σας λόγω αμηχανίας κι εκείνο το ηλίθιο χαμόγελο που ήταν συνέχεια ζωγραφισμένο στο πρόσωπό σου. Αυτά θα μείνουν χαραγμένα μέσα στο μυαλό σου..
Οι στιγμές μπορούν να επαναληφθούν πολλές φορές με το ίδιο concept, αλλά πάντα κάτι αλλάζει στο σκηνικό. Ακόμα κι αν ο τόπος και τα πρόσωπα είναι ίδια, σίγουρα θα έχει αλλάξει ο χρόνος. Θα έχει προχωρήσει και μεταξύ σας θα υπάρχει ένα δέσιμο, που διώχνοντας μακριά την ανασφάλεια, σιγά-σιγά διώχνει και τη μαγεία.
Κάθεσαι με τον άνθρωπό σου και πολλές φορές αναπολείς την πρώτη φορά που βρεθήκατε, που μιλήσατε, που κοιταχτήκατε, που φιληθήκατε. Εκείνο τη γεύση απ’ το «πρώτο» που σου έχει καρφωθεί στο μυαλό λες κι ήταν η πιο νόστιμη. Πόσο βολικό να τα σβήναμε όλα σε μια στιγμή -πόνο, θλίψη, άσχημες στιγμές- και να κατάφερνε να γυρίσει πίσω ο χρόνος. Να βγαίναμε και σαν δυο άγνωστοι χωρίς παρελθόν, να καταλήγαμε να περπατάμε χέρι-χέρι στην παραλία κι όταν γυρίσουμε στο σπίτι να μείνουμε ξάγρυπνοι στέλνοντας μηνύματα μέχρι το πρωί.
Κι όταν όλα τελειώνουν, το μυαλό έχει την τάση να γυρνάει στην αρχή. Να θέλει να ξαναζήσει όσα έζησε απ’ το μηδέν. Να θυμάσαι όμως, ότι ακόμα κι αν ξαναζήσεις κάτι που ήδη έζησες, πότε δε θα είναι απ’ την αρχή… Για αυτό φρόντισε κάθε τέλος, να είναι και μια καινούρια αρχή.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη