Φραντς Κάφκα, ο γερμανόφωνος Εβραίος συγγραφέας από την Τσεχία. Ένας από τους σπουδαίοτερους λογοτέχνες του 20ου αιώνα. Μια από τις πιο μυστηριώδεις φιγούρες της εποχής. Πτυχιούχος νομικής κι υπάλληλος σε ασφαλιστική εταιρεία το πρωί, παράδοξα ελεύθερο συγγραφικό πνεύμα το βράδυ. Έφυγε νωρίς από φυματίωση, -μόλις 41 ετών- μα πρώτα προσπάθησε να αφανίσει όλο το συγγραφικό του έργο, ζητώντας από το φίλο του, Μαξ Μπροντ, να κάψει τα γραπτά του, μετά το τέλος της ζωής του. Ο τελευταίος όμως, αποφάσισε να παρακούσει αυτή την επιθυμία του σκεπτόμενος πως αυτά είναι μέρος «όσων αξίζει περισσότερο να διαβαστούν από τα έργα της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας». Δε σεβάστηκε λοιπόν την επιθυμία του Κάφκα διότι όπως υποστήριξε, η τέχνη ανήκει περισσότερο στο κοινό παρά στο δημιουργό της, οπότε εξέδωσε τα γραπτά του, αφήνοντας μια παγκόσμια κληρονομιά στη λογοτεχνία κι επιτρέποντάς στις μετέπειτα γενιές τη μύηση στον κόσμο του Κάφκα.
Ο καφκικός κόσμος είναι ένα συνονθύλευμα επιρροών που τον καθιστούν τόσο σύνθετο όσο και ξεχωριστό. Επηρεασμένος από το Μοντερνισμό ο Κάφκα ασπάστηκε την έμφαση στην αμεσότητα. Επηρεασμένος από το Γερμανικό Εξπρεσιονισμό άντλησε τον αλληγορικό τρόπο έκφρασης όπως επίσης το ενδιαφέρον για τις εμμονές της ανθρώπινης φύσης καθώς και για τις ψυχικές επιπτώσεις της σύγκρουσης των γενεών. Όλα αυτά αποκτούν στο έργο του ένα ιδιαίτερο βάθος που δε συναντά κανείς αλλού και που μάλιστα οφείλεται στην προσωπική ένταση με την οποία επεξεργάζεται τα θέματά του.
Ως οπαδός του Μοντερνισμού, το έργο του παρέχει ένα δυσοίωνο απολογισμό για το τι συμβαίνει όταν το υποκείμενο απογυμνώνεται από τις παραδοσιακές προσδιοριστικές κατηγορίες της προσωπικής ταυτότητας. Μάλιστα διερευνά το αδιέξοδο εκείνων που έχουν καμφθεί ως προσωπικότητες σε τέτοιο βαθμό που να μην αναγνωρίζονται πια ως άτομα. Η έλλειψη ταυτότητας, η μοναξιά, η απουσία σχέσεων, η εξορία -κυριολεκτική ή μεταφορική- χαρακτηρίζουν τους ήρωές του, οι οποίοι άλλες φορές δεν έχουν καν όνομα ή ονομάζονται απλώς «Κ». κι άρα δε μπορούν να οριστούν ως προς τη χρονική ή τη γεωγραφική τους ύπαρξη. Όμως αυτό κάθε άλλο πάρα τυχαίο είναι, διότι ο Κάφκα μιλάει στον άνθρωπο γενικά, σε ολόκληρο τον κόσμο, ανεξαρτήτως γλώσσας, τόπου και συνόρων.
Ο κόσμος του δομείται γύρω από τη σύγκρουση ανάμεσα σε μια ασφυκτικά καταπιεστική καθημερινότητα και στον ενδόμυχο πόνο όσων αισθάνονται παγιδευμένοι σ’ αυτήν. Παγιδευμένοι και φυλακισμένοι στη ζωή τους. Βρίσκονται λοιπόν σε απόγνωση, όπως ακριβώς και ο ίδιος ο συγγραφέας. Ένας συγγραφέας λοιπόν, του οποίου το όνομα θα γινόταν επιθετικός προσδιορισμός, λειτουργεί σαν ένα είδος προφήτη, δίνοντας όνομα σε εμπειρίες που το μέλλον μπορεί να επιφυλάσσει στον καθένα. Έτσι ο καφκικός χαρακτηρισμός έχει αποκτήσει την έννοια του παράξενου, του μυστηριώδους, ίσως να έχει γίνει ένας όρος οικουμενικός, για να χαρακτηρίσουμε κάτι πολύ οικείο κι ωστόσο ξένο για ‘μας. Άλλωστε όπως έχει γράψει κι ο Γάλλος Νομπελίστας Αντρέ Ζιντ στο ημερολόγιό του, «το άγχος που αναδύεται διαβάζοντας Κάφκα, είναι, κάποιες φορές, σχεδόν τόσο αφόρητο που δε γίνεται να μη λες αδιάκοπα, από μέσα σου, αυτός ο κυνηγημένος άνθρωπος είμαι εγώ;».
Αυτοί είναι οι ήρωες του Κάφκα. Κι αυτός είναι ο κόσμος του. Μια πληγή, μια ενοχή, μια παράνοια. Μια συνειδητοποίηση της ματαιότητας της ανθρώπινης ύπαρξης. Διότι πώς αλλιώς είναι ικανή να ορισθεί μια ύπαρξη που από τη στιγμή που γεννάται η μόνη αλήθεια που γνωρίζει -και προσπαθεί να αποφύγει- είναι εκείνη του τέλους; Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί ο άνθρωπος που υπάρχει για να ικανοποιεί τις κοινωνικές συμβάσεις που άλλοι του έχουν επιβάλλει; Πώς αλλιώς μπορεί να ειπωθεί εκείνος που μια στιγμή πριν πλησιάσει την αλήθεια του, φοβάται και κρύβεται από τον εαυτό του; Κι εκείνος; Εκείνος που γνωρίζει την αλήθεια και δεν τολμά να την πει για να μην πληγώσει όλους τους άλλους; Εκείνος πώς αλλιώς είναι δυνατόν να οριστεί αν όχι καφκικός;
Ένας είναι ο κόσμος του Κάφκα. Ο κόσμος μας. Κι οι ήρωες του είναι όλοι ανώνυμοι για να μπορούν να γίνουν όλοι επώνυμοι. Να γίνουν εσύ, εγώ. Να γίνουν εκείνος ο άνθρωπος που σε εξυπηρέτησε χθες το πρωί στην εφορία που βιαζόσουν και είπες πως ο τεμπέλης, άσκοπα, χρονοτριβούσε. Πού να φανταζόσουν τότε πως για ‘κεινον εσύ, ίσως να’ σαι ένας ακόμα κόμπος στον λαιμό του. Πού να φανταζόσουν τότε πως όλα όσα τον κατηγόρησες είναι εκείνα που προσπαθεί να αλλάξει; Θα τον πίστευες αν σου έλεγε πως, αυτή η καρέκλα στην οποία κάθεται, δεν είναι καθόλου αναπαυτική; Θα τον πίστευες αν σου έλεγε πως αυτή η καρέκλα τον έχει παγιδεύσει και θέλει, λαχταρά για την ακρίβεια, κάπως, με κάποιο τρόπο να γλιτώσει από το εφιαλτικά ασφυκτικό, καθημερινά ολόιδιο πρόγραμμά του;
Κι εσύ; Για τον δικό σου μυστικό καταπιεστικό κόσμο θα του έλεγες; Εσύ, τι αντέχεις να κάνεις; Και πιο πολύ από όλα τι φοβάσαι; Την ασφυξία της σταθερότητας που σου προκαλεί η καθημερινότητά σου ή το αβέβαιο μέλλον και την αναμονή μιας επιβράβευσης, μέσα σ’ έναν άχρονο χρόνο, που μπορεί να μην έρθει ποτέ;
Μάταιη η αναζήτηση. Η λογική δε θα δώσει καμία εξήγηση για τη δεινή σου θέση. Μα αν κάτι πρέπει να κρατήσεις από τον καφκικό μας κόσμο για να διατηρηθείς ακέραιος και ζωντανός μέσα σε αυτόν είναι η διαδικασία που περιγράφει στο βιβλίο του «Μεταμόρφωση», ο ίδιος ο Κάφκα στο οποίο συνοψίζεται πολύ συμπυκνωμένα στη φράση: «Μεταμορφώσου και γίνε».
Διότι πάρα την απαισιοδοξία του κόσμου αυτού και τη ματαιότητα της ύπαρξής μας, πάντα υπάρχει τρόπος να αλλάζεις, να μεταμορφώνεσαι, να αναγεννιέσαι.
Υ.Γ.: «Διότι εγώ δεν είμαι τίποτα άλλο από Λογοτεχνία», είχε πει ο Κάφκα.
Κι όμως, εκείνος δεν είναι τίποτα άλλο από άγρια, αλλόκοτη κι απρόβλεπτη ζωή.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου