Ξεκινάμε ένα μουσικό-ερωτικό ταξίδι σε μια όμορφη περασμένη δεκαετία με πρωταγωνιστές δύο πολύ αγαπημένους μας καλλιτέχνες, τους οποίους λατρέψαμε, αποθεώσαμε και δίχασαν την καρδιά μας.
Είσαστε έτοιμοιιιιιι; Ναι, σωστά μαντέψατε, στην όμορφη δεκαετία του ’90 όπου πούλησε εκατομμύρια πακέτα μακαρόνια και πολλούς τόνους κιμά. Τη δεκαετία που αντέξαμε να κάνουμε βουτιές με ανοιχτή τη μύτη παρασυρόμενοι από τον έναν και μοναδικό που μονοπωλούσε την καρδιά μας και την έκανε να χτυπά σαν τρελή μόνο για’ κεινον, μόνο για ‘κεινον. Μετά από εκείνον, το χάος, μετά από εκείνον το τίποτα· χορεύαμε, τραγουδούσαμε, ακούγαμε, τότε σε κασέτα! Και δωσ’ του να τη γυρίζουμε για ν’ ακούσουμε το αγαπημένο μας τραγούδι, ξανά, το ερωτευόμασταν απ’ την αρχή, ξανά.
Σ’ έχω ερωτευθεί λέγαμε, λίγο αργότερα, κοιτάζοντας με τα αθώα μας ματάκια τον πρώτο μας έρωτα, ξέραμε όμως πως πρώτα είχαμε ερωτευτεί τον Σάκη. Τον Σάκη, με το όμορφο, αγγελικό χαμόγελο, με τα λαμπερά ματιά, με το αγαλματένιο του κορμί, που ήταν τόσο μα τόσο γλυκός και ντροπαλός στις συνεντεύξεις του κι απλός, το παιδί της διπλανής πόρτας, που ποτέ καμία μας βέβαια δε βρήκε, γιατί ο Σάκης είναι ένας. Κι είναι ο Σάκης μας.
Έβγαινε στη σκηνή και καμιά δεν μπορούσε να ‘αντισταθεί, κλάματα, τσιριχτά, μέχρι και λιποθυμίες προκαλούσε στις τότε έφηβες. Οι πιο τολμηρές μάλιστα, πλησιάζαμε και του ζητούσαμε αυτόγραφο, κάποιες -όχι εγώ- ακόμα και στο στήθος. Παραλήρημα κανονικό, παραλήρημα αγαπημένο.
Ποια ήταν όμως η αιτία για όλα αυτά;
Ταλέντο, απλότητα, ευγένεια φυσική, ομορφιά, καλοσύνη, γνησιότητα, καθαρότητα ψυχής που όλα αντικατροπτίζονται στα κατά πράσινα μάτια του. Δεν άντεξα, δεν άντεξες, δεν άντεξε καμιά μας να τον αρνηθεί. Θέλαμε όλες να υπάρχει ένας τρόπος το χρόνο να σταματήσουμε όταν επιτέλους έπαιζε κάποιο βιντεοκλίπ του στη τηλεόραση. Στιγμές πολλές, ζωής αλλαγές, αλλαγές που τις περάσαμε με τα τραγούδια του, μαζί του. Έρωτες που δεν ήξεραν τι θέλουν κι απαιτήσαμε να μας πουν απόψε. Έρωτες που δε ζήσαμε αλλά τους ορκιστήκαμε πως κάποτε, θα είμαστε μαζί. Κι η αυλαία έπεσε. Κι ήρθε νέος έρωτας που τον θέλαμε σαν τρελές. Ρουβίτσες μας έλεγαν τότε.
Αυτό ήταν ο Σάκης. Η πρώτη επαφή μας με τον έρωτα. Έρωτας ήταν, αθώος, νεανικός. Και τώρα τι είναι;
Τώρα είναι αγάπη γι’ αυτό τον ακολουθούμε ακόμα, πιστά σε ό, τι κάνει. Έτσι είναι η φάση, ο πραγματικός έρωτας μετουσιώνεται σε αγάπη!
Μιας κι όμως μαντέψαμε προηγουμένως σωστά, πάμε να δούμε έναν ακόμα έρωτα που ήταν ο παιδικός μας, που μας έμαθε ότι ο έρωτας κρύβεται στα απλά, στα πρόχειρα κι όχι στο κραγιόν μας, εκείνον που μας στιγμάτισε, αφήνοντας στο κορμί μας το δικό του ανεξίτηλο σημάδι, γιατί όσα χρόνια κι αν περάσουν, εκείνον θα ζητάμε.
Κορκολής, ναι. Αυτόν τον θυμόμαστε με το επώνυμο. Όχι γιατί ήταν απρόσιτος, μα για να δώσουμε έμφαση στη γοητεία του. Ας το παραδεχτούμε ανοιχτά, πάντα έναν άντρα που θαυμάζουμε τον προσφωνούμε με το επώνυμό του, δηλώνοντας με τον τρόπο αυτό πόσο ξεχωριστός είναι για ‘μας. Κορκολής λοιπόν, άλλο μουσικό-ηχητικό-οπτικό ντελίριο.
Ο ήχος ο μελωδικός που ανάβλυζε καθώς τα δάχτυλά του χάιδευαν απαλά, ρυθμικά το πιάνο. Σκέτη απόλαυση. Τα ματιά του, το βλέμμα του, οι ξανθές μπούκλες του, θεόσταλτος άγγελος, που μας μάγευε και κάθε φορά που τραγουδούσε πως η καρδιά του λιώνει, έλιωνε κι η δική μας. Βαθύ συναίσθημα μας χάρισε, που ακόμα τότε δεν είχαμε βιώσει, αλλά μας έκανε να θέλουμε να ερωτευθούμε για να πονέσουμε, να ζήσουμε αληθινά! Ειλικρινής ήταν μαζί μας, μας έμαθε πως ο έρωτας πονάει. Πονάει πολύ, σαν σκορπιός που αφήνει το σημάδι του κι αναρωτιόμαστε γιατί, γιατί, γιατί απομακρύνεται, γιατί, γιατί γιατί δεν παραδίνεται και μετά· ανατριχιάζουμε. Μα έρχεται ο επόμενος και μας ψιθυρίζει μιλά μου, γελά μου, χαμογέλα μου κι εμείς, σχεδόν αυτόματα, υποκύπτουμε. Ψηλά έθεσε τον πήχη μας, μουσικά κι ερωτικά. Τον έχουμε μέσα στο μυαλό μας πάντα, τον αναζητούμε, θέλουμε να μας ερωτευτούν τόσο σκληρά, βαθιά, επώδυνα όσο μας τραγούδησε εκείνος.
Δύο καλλιτέχνες, άπειρα συναισθήματα και μια διαμάχη. Διαμάχη όχι δική τους, αλλά δική μας, των θαυμαστών τους. Ποιος ήταν ο καλύτερος; Ποιος ο πιο όμορφος, ή ο πιο ταλαντούχος; Και φυσικά αντί για ψήφους μετρούσαμε τα αρκουδάκια που πετούσαμε στη σκηνή, τα λουλούδια και τις κραυγές ενθουσιασμού. Μα μεγαλώσαμε πια, ωριμάσαμε και καταλάβαμε πως δε χρειάζεται να γινόμαστε σκόνη και θρύψαλα για ν’ αποδείξουμε ποιος είναι ο καλύτερος. Διότι έτσι σκορπίζουμε στους πέντε ανέμους τη μοναδικότητά τους. Έτσι ηρεμήσαμε. Καταλάβαμε πως τελικά η αγάπη που τους έχουμε δεν είναι παράξενη όπως πιστεύαμε, είναι αποτύπωμα. Αγάπη αποτύπωμα, που το χάραξαν στην ψυχή μας, εξίσου κι οι δύο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου