Γνωρίστηκαν πριν τρία χρόνια κι ερωτεύτηκαν απ’ την πρώτη στιγμή. Δεν πέρασαν ούτε έξι μήνες και η Αγγελική έμεινε έγκυος. Η χαρά που πήραν δεν περιγράφεται. Παντρεύτηκαν, εργαζόταν σε μια μεγάλη εταιρεία ο Βασίλης κι αποφάσισαν, όταν γεννήθηκε η κόρη τους να σταματήσει να εργάζεται η Αγγελική για ν’ ασχοληθεί με το μεγάλωμα του παιδιού.
Όλα καλά κι όμορφα μέχρι τη στιγμή που απολύθηκε ο Βασίλης. Η κρίση χτύπησε την πόρτα τους.
Ο άντρας έχει σαν γενετική σχεδόν πληροφορία να θρέψει και να φροντίσει την οικογένειά του. Να κάνει ό,τι μπορεί για να τους βλέπει ευτυχισμένους.
Όταν αυτό του το αφαιρέσεις νιώθει πως καταρρέει, πως χάνει τον κόσμο κάτω από τα πόδια του, πως είναι ένας άχρηστος, ένας ανίκανος.
Πολύ σπάνια το συνδέει αυτό με τις κοινωνικές συνθήκες, από εγωισμό το παίρνει όλο πάνω του κι επικρίνει τον εαυτό του.
Έτσι αισθανόταν τον πρώτο καιρό ο Βασίλης. Είχε κλειστεί στον εαυτό του κι ο θυμός εναλλασσόταν με την απελπισία.
Τελείωσαν και τα τελευταία χρήματα που είχαν στην άκρη κι έπρεπε να φύγουν από το σπίτι. Ευτυχώς, ένας θείος του τους παραχώρησε ένα μικρό διαμέρισμα και τουλάχιστον είχαν στέγη.
Η Αγγελική, θες το μητρικό ένστικτο, θες η μεγάλη αγάπη που του είχε, το πήρε όλο πάνω της. Μετά το πρώτο σοκ σκέφτηκε πως αν δε δυναμώσει ο άντρας της, δεν πρόκειται να σωθούν.
Έκανε κάτι που θα έκανε κάθε έξυπνη γυναίκα: του τόνωσε τον αντρισμό.
Του έδειξε, στην αρχή, πόσο φοβερός άντρας είναι, πόσο καλό σεξ κάνει, πόσο απαραίτητος είναι στη ζωή τους. Είναι μαγικά σχεδόν αυτά τα τρία στοιχεία. Ο Βασίλης σαν να ξύπνησε.
Στις πολύ σκληρές καταστάσεις το μυαλό κινητοποιείται κι ανακαλύπτει τόσα πολλά που ούτε θα μπορούσε να τα διανοηθεί πριν.
Αυτό που εμποδίζει την αποδοχή μιας βίαιης αλλαγής στη ζωή είναι κυρίως τα κοινωνικά στερεότυπα.
Όταν όμως η ανάγκη φτάσει στο απροχώρητο και είναι θέμα επιβίωσης, αυτά μπαίνουν στην άκρη.
Ξύπναγε λοιπόν, πολύ πρωί ο Βασίλης δίχως να λέει που πηγαίνει. Χρόνια έβλεπε τους μετανάστες να κουβαλούν μέσα σ’ ένα καρότσι διάφορα αντικείμενα, αλλά ποτέ δεν είχε σκεφτεί τι ακριβώς κάνουν. Μέσα σε λίγες μέρες είχε καταφέρει να μάθει τη νέα του εργασία για να μπορεί να φέρνει στην οικογένειά του ένα μικρό ποσό κάθε μέρα.
Στις κρίσεις ανακαλύπτονται ικανότητες και ταλέντα που έχει ο καθένας μέσα του και δεν μπορεί να τα δει. Στην ανάγκη, όχι όταν είναι όλα έτοιμα.
Η Αγγελική καμάρωνε διπλά τώρα για τον άντρα της. Όσο πιο πολύ καμαρώνει η σύντροφος τόσο διπλασιάζεται η δύναμη του άντρα. Τόσο δυνάμωνε και ο έρωτάς τους. Στην μπόρα φαίνεται το ζευγάρι, εκεί δοκιμάζεται η αντοχή τους και η πίστη τους. Στα εύκολα όλοι ικανοί είναι, όλοι κοκορεύονται για το τίποτα της ζωής τους.
Σε τέτοιες συνθήκες, αν υπάρξει κατανόηση, αν βγει ο καθένας από τον εαυτό του και δει πρώτα τι συμβαίνει στον άλλον, η σχέση γίνεται ατσάλι. Τα παιδιά το μόνο που θέλουν να βλέπουν από τους γονείς, είναι να αγαπάει ο ένα τον άλλον. Αυτό τα μεγαλώνει, αυτό τα κάνει περήφανα.
Κάτι επίσης πολύ σημαντικό για τους γονείς είναι να δείξουν στο παιδί τους την πραγματική κατάσταση της ζωής τους. Να μην τρομάξουν, να μην φοβηθούν από αυτό που συμβαίνει. Και κυρίως να μη ντραπούν ποτέ για τον τρόπο που τους μεγάλωσαν οι γονείς τους. Να τους δείξουν την αξία της εντιμότητας και της προσπάθειας. Να βρίσκονται με άλλα παιδιά και να μη νιώσουν μειονεκτικά.
Αυτό ήταν αρκετά δύσκολο, γιατί η φτώχια φαίνεται από μακριά, αλλά αν το ίδιο το παιδί δεν έχει πρόβλημα με αυτό, επειδή του το έμαθαν οι γονείς του, τότε συνυπάρχει ισότιμα με τα άλλα παιδιά.
Έγινε και κάτι ακόμα πιο πρωτόγνωρο με τη νέα κατάσταση: Διαπίστωσαν σαν οικογένεια πόσα απ’ αυτά που θεωρούσαν απαραίτητα, ήταν τελικά περιττά.
Ώρες ατέλειωτες εργασίας για να μπορεί το ζευγάρι όχι να έχει αυτά που χρειάζεται, αλλά να μπορεί ν’ ανέβει κοινωνικά. Να δείξουν πως είναι κάτι, πως έχουν πλούτο, αυτοκίνητα, ρούχα και τόσα άλλα που τους έκαναν να χάνουν το πραγματικό νόημα της ζωής που είναι η σχέση με τους ανθρώπους.
Δεν υπεραμύνομαι της φτώχιας, όλοι δικαιούνται μια αξιοπρεπή διαβίωση, όλοι θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στα αγαθά του πολιτισμού. Από αυτό το σημείο μέχρι του να προσπαθείς να τ’ αποκτήσεις γιατί έτσι προβάλλει κάποιο σύστημα ζωής, υπάρχει μεγάλη απόσταση.
Ποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί πως είναι απαραίτητα δυο και τρία αυτοκίνητα σε μια μικρή οικογένεια; Ποιος θα μπορούσε να βεβαιώσει πως τα τριάντα ζευγάρια παπούτσια είναι τόσο χρήσιμα ώστε να σπαταλήσει κανείς χρόνια από τη ζωή του για να τ’ αποκτήσει;
Θα μπορούσε κανείς να γράφει ατέλειωτες σελίδες για την υπερκατανάλωση που στο τέλος γίνεται μανία. Αλλά δεν είναι εκεί το θέμα.
Αυτό που έγινε με τον Βασίλη και την Αγγελική είναι πως ξαναγνωρίστηκαν. Είναι πως γνώρισαν με άλλο μάτι ο ένας τον άλλον. Είναι πως ο καθένας από τη πλευρά του ανέπτυξε δεξιότητες ικανές και αρκετές για την επιβίωση. Είναι πως η καινούρια τους γνωριμία είναι πιο λιτή, απλή και πολύ πιο βαθιά. Είναι που για πρώτη φορά οι φίλοι και οι γνωστοί ήταν σημαντικοί, και όχι απλά να υπάρχουν δίπλα τους. Είναι που έμαθαν να δίνουν και να στηρίζουν εκείνους που τους συμβαίνει κάτι αντίστοιχο.
Δημιούργησαν γύρω τους μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων με κοινά προβλήματα και ξέφυγαν από τις αναγκαστικές σχέσεις που τους κούραζαν. Γλεντούσαν και χόρευαν με την καρδιά τους, όχι για να επιδειχτούν.
Έναν καημό είχε κάθε μέρα ο Βασίλης: Το πρώτο που έψαχνε με αγωνία μόλις άνοιγε κάποιον κάδο σκουπιδιών, ήταν να βρει ένα παιχνιδάκι για την κόρη του και ένα μικρό στολίδι για τη γυναίκα του. Ένα μικρό κοκαλάκι για τα μαλλιά της κι ένα έστω σπασμένο παιχνιδάκι. Η αγκαλιά που εισέπραττε όταν επέστρεφε με τα δώρα, δεν συγκρινόταν με τίποτε άλλο στον κόσμο.
Η λέξη ευτυχία απέκτησε το πραγματικό της νόημα και για τους τρεις.