Ευτυχώς δεν είμαι τέλεια! Υπήρξαν φορές που παραμυθιάστηκα, που το διεκδίκησα, που πείστηκα ότι είναι εφικτό, που αναρωτιόμουν αν είναι χάρισμα. Ή αν μπορούσα έστω να δείξω ως τέτοια. Να το καμουφλάρω, να το στρογγυλέψω, να μην πετάξω κοτσάνα και καταστρέψω τη στιγμή, να μη σκοντάψω στη στροφή, να μη δουν οι άλλοι, να μη δω κι εγώ μαζί τους.
Τι βάρος αφόρητο η ψευδαίσθηση της τελειότητας. Γαμημένο πόνεσαν οι πλάτες μου να σε κουβαλάω. Να ‘ναι όλα άψογα συγχρονισμένα και τόσο αψεγάδιαστα, σαν παραταγμένα σε βιτρίνα ζαχαροπλαστέιου. Την ιδανική καριέρα θέλετε; Πάρ’ τε το τσιζκέικ στο τρίτο ράφι. Την κινηματογραφική σχέση; Σουφλέ σοκολάτας για τους αμαρτωλούς. Το κάθε μέρα το αξιοζήλευτο; Τη μόστρα, τα ταξίδια, την επιτηδευμένη διανόηση; Την ντουλάπα γεμάτη και πολύχρωμη, τους φίλους να παρελαύνουν στα σαλόνια, τις προσκλήσεις να πέφτουν βροχή, τις σωστές απαντήσεις παντού και πάντα; Υπάρχει ευτυχώς μια κρεμ μπρουλέ για τους απαιτητικούς. Πουτάνα λαιμαργία μ’ έσκασαν οι θερμίδες.
Ευτυχώς δεν είμαι τέλεια κι ας τρόμαξα να το συνειδητοποίησω. Όταν συνειδητοποιείς ξαφνικά ότι δεν μπορείς πλέον να μαλώνεις τον εαυτό σου 24/7 για τους πόντους τελειότητας που σημείωσε σήμερα, βρίσκεσαι με πολύ ελεύθερο χρόνο που κάπως θα πρέπει να καλύψεις. Το κυνήγι της τελειότητας δεν άφηνει και πολλές ευκαιρίες αυτοσχεδιασμού. Αυτές οι ώρες της ανάσας, της πραγματικής ελευθερίας, αναπόφευκτα σε τσαλακώνουν. Κι όσο παύεις να σε μαλώνεις και να σε συμπαθείς λιγάκι τόσο θα συμφιλιώνεσαι με τις κοτσάνες της στιγμής ή με τις γλίστρες στη στροφή. Ίσως και να γελάσεις με αυτές. Ίσως μάλιστα αρκετοί τις αγαπήσουν, μαζί τους κι εσύ. Κι ως δια μαγείας θ’ αρχίσεις να γελάς και με των άλλων. Να δικαιολογείς τις δικές τους τούμπες, να γίνεσαι ένας υπέροχος ατελής άνθρωπος σ’ έναν κόσμο γεμάτο κι άλλους υπέροχους ατελείς.
Πόσο καιρό έχασα στις εντυπώσεις; Μεγάλωσα και δε λέω να χωνέψω πόσο μ’ έχουν ενδιαφέρει. Λες κι όλοι κοιμούνται και ξυπνάνε με την έννοια μας, λες κι άλλο θέμα δεν είχε ν’ ασχοληθεί η γειτονιά παρά να συζητάνε τα της τελειότητάς μας. Λες κι αν το πουλήσουμε το σανό – κι έστω κι ότι ο άλλος το τρώει – δε θα ‘ρθει μια μέρα που θα πιούμε ένα ποτηράκι παραπάνω και θα την κάνουμε την γκάφα μας. Ή δε θα ξεχαστούμε, δε θ’ αφεθούμε, δε θα βγει ο άλλος ξαφνικά απ’ την τουαλέτα και δε θα μας πετύχει να ρεμβάζουμε και να ξύνουμε το αυτί μας. Στην τελειότητα το ξύσιμο του αυτιού είναι μεγάλο αμάρτημα.
Ευτυχώς δεν είμαι τέλεια και μαζί με μένα ούτε η ζωή μου. Ακόμη και το μεγάλο πλάνο μου, ξέρετε, εννοώ αυτόν τον γενικό αδιευκρίνιστο στόχο που έχουμε οι περισσότεροι για το πού θέλουμε να πάμε, αλλά αγνοούμε πλήρως τη χαρτογραφία κατά ‘κει και μένουμε με την τελική εικόνα που ουδόλως γνωρίζουμε ούτε πως δημιουργήθηκε, ούτε από τι. Αυτό ας πούμε ότι είναι το μεγάλο πλάνο. Ε ακόμα κι αυτό, ατελέστατο το λες. Κι επάνω στην ψυχρολουσία των αλλεπάληλων παραδοχών έχεις δυο δρόμους και πάρε τον πιο διασκεδαστικό. Ή που θα φρικάρεις ακόμα περισσότερο με το αυτοπαραμύθιασμα στο οποίο είχες υποβληθεί ή θα σε τρολάρεις και πραγματικά εύχομαι από καρδιάς να κάνεις το δεύτερο.
Ο Μάνος Αντώναρος είναι ένας απ’ τους αγαπημένους μου αρθρογράφους. Κάθε κείμενό του, είτε μια παράγραφος των 120 λέξεων, είτε σεντόνι των 5000, διαβάζεται τόσο μονορούφι που σχεδόν ακούς τα κρουστά να δίνουν το ρυθμό στις προτάσεις. Ένα απ’ τα αγαπημένα του σλόγκαν είναι ότι τη ζωή πρέπει να την περνάς στην πλάκα. Ποια πλάκα βρε Μάνο; Πλάκα μου κάνεις; Πόση σοβαρότητα χρειαζόμαστε για να συλλάβουμε αυτή την πλάκα; Και πόσο γαλήνιοι τελικά, πόσο ασφαλείς είμαστε ο καθένας στη φούσκα του. Στην τελειοθηρία και την παραίσθησή του. Πόσο προφυλαγμένοι εκεί στο ψέμα μας, στην ησυχία μας, στη νιρβάνα της παράστασής μας. Σχεδόν αγέννητοι απλώνουμε χέρι κι ακουμπάμε μήτρα.
Δεν έχω γνωρίσει κανέναν τέλειο. Ξέρω ορισμένους που το κυνηγάνε και μου βγαίνει τόσο να τους αγκαλιάσω, να τους πω ότι δε χρειάζεται, αλλά δεν έχω με όλους τόση οικειότητα γι’ αυτό γράφω αυτό το άρθρο να το θυμούνται κι εκείνοι, να το εκτυπώσω κάπου κι εγώ να μου το διαβάζω κάθε που πάω πάλι να με βαθμολογήσω ή βιαστώ να κρίνω, να γίνω υπεραυστηρή και να κουνήσω δείκτη σε άλλους. Να το θυμάμαι κάθε που κάποιος λέει μια λάθος κουβέντα, κάθε που κάποιος περιμένει ένα χέρι για να σηκωθεί απ’ τη στροφή. Να το θυμάμαι όταν συλλέγω λάθη και κυρίως να μην το ξεχνάω όταν κάτι κάνω σωστά.
Ευτυχώς δεν είμαι τέλεια. Δε θ’ αντέχοταν τόση μοναξιά.