Το σπίτι στολισμένο, το δέντρο φωτισμένο, στο φούρνο φρεσκοψημένη τυρόπιτα, στην plasma απέναντι love actually και στο τραπεζάκι του σαλονιού τέσσερις πατούσες να ακουμπιούνται και να χαϊδεύονται. 

Μες στο σπουδαίο ημίφως, περνάνε οι λεπτομέρειες απαρατήρητες κι εσύ αρμενίζεις περιχαρής στο ποταμάκι του αψεγάδιαστου έρωτά σου. 

Διότι ο έρωτας τα ψεγάδια δεν τα πολυσυμπαθεί κι εσύ μες στα σκοτάδια δεν έχεις ακόμη δει την τρύπια κάλτσα και το νυχάκι που ξεπροβάλλει.

Τρύπια κάλτσα, ξεβαμμένο σώβρακο, λιγδιασμένο μαλλί, λίγη σοκολάτα κολλημένη στο γένι. 

Εν αρχή είναι η αμηχανία. Τι να πεις, πώς να το πεις και πώς να μην παρεξηγηθεί; Γελάς και το καταχωνιάζεις στα ασυζήτητα. Ασυζήτητα γιατί αν ανοίξεις το στόμα σου, θα το ανοίξει κι ο απέναντι και ω του θαύματος θα βρεθείς να απολογείσαι για τα δικά σου αντίστοιχα αισθητικά εγκλήματα.

Η αισθητική δεν περιορίζεται στα του ντυσίματος, του χτενίσματος και των λοιπών που περιλαμβάνουν το επιφανειακό πακέτο του φαίνεσθαι.

Η αισθητική είναι φιλοσοφία, άποψη ζωής. Και είναι εκείνη, που μες στην υποκειμενικότητά της, γεννά το θαυμασμό. Το νούμερο ένα αφροδισιακό και την αιτία για να πυροδοτείται το φιτίλι του έρωτος, ξανά και ξανά.

Γιατί ο θαυμασμός, αυτός ο παραγκωνισμένος από πολλούς παράγοντες, είναι που θα σε κρατήσει δίπλα στον άλλο, όταν καταλήξουν τρύπιες οι περισσότερες κάλτσες του συρταριού.

Τρύπια κάλτσα είναι το λίγο παραπάνω αγενές απ΄το politically correct ύφος προς τον βενζινά ή την ταμία του σούπερ μάρκετ. Είναι η μούντζα που θα ρίξει ο καλός σου σε κάποιον οδηγό στο δρόμο, είναι το ανυπόφορο ροχαλητό, η χρησιμοποιημένη χαρτοπετσέτα στο κομοδίνο, όλες αυτές οι μικρές εκνευριστικές συνήθειες που καθιστούν τη συμβίωση αγώνα για γερά νεύρα.

Στη διάρκεια αυτού του ματς, αν χάσεις το θαυμασμό, θα σφυρίξει το φινάλε λίαν συντόμως.

Ο θαυμασμός είναι έννοια γενικόλογη και παντελώς υποκειμενική. Μπορεί να θαυμάζεις το τσαγανό του, τη σπανακόπιτα του, την ανοχή του στις δικές σου τρύπιες κάλτσες, το χιούμορ του ή απλώς τη φωνή του. 

Κάτι πρέπει όμως απαραιτήτως να θαυμάζεις. Κάτι με το οποίο θα γεμίζει το στόμα σου, όταν τον παρουσιάζεις σε άλλους, και το μυαλό σου όταν τον σκέφτεσαι στο μετρό.

Κάτι που θα σου επιβεβαιώνει τακτικά ότι ο σύντροφός σου, παραμένει ο πιο ποθητός στα μάτια σου και δεν έχει περιοριστεί στο ρόλο του πιο εύκολα προσβάσιμου. Κάτι για να τον γουστάρεις όπως στις αρχές, για να ανησυχείς όταν τα βλέμματα πέφτουν πάνω του, για να γεμίζεις περηφάνια στη σκέψη οτι το βράδυ εσύ θα τον αγκαλιάζεις, για να τον κοιτάς με λατρεία και συγκίνηση.

Κάτι για να υπενθυμίζεις στον εαυτό σου, οτι η αρχική επιλογή σου παραμένει η σωστότερη. 

Και τότε κάπως μαγικά, σχεδόν ποιητικά, αυτό θα φανερωθεί και σε εκείνον. 

Θα αλλάξει το βλέμμα σου, το χαμόγελό σου, ακόμη και η στάση του κορμιού σου. Θα τεντώσεις το λαιμό, θα σηκωθούν οι ώμοι, θα φλερτάρεις ξανά εκείνον, τον ίδιο άνθρωπο, που προχτές ακουμπούσε με την τρύπια του κάλτσα το τραπεζάκι.

Θα μεταμορφωθείς για λίγα λεπτά σ’εκείνον τον αγχωμένο εαυτό των πρώτων συναντήσεων, γιατί μέσα από το θαυμασμό που εσύ αισθάνεσαι, θα θες να γεννήσεις και σ’εκείνον έναν αντίστοιχο.

Αυτό με απλά λόγια, είναι «η καλύτερη εκδοχή σου» για την οποία γίνεται πολύς λόγος, στις αρχές μιας σχέσης. Τότε, πριν εμφανιστούν οι τρύπιες κάλτσες, τότε που ανοίγεις τις βρύσες και τραγουδάς υψήφωνα τις τουαλέτες, τότε που οι λαιμοί πάντα ευωδιάζουν.

Τότε που ο ενθουσιασμός γεμίζει το χώρο και δεν αφήνει περιθώριο σε τίποτα εκνευριστικό να διαταράξει τη νιρβάνα του.

Ο ενθουσιασμός είναι ο δίδυμος αδελφός του θαυμασμού, με τη διαφορά ότι ο δεύτερος χαρακτηρίζεται από μια διαχρονικότητα. Άρρηκτα συνδεδεμένοι όμως, τροφοδοτεί ο ένας τον άλλο, ώστε ο έρωτάς σου να παραμένει χορτάτος.

Γι’αυτό πριν σπεύσεις να τον υποτιμήσεις στην πυραμίδα των βασικών αναγκών μιας σχέσης, ξανασκέψου το. Ή αν αυτό σου πέφτει too much, και ποιος έχει χρόνο και κέφι για ενδοσκοπήσεις γιορτιάρες μέρες, τουλάχιστον πριν ουρλιάξεις για την τρύπια κάλτσα, φέρε στο μυαλό σου τη θαυμαστή ανοχή, το τσαγανό, το χιούμορ, τη σπανακόπιτα ή απλώς τη φωνή του.

 

Συντάκτης: Κατερίνα Κεχαγιά