Στην καρδιά της Βορειοανατολικής Αττικής, στην περιοχή του Νταού Πεντέλης, ένας κτηνοτρόφος βρίσκεται σε απόλυτη απόγνωση, έχοντας δει τη ζωή και το μόχθο του να καταστρέφονται ολοσχερώς από τις ανεξέλεγκτες πυρκαγιές που μαίνονται ασταμάτητα. Δεν είναι μόνο τα δάση και οι κατοικίες που έγιναν στάχτη από τη φωτιά που ξεκίνησε από τον Βαρνάβα, αλλά και οι ζωές αθώων πλασμάτων, ανυπεράσπιστων ζώων που αφέθηκαν στο έλεος της φωτιάς.
Σε μια σκηνή απερίγραπτης θλίψης, ο κτηνοτρόφος αφηγείται την οδύνη του για τα 100 γίδια και τα 5 τσοπανόσκυλα που χάθηκαν μέσα στις φλόγες, μέσα στη στάνη που κάποτε ήταν το σπίτι τους. «Από το 1995, το 1998, το 2009, έχουν περάσει φωτιές από εδώ, και κάθε φορά καταφέρναμε να τις σταματήσουμε με ένα πυροσβεστικό όχημα που ήταν πάντα παρόν. Σήμερα, είμαστε μόνοι μας, χωρίς καμία υποστήριξη. Με τον γιο μου, με δυο κουβάδες νερό, παλεύαμε μέχρι εξάντλησης. Κάποια στιγμή δεν άντεξα και λιποθύμησα», λέει με τα μάτια του γεμάτα απελπισία και τη φωνή του να σπάει.
Οι προετοιμασίες του για τον χειμώνα, οι κόποι ενός ολόκληρου χρόνου, εξαφανίστηκαν σε λίγες ώρες. «Είχα προνοήσει, είχα μαζέψει 15.000 ζωοτροφές. Τώρα δεν έμεινε τίποτα. Είναι ανεπίτρεπτο, ανεξήγητο, ντροπιαστικό να καίγονται οικισμοί και να μην υπάρχει ένα πυροσβεστικό όχημα να προστατέψει την περιουσία και τις ζωές μας. Ντρέπομαι που είμαι Έλληνας», δηλώνει. Η οδύνη του ακούγεται ακόμα πιο έντονα στη φωνή του μιλώντας για τα ζώα του, τα οποία αγαπούσε σαν να ήταν παιδιά του. «Δεν μπορώ να τα αντικρίσω. Δεν αντέχω άλλο. Ας έρθει κάποιος να τα πάρει. Εγώ δεν ξαναπατάω εδώ», λέει, λυγίζοντας υπό το βάρος της καταστροφής.
Η τραγωδία αυτή –που δυστυχώς τα τελευταία χρόνια, ζούμε κάθε καλοκαίρι- δεν είναι απλά ένα τοπικό πρόβλημα ή ένα πρόβλημα ενός κτηνοτρόφου που έχασε τα ζωντανά του. Είναι μια σπαρακτική υπενθύμιση της αποτυχίας του κράτους να προστατεύσει τους πολίτες του και τις ζωές που εξαρτώνται από αυτούς. Είναι τρομακτικό να συνειδητοποιούμε σε στιγμές ανείπωτης καταστροφής σαν αυτή, πως το μόνο που έχουμε είναι ο ένας τον άλλον και την τύχη που ή θα είναι με το μέρος ή όχι. Πως θα παλεύουμε με δυο κουβάδες νερό, μέχρι τελικής πτώσης.
Κι επειδή ακριβώς για άλλη μια φορά δυστυχώς βασιζόμαστε κατά μεγάλο ποσοστό στον εθελοντισμό, παρακάτω ακολουθούν συμβουλές για το πώς θα διαχειριστούμε πυρόπληκτα ζώα ή ζώα που κινδυνεύουν:
Προετοιμασία και σχέδιο διαφυγής: Είναι κρίσιμο να έχουμε ένα σχέδιο διαφυγής για τα ζώα μας. Να βεβαιωθούμε ότι γνωρίζουμε τις εξόδους διαφυγής και ότι τα ζώα μπορούν να μετακινηθούν γρήγορα και με ασφάλεια.
Επικοινωνία με αρχές: Ειδοποιούμε αμέσως τις τοπικές αρχές και την πυροσβεστική για να λάβουν μέτρα διάσωσης των ζώων. Επικοινωνούμε με φιλοζωικές οργανώσεις, που πραγματικά κάνουν ό,τι μπορούν σε τέτοιες δύσκολες στιγμές. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσες θα μας βοηθήσουν σε αυτό πάρα πολύ!
Απεγκλωβισμός: Εάν είναι ασφαλές να το κάνουμε, ελευθερώνουμε τα ζώα από περιορισμένους χώρους ώστε να μπορούν να απομακρυνθούν από τις φλόγες. Δεν αφήνουμε ποτέ δεμένο ένα ζώο, εγκλωβισμένο σε περιφραγμένους χώρους.
Ενυδάτωση: Προσπαθούμε να παρέχουμε αρκετό διαθέσιμο νερό στα ζώα, καθώς η αφυδάτωση είναι κοινή σε τέτοιες καταστάσεις.
Μετά τη φωτιά: Εάν τα ζωάκια καταφέρουν κι επιβιώσουν, φροντίζουμε να τα απομακρύνουμε άμεσα από την καμένη περιοχή και τα οδηγούμε για να τα εξετάσει κτηνίατρος για τυχόν τραυματισμούς ή αναπνευστικά προβλήματα λόγω του καπνού.
Όσοι επιθυμείτε να συνδράμετε στη φροντίδα των πυρόπληκτων ζώων, μπορείτε να επικοινωνήσετε με την Dog’s Voice στα τηλέφωνα 6987478295, 6943886569, 6971849862, 6984891906 για να ενημερωθείτε σχετικά με τις υπάρχουσες ανάγκες.
Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές, η αλληλεγγύη και η προνοητικότητα μπορούν να σώσουν ζωές. Το κράτος όμως, οφείλει να είναι εκεί, να μην εγκαταλείπει τους πολίτες και τα ζώα τους στη μοίρα τους. Η ευθύνη είναι κοινή, αλλά η κρατική αδράνεια δεν πρέπει ποτέ να γίνει ανεκτή. Ποτέ.