Ένα παιδί έρχεται στον κόσμο. Συγκινήσεις, ευχές, διάπλατα χαμόγελα. Χρώματα στους τοίχους, δε θα επαναλάβω τα λάθη των προηγούμενων γενιών λες ενώ ήδη το φαντάζεσαι να διαπρέπει, να μεγαλουργεί, να σε γεμίζει περηφάνια. Προέκταση του εγώ σου το παιδί· κι αν τύχει κανείς να στο επισημάνει θα τον πεις κυνικό, θα προσβληθείς, θα μπει σε μαύρη λίστα. Δε θες τέτοιους φίλους, δε θες τέτοιες φωνές, απωθείς κάθε σκέψη που ίσως αμφισβητήσει το αλτρουιστικόν της αγάπης σου. Παιδί σου είναι, αλίμονο αν δεν το αγαπάς. Κανένας δεν το αγαπάει όσο εσύ. Οικογένεια, το μόνο αληθινό στήριγμα. Ραπανάκια για την όρεξη οι άλλες αγάπες.
Καμιά φορά θυμάσαι και σε βαραίνει ακόμα το τσουβάλι που έσερνες στην ανηφόρα και δίψαγες. Κι όσο παρακάλαγες για νερό σου χώνανε κι άλλες πέτρες κι η κλίση του δρόμου γινόταν όλο και πιο απότομη. Απαγορεύεται να βαρυγκομάς. Μην κοιτάς κάτω. Μη σέρνεις τα γαμωπόδαρά σου ρε! Κοίτα μπροστά σου, εμπόδιο. Στραβός είσαι; Έτσι θα γίνεις άντρας;
Την είδες την Αννούλα της Σοφίας; Με 19,2 το ‘βγαλε το Λύκειο. Τα παρφουμαρίσματα και τα σούρτα φέρτα σε μάραναν εσένα. Αλλά βέβαια, πού μυαλό για διάβασμα όταν την ώρα που οι υπόλοιποι κοπιάζουν εσύ ρεμβάζεις απ’ το παράθυρο; Τι στο διάολο κοιτάς πια; Πού το ‘χεις το μυαλό σου;
Ένα παιδί έρχεται στον κόσμο. Άλλοτε με προβολείς χειρουργείου να του σκίζουν τις κόρες, άλλοτε στα σκοτεινά, πάντοτε τρομαγμένο. Και δεν έχει ιδέα για το τσουβάλι, για την ανηφόρα, για τις προσδοκίες τρίτων, για όλα όσα διαδραματίζονται στα διαμερίσματα της αγάπης. Εκείνα με τα καλογυαλισμένα έπιπλα κι όσους σιωπούν κι ωρύονται.
Σχεδόν κάθε ελληνικό σπίτι κρύβει μια σιωπή και μια έκρηξη. Κι είναι σιωπές κι εκρήξεις ανάποδες κι ηλίθιες. Φωνάζουμε για εκείνα που έπρεπε να σιωπήσουμε και κουκουλώνουμε όσα έπρεπε να φέρουμε στο τραπέζι προς επίλυση. Αν η αγάπη είναι ειλικρινής; Σαφώς και είναι. Ή έστω θέλω να πιστεύω πως είναι. Το ειλικρινής βέβαια απ’ το ανιδιοτελής απέχει παρασάγγας. Κι υπάρχουν κι άλλα ελαφρυντικά. Συνήθως η άγνοια. Ή μάλλον η πεποίθηση ότι όλα γίνονται σωστά, η παντελής έλλειψη αυτοκριτικής και η αδυναμία κατανόησης της επιτακτικής αναγκαιότητάς της.
Θυσιάστηκα για τα παιδιά μου, λένε και το πιστεύουν. Και κατά πάσα πιθανότητα θα το επαναλάβεις κι εσύ αύριο μεθαύριο κι επίσης θα το εννοείς, χωρίς να συνειδητοποιείς εκείνη τη στιγμή το φορτίο της φράσης. Την ευθύνη. Το τσουβάλι και την ανηφόρα. Γιατί αν κάτι βαραίνει περισσότερο τις πλάτες εκείνου του παιδιού δεν είναι οι επιθυμίες που δεν εκπλήρωσε αλλά τ’ απωθημένα που άθελά του δημιούργησε. Οι θυσίες που δε ζήτησε ποτέ να γίνουν κι έμειναν να ηχούν συναγερμοί στ’ αυτιά του.
Όλοι λαχταρούν τους γονείς να βρίσκονται κοντά τους. Να τους καθησυχάζουν και να τους προσφέρουν. Κανένας όμως δεν αντέχει τους γονείς που ξέχασαν να είναι και κάτι άλλο εκτός από αυτό. Η αποκλειστική αφιέρωση σ’ ένα ρόλο θα φέρει ασφυξία. Απ’ αυτή την ασφυξία είναι που υποφέρουν τα διαμερίσματα της αγάπης. Ποιος αντέχει να φέρει εξ’ ολοκλήρου την ευθύνη για την ευτυχία κάποιου άλλου; Ποιος δεκάχρονος, εικοσάχρονος, σαραντάχρονος έχει τέτοιες δυνάμεις;
Δουλεύουμε για τα παιδιά μας. Ζούμε για τα παιδιά μας. Αναπνέουμε γι’ αυτά. Και φροντίζουμε όλο αυτό να τους το υπενθυμίζουμε. Καθημερινά, αντιβίωση την ώρα του μεσημεριανού. Κι αν όχι καθημερινά, όποτε κάποια απ’ τις χρόνιες προσδοκίες δεν εκπληρωθεί κι έτσι ο φαύλος κύκλος παίρνει φόρα για μια ακόμα περιστροφή.
Υποτίθεται ότι η γονεϊκή αγάπη είναι η πλέον αλτρουιστική. Αν το καλοσκεφτούμε είναι τόσο εγωιστική όσο θα τρομάζαμε να διανοηθούμε.
Στα διαμερίσματα της αγάπης τέτοιες παραδοχές είναι απαγορευμένες γι’ αυτό μεταμορφώνονται σ’ ενοχές κι αποστάσεις. Γι’ αυτό βλέπουμε ένα τρέιλερ μιας μπίρας να κάνει όλη τη χώρα να βουρκώνει. Γιατί οι κειμενογράφοι πιάσανε 100% ταύτιση. Γιατί τα Κυριακάτικα τραπέζια κρύβουν κυρίως καταπιεσμένες τύψεις και μη παραδεχόμενη ανάγκη για αμφίδρομη συγχώρεση παρά πραγματική ανεμελιά. Γι’ αυτό κι αυτές οι Κυριακές μοιάζουν κυρίως με υποχρέωση παρά με απόλαυση.
Μα αυτό που αποφεύγουμε είναι ίσως το μόνο που θα μπορούσε να σταματήσει την άσκοπη περιστροφή. Ένα δυνατό τράνταγμα κι ας τρίξουν για λίγο οι χαμογελαστές κορνίζες. Ένα τραπέζι Κυριακής με λιγότερη εθελοτυφλία. Ένας διάλογος. Μια συνειδητοποίηση. Και στο επιδόρπιο μια αλληλοκατανόηση και μια διάθεση αμοιβαίας συγχώρεσης.
Ένα παιδί έρχεται στον κόσμο. Κι ίσως αυτός να είναι ο μόνος τρόπος να μην κουβαλήσει το ίδιο τσουβάλι. Να αγκαλιάσεις το φοβισμένο που κοιμάται ακόμα μέσα σου. Κι αμέσως μετά εκείνους που το γέννησαν.
Άλλωστε, υπάρχει κάτι πιο τρομακτικό από ένα παιδί που έρχεται στον κόσμο;