Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους, λένε. Εμείς με τους φίλους μου μπατιράκια είμαστε όλοι κι ειδικά στο τέλος του μήνα όλοι συμβάλλουν στα έξοδα μέχρι να έρθει η επόμενη πληρωμή. Όποιος έχει εκείνη την ώρα λεφτά, βοηθάει τους υπόλοιπους κι έτσι όλα είναι κοινά, κατά μια έννοια. Ένα δάκρυ συγκίνησης κύλησε απ’ το μάτι του Τσε από εκεί ψηλά μόλις τώρα. Παρ’ όλα αυτά, με τους λογαριασμούς να μην είναι το δυνατό σημείο της παρέας, είμαστε αρκετά καλοί φίλοι. Η φράση αυτή αναφέρεται στις ξεκάθαρες συναλλαγές μεταξύ φίλων. Εκείνες που έχουν τόσο μεγάλη γκάμα που μπορεί να αναφέρονται από μια απλή συμφωνία μέχρι και τις οικονομικές συναλλαγές για τις οποίες γίνεται και ο περισσότερος ντόρος.
Εκεί, στις οικονομικές συναλλαγές, αν έχεις κανένα φίλο με καβούρια στις τσέπες, ξέρεις ότι αυτή η φράση του βγαίνει πιο αβίαστα απ’ το «Καλημέρα!». Ναι, αυτή η φιγούρα που μετράει το μπακιρένιο μονόλεπτο, που απ’ τη σκουριά και την οξείδωση έχει αλλάξει χρώμα και δεν καταλαβαίνεις ότι είναι πια κέρμα, μπορεί να γίνει εξωφρενικά εκνευριστική αν χρειαστεί να δώσει σε κάποιον δανεικά. Το χειρότερο σε όλη την υπόθεση δεν είναι ότι θα σου βγάλουν το λάδι οι αγαπητοί τσιγκούνηδες μέχρι να δανείσουν ή να κεράσουν, αλλά το γεγονός ότι με την παραμικρή ευκαιρία θα το αναφέρουν μεταξύ σοβαρού κι αστείου, μην τυχόν και ξεχαστεί.
Αλλά οκ, να μη λέμε υπερβολές, ούτε να περιθωριοποιήσουμε και κανέναν, τα δανεικά μπορεί να γίνουν ζόρι. Από τη μία έχουμε αυτόν που τα δίνει, ο οποίος αν δίνει ένα μεγάλο ποσό, σαφώς το χρειάζεται πίσω. Ο κάθε ένας κοστολογεί το μεγάλο ποσό ανάλογα με την τσέπη του. Τώρα, αν μιλάμε για μικρά ποσά και φίλους, είναι σχεδόν άγραφος νόμος να θεωρηθούν αυτά τα λεφτά χαμένα. Σα να έχεις φίλη τη Βλαχάκη και στη δεδομένη φάση είσαι ο Μάνθος ένα πράγμα. Στην αντίπερα όχθη, είναι αυτός που χρειάζεται τα λεφτά. Εκείνη την ώρα της ανάγκης κανείς δεν μπορεί να σκεφτεί λογικά, το μόνο που τον νοιάζει είναι να ξελασπώσει. Το μετά και η αποπληρωμή είναι άλλη υπόθεση. Πόσες φορές έτυχε να χρειάζεσαι βοήθεια γιατί δεν τα έβγαζες πέρα; Είναι κάτι φυσιολογικό, ειδικά με τα δεδομένα που έχουμε.
Μια οικονομική βοήθεια σ’ ένα φίλο διαφέρει ανάλογα με τον λόγο που τη χρειάζεται. Είναι πολύ διαφορετικό να θέλει κάποιος λεφτά για να καλύψει κάποια έξοδα απ’ το να χρειάζεται λεφτά για να τα επενδύσει ας πούμε στον τζόγο. Και το κομμάτι του τζόγου βέβαια είναι αμφιλεγόμενο- όπως κι όλα στη ζωή άλλωστε. Για παράδειγμα, είναι άλλο το να πάτε με έναν φίλο μια στο τόσο να παίξετε τα λεφτά σας σε τυχερά παιχνίδια και να ξεφύγετε λίγο παραπάνω απ’ αυτό που είχατε υπολογίσει κι άλλο ο φίλος -εσύ, εγώ, ο οποιοσδήποτε- να έχει σύστημα να σου ζητάει τακτικά λεφτά απλώς για να παίξει. Ενώ στην πρώτη περίπτωση τα δανεικά μπορεί να μην τα υπολογίσεις καθόλου, στη δεύτερη περίπτωση πιάνεσαι και κάπου κορόιδο αν κάθε φορά που σου ζητάνε λεφτά, τα δίνεις αφιλτράριστα.
Κι έτσι ξανά ερχόμαστε στην αρχική μας φράση. Μια φράση παλαιάς κοπής. Συντηρημένη μέσα στα χρόνια, που υποσκάπτει διακρίσεις μεταξύ ανθρώπων. Σα να σου λέει πως εσύ που καλώς ή κακώς δυσκολεύεσαι, δεν έχεις δικαίωμα να ζητήσεις. Γιατί, αν το πάμε κι ένα βήμα παραπέρα, το να ζητάς είναι κατάντια. Ναι, αυτή η νοοτροπία που προβαλλόταν υπό το πρίσμα ηθικής κι αξιών υπήρχε και τη συναντήσαμε πολύ στον προηγούμενο αιώνα.
Όμως οι άνθρωποι είμαστε ευάλωτοι, είμαστε ευαίσθητοι ως οντότητες και ναι, χρειαζόμαστε βοήθεια. Δεν είναι κακιά η βοήθεια ό,τι φύση κι αν έχει. Η ψευτο-ηθική κάνει κακό. Το να διαχωρίζεις και το να αποστασιοποιείσαι ή το να νιώθεις ανώτερος από φίλους και γνωστούς την επίμαχη ώρα που θα χρειαστούν μια οικονομική βοήθεια επειδή όντως υπάρχει πρόβλημα, είναι προβληματικό. Ας παραμερίσουμε τέτοιες νοοτροπίες και κανέναν αθεράπευτα τσιγκούνη μαζί. Και τα δύο σίγουρα δεν κάνουν καλούς λογαριασμούς και σίγουρα δεν κάνουν καλούς φίλους.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου