Κέρατο. Απιστία. Όπως μας κάνει να νιώθουμε καλύτερα μπορούμε να το ονομάσουμε. Δε θ’ αναφερθώ μόνο στις επικυρωμένες σχέσεις, αλλά και στις άλλες. Στις άλλες ερωτικές σχέσεις, που ενδέχεται να μην έχει «φορεθεί» η ταμπέλα της σχέσης, αλλά όλα συντελούν στην ύπαρξή της. Όχι γιατί θέλω να μαζοποιήσω ανθρώπινες συμπεριφορές, αλλά γιατί, εν τέλει, το αίσθημα του πόνου ή της απογοήτευσης είναι το ίδιο, με ή χωρίς την κοινωνική αυτή ταμπέλα.

Σχεδόν πάντοτε το αίσθημα αυτό γίνεται αντιληπτό. Είναι μια αύρα, μια ατμόσφαιρα, ένας «αέρας» που περνάει από πάνω μας όταν συμβαίνει. Τις περισσότερες φορές δε χρειάζεται καν να ρωτήσουμε. Το γνωρίζουμε ήδη. Ρωτάμε μόνο για να το επιβεβαιώσουμε. Ένστικτο; Δε γνωρίζω κατά πόσο μπορούμε έγκυρα να στηρίξουμε την κατηγορία πάνω στο ένστικτο εναντίον κάποιου, όμως μπορούμε να πείσουμε τον εαυτό μας. Μπορούμε να διαγνώσουμε τον εαυτό μας, πρωταρχικά με τη συνειδητοποίηση αυτής της πιθανότητας.

Εάν δεν είμαστε παθητικά ζηλιάρηδες, αλλά ακόμη κι αν είμαστε, μπορούμε εύκολα ν’ αντιληφθούμε πότε ο άλλος άνθρωπος είναι «αλλού». Σίγουρα δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε την ακριβή ώρα, αλλά μπορούμε να νιώσουμε την απουσία του, σαν γενικότερη συνειδητοποίηση. Κυρίως την ψυχική. Οι άνθρωποι έχουμε «αισθητήρες» ως προς το ν’ αντιλαμβανόμαστε πότε το «κέντρο βάρους» του άλλου φεύγει από εμάς.

 

 

Εκεί έχουμε τρεις επιλογές. Προτείνω εκ των προτέρων την τρίτη. Είτε υπομένουμε κι αδιαφορούμε, σαν να μη συμβαίνει τίποτα, επειδή δεν έχουμε απτές αποδείξεις. Είτε φεύγουμε χωρίς σοβαρή εξήγηση, βασιζόμενοι στις υποψίες μας. Είτε, τρίτον, συζητάμε ειλικρινώς για τις υποθέσεις-ανησυχίες μας και πράττουμε «παρέα» με το συναίσθημα και τη λογική. Ξέρω, ακούγεται ιδεατό και πολύ ώριμο για ν’ ανταποκριθεί σε μια τέτοια συνθήκη. Όμως, πάντα πρέπει να πράττουμε με τις πιθανότητες. Την πιθανότητα μήπως πέφτουμε έξω.

Συνήθως, οι ανασφάλειες κι ο εγωισμός μας, μάς κάνουν να διογκώνουμε ή να δημιουργούμε καταστάσεις που δε θα έπρεπε κανονικά. Δε θα το έκανε ο «νηφάλιος» εαυτός μας. Όπως και να έχει, οφείλουμε σ’ εμάς τους ίδιους να χτίζουμε τις ανθρώπινες σχέσεις πάνω στην ειλικρίνεια και στην καθαρότητα. Ακόμη κι αν ο άλλος δεν το κάνει, εμείς πρέπει να καθορίζουμε την πορεία μας. Ακόμη κι αν δεν το παραδεχτεί, από τη στιγμή που νιώσαμε πως ο απέναντί μας δεν είναι «εντάξει» για ένα άλφα χρονικό διάστημα, μπορούμε να το παραθέσουμε κι αναλόγως με τα συναισθήματά μας και την προηγηθείσα κουβέντα να πράξουμε. Αλλιώς, θα φύγουμε με ερωτηματικά και θ’ αφήσουμε ενδεχόμενα επανασύνδεσης εντελώς ανοιχτά.

Το κυριότερο είναι να μην αφήσουμε να μας κατατρώει το αίσθημα του «δεν είμαι αρκετός» για πολύ. Ούτε να προσπαθούμε, σαν παιδιά, να τους «κάνουμε» να μας ερωτευτούν. Διότι όταν ο άλλος έχει παρουσιάσει δείγματα ότι έχει ήδη φύγει από εμάς, έστω και μικρά, τότε δεν υπάρχει γυρισμός. Κανένας. Το παιχνίδι έχει λήξει. Κι εμείς έχουμε ήδη αργήσει για την έναρξη του επόμενου, του «νέου».

Μπορούμε να το παρουσιάσουμε σαν ανησυχία, με επιχειρήματα. «Αυτά έκανες πριν, ενώ τώρα όχι», «παρατήρησα αυτή την αλλαγή συμπεριφοράς, ή αυτά τα δείγματα». Είναι καλό να δείχνουμε στον άλλο ότι είμαστε όντα με αντίληψη και ότι έχουμε πάρει στα σοβαρά την ύπαρξη του στη ζωή μας. Ναι, το πιο σύνηθες είναι να τα αρνηθεί. Γι αυτό ακριβώς και δε το κάνουμε και προσπαθούμε με αθέμιτα μέσα να το ανακαλύψουμε. Ούτε αυτά, όμως, θεωρώ κατακριτέα. Όλοι, ίσως, κάποια στιγμή της ζωής μας ψάξουμε κινητό. Απλώς, εκεί χάνεται το νόημα. Για να μπεις σε αυτή τη διαδικασία σημαίνει πως «κάτι» σε έκανε να αμφιβάλλεις τόσο ώστε να κάνεις κάτι τόσο αγχωτικό. Κάτι τόσο ψυχοφθόρο. Δεν είναι όλοι «τρελοί» ή ανασφαλείς.

Η ανασφάλεια στην ερωτική σχέση, συνήθως, είναι ένα αλληλοτροφοδοτούμενο συναίσθημα. Η ουσία είναι ότι έχεις ήδη νιώσει την έντονη ανασφάλεια, την έντονη ανεπάρκεια, αυτό το απροσδιόριστο άγχος που γεννιέται πάντοτε με τη σύμπραξη του άλλου. Το αν θα μείνουμε εξαρτάται από το πόσο είμαστε ερωτευμένοι και πόσο αγαπάμε. Ή αν θα κάνουμε τα «στραβά» μάτια. Γιατί καλός κι ο εγωισμός, όπως κι ο αυτοσεβασμός, όμως όταν τα συναισθήματα είναι ένας ασταμάτητος κατακλυσμός, κάνεις τα πάντα για να μείνεις κοντά στον άλλο. Είτε τον μοιράζεσαι, είτε όχι. Θες τον άλλο, τέλεια και παύλα. Αλλά κι αυτό είναι επιλογή σου.

Όλα είναι μια τεράστια ζυγαριά στην οποία δε χώραει σωστό ή λάθος. Δε χωράει εγωισμούς και προϋπάρχοντες θεσμοθετημένους κανόνες. Ζυγίζουμε τις καταστάσεις, τις αντοχές μας κι έπειτα πράττουμε. Ποιος ορίζει αν είναι κακό να θέλουμε κάποιον που δε μας χαρίζεται ολοκληρωτικά; Μόνον εμείς. Αν αυτή η υποψία επηρεάζει την ερωτική θετική όψη μας προς τον άλλο πρέπει να γίνει γνωστό. Αν όχι, για πόσο θα το ανεχτούμε; Για πολύ λίγο. Διότι, όλο αυτό το ερωτικό αλισβερίσι, πρέπει να είναι ισόποσο κι από τους δυο. Ειδάλλως, σβήνει γρήγορα κι επώδυνα. Με παράπονο και πολλές στερήσεις.

Επομένως, η πιο ανέμακτη λύση είναι μία, τελικά. Να μιλήσουμε όταν για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα νιώσουμε την αλλαγή. Κι αν δεν πάρουμε καθαρές απαντήσεις, σίγουρα, επιβεβαιωμένα θα πάρουμε αυτές που χρειαζόμαστε, αν θέλουμε να δούμε την αλήθεια. Δεν είναι τόσο περίπλοκες οι ανθρώπινες σχέσεις όσο θέλουμε να πιστεύουμε. Εμείς τις περιπλέκουμε κάποιες φορές γιατί δεν αντέχουμε τη βαρβαρότητα της εφήμερης ύπαρξής τους.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Μαρία Στειακάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου