Αχ, ο έρωτας… Αυτό το μαγικό συναίσθημα που σε κάνει να ξυπνάς διαφορετικά. Σε έναν κόσμο ίδιο με τον χθεσινό αλλά εντελώς διαφορετικό. Γιατί σήμερα βλέπεις για πρώτη φορά ότι τα δέντρα χορεύουν όταν φυσάει. Και χορεύεις μαζί τους. Σήμερα ακούς για πρώτη φορά ότι τα πουλιά τραγουδούν και τραγουδάς μαζί τους. Και νιώθεις πως πετάς. Γιατί ο έρωτας σου δίνει φτερά.
Σε κάνει να αισθάνεσαι πιο ανάλαφρος κι απ’ τα πούπουλα των περιστεριών. Που στην πραγματικότητα είναι δεκαοχτούρες, αλλά εσύ σήμερα τις βλέπεις πανέμορφα περιστέρια. Γιατί το έξυπνο πουλί απ’ τη μύτη πιάνεται. Κι εσύ την πάτησες. Καψουρεύτηκες. Οι φίλοι μας οι Άγγλοι το λένε “fall in love”. Κι οι λιγότερο φίλοι τους Γάλλοι, το λένε “tomber amoureux”. Κοινώς, έπεσα στην αγάπη ή πέφτω ερωτευμένος. Σαν να λέμε πέφτω άρρωστος, πέφτω να πεθάνω. Πάντως το πέσιμο δεν το γλυτώνεις. Γιατί ο έρωτας σε κάνει να νιώθεις ζωντανός. Και ξέρεις πότε νιώθουμε τη ζωή μέσα μας να βρυχάται σαν λιοντάρι; Όταν πιανόμαστε στη φάκα. Όταν υπάρχει κίνδυνος. Όταν η ζωή έχει μια γεύση από θάνατο.
Κάθε φορά που καψουρευόμαστε, κι ιδίως στην απίθανη περίπτωση που ερωτευόμαστε (γιατί ο έρωτας είναι πουλί σπάνιο και λίγοι είχαν την τύχη να το δουν με τα μάτια τους), τότε κάτι πεθαίνει. Η βεβαιότητα. Για τα δέντρα που μέχρι χθες δε χόρευαν. Και τα πουλιά που μέχρι χθες δεν τραγουδούσαν. Πεθαίνει η βεβαιότητα για τον κόσμο όπως τον ήξερες. Πεθαίνει η βεβαιότητα για τον ίδιο σου τον εαυτό. Για τα «πρέπει» και τα «ποτέ» σου. Για τα όρια και τα κουτάκια σου. Για τη γεωμετρία της ζωής σου.
Κάθε έρωτας είναι κι ένας μικρός θάνατος. Ένας αποχωρισμός. Κι οι αποχωρισμοί δεν είναι ποτέ εύκολοι. Έχουν πόνο. Έχουν φόβο. Έχουν αβεβαιότητα.
Αντάλλαξες, λοιπόν, τη ζωή όπως την ήξερες για ένα ζευγάρι φτερά. Για να μάθεις τον ίλιγγο. Για να μάθεις κι εσύ να πετάς. Αλλά, μέσα στον παροξυσμό αδρεναλίνης κι ευφορίας που ζεις, ξεχνάς ότι όσο πιο ψηλά πετάς, τόσο πιο πολύ θα πονέσεις όταν πέσεις.
Θα σου πω ένα μυστικό. Ο έρωτας μοιάζει τόσο με τη ζωή που θα μπορούσες να πεις ότι είναι σχεδόν το ίδιο. Και στη ζωή το μόνο βέβαιο είναι ο θάνατος. Και στον έρωτα το μόνο βέβαιο είναι θάνατος. Αλλά θα ‘χεις ζήσει. Κι αυτό είναι που μετράει. Κι αν καταφέρεις να μετρήσεις τη ζωή σου με μικρούς θανάτους, τότε θα ‘χεις κερδίσει.
Ο έρωτας, όπως κι η ζωή, είναι γεμάτος χαρές. Και λύπες. Μόλις τον γνωρίζεις σού υπόσχεται υπεράνθρωπη δύναμη. Μπορείς να μασήσεις σίδερα, σαν τον Κουταλιανό. Αλλά μόλις δαγκώσεις τη λαμαρίνα για τα καλά, τότε γεύεσαι την ψυχρή γεύση του σίδερου. Και τα δόντια σου παγώνουν και πονάνε. Αλλά δε λες να τα παρατήσεις, κι ας τρέχουν αίματα απ’ τα ούλα σου. Είναι ένας πόνος φυσικός και πνευματικός. Είναι ο πόνος της αβεβαιότητας που γίνεται απογοήτευση. Γιατί, τελικά, δεν είναι ποτέ αυτό που φαντάστηκες. Αυτό που σχεδίαζες.
Ίσως να ‘ναι κάτι πολύ καλύτερο, αλλά αυτό δε σε παρηγορεί. Σε απογοήτευσε, γιατί μια ζωή έχεις μάθει να φτιάχνεις σχήματα και κουτάκια. Κι από παντοδύναμος γίνεσαι μικρός κι ανήμπορος. Κι η μετάβαση αυτή, η συνειδητοποίηση της αδυναμίας σου, έρχεται απότομα και με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Κεραυνοβόλα. Και πέφτεις χτυπημένος από έρωτα. Μα αυτές οι πληγές που άνοιξε ο κεραυνός, αυτές οι γρατσουνιές στα χέρια και στα πόδια σου, κι αυτές οι δύο πληγές απ’ τα κομμένα σου φτερά, είναι ο πόνος που σε κάνει να νιώθεις ζωντανός.
Είναι ο πόνος που περπατάει μια ζωή χεράκι-χεράκι με τον έρωτα. Είναι η δεύτερη φύση του. Όμορφος, αγγελικά πλασμένος, με βέλη που σε τρυπάνε. Σε ματώνουν για να μην έχεις καμία αμφιβολία πως αυτό που ζεις είναι πραγματικό. Για να μη χρειαστεί ποτέ να πεις «τσίμπα με να ξυπνήσω». Έτσι ζεις το όνειρο. Έτσι βιώνεις τον έρωτα. Με πόνο.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη