Λένε πως μερικές φορές η ζωή γράφει περίεργες ιστορίες, άλλοτε ευχάριστες κι άλλοτε δυσάρεστες. Όταν υπάρχει έρωτας στη μέση -και μάλιστα ένας έρωτας που περίμενε χρόνια ν’ ανθίσει και έδωσε μία δεύτερη ευκαιρία σε δυο ανθρώπους που πέρασαν πολλούς σκοπέλους για χάρη της αγάπης τους-, η έκπληξη είναι μάλλον ευχάριστη. Έρωτες σαν της Μαρίνας και του Αντώνη στον Σασμό είναι από εκείνους που δείχνουν πως όταν υπάρχει αληθινή αγάπη, η φλόγα δε σβήνει και το συναίσθημα μπορεί να κρατήσει, ακόμα κι αν περάσει μισή ζωή.

Ο Αντώνης είδε τη Μαρίνα πριν πολλά χρόνια τυχαία στον δρόμο. Την ερωτεύτηκε παράφορα από το πρώτο δευτερόλεπτο της γνωριμίας τους. Εκείνη τότε ζούσε τον έρωτά της με τον Μάρκο, κατόπιν προξενιού -όπως μάθαμε αργότερα. Ο Αντώνης, κι ας ήξερε για τον Μάρκο, υποσχέθηκε πως θα την κάνει δική του οριστικά, μία υπόσχεση που τελικά κράτησε και έφτασε μέχρι τέλους με έναν αρραβώνα, μία πρόταση γάμου και μία συγκατοίκηση. Ο Αντώνης ήταν, είναι και θα είναι για πάντα ο φύλακας άγγελός της.

Ακόμη κι όταν εκείνη δεν εμφανίστηκε στο ραντεβού τους στο σπίτι του αρκετό καιρό μετά τον χαμό του άνδρα της, εκείνος δεν πτοήθηκε  και δε σκέφτηκε ούτε για μια στιγμή να την αφήσει και να φτιάξει τη ζωή του. Δε θα μπορούσε άλλωστε να το κάνει αυτό, γιατί την αγαπούσε άνευ όρων και θα έκανε τα πάντα για να τη δει χαρούμενη, ήρεμη και ευτυχισμένη.

Πάντα δίπλα στην οικογένειά της, να την πολιορκεί μεν, χωρίς να τη φέρνει σε αμηχανία δε, με τον τρόπο του φρόντισε να της δείχνει το ενδιαφέρον του. Διακριτικά -ωστόσο- γιατί δεν ήθελε να την εκθέσει στα παιδιά της, την πεθερά της και την κλειστή κοινωνία του χωριού, της έδειχνε πως ό,τι και να γίνει θα την περιμένει καρτερικά και υπομονετικά. Όταν η Μαρίνα καιρό μετά του έδωσε το πράσινο φως, αποκαλύπτοντας τα αισθήματά της με τη στήριξη των παιδιών και της πεθεράς της, ο Αντώνης παρέμεινε διακριτικός.

Ο Αντώνης για τη Μαρίνα και η Μαρίνα για τον Αντώνη. Είναι ο ένας ο φύλακας άγγελος του άλλου, το ασφαλές σημείο του, το λιμάνι και το καταφύγιό του. Από την αγκαλιά που θα ανταλλάξουν ψαρεύοντας στη θάλασσα ή καθισμένοι στην αυλή, μέχρι τη συζήτηση που θα κάνουν για θέματα δύσκολα, δηλώνουν πως είναι παρόντες όχι μόνο στα εύκολα αλλά και στα ζόρικα. Άλλωστε, όπως της υποσχέθηκε ο Αντώνης στη μοναδική σκηνή του αρραβώνα τους με τρόπο αισθαντικό, τρυφερό και συγκινητικό, «θα είναι ο ίσκιος της, μαζί πάντα και στα καλά και στα άσχημα». Κι αυτό το απέδειξε όταν της στάθηκε στον θάνατο του γιού της, την απόπειρα αυτοκτονίας της κόρης της, Αργυρώς, στην ασθένεια της Αργυρώς και σε όσα άλλα δύσκολα ήρθαν στη ζωή της, που μόνο στρωμένη με ροδοπέταλα δεν ήταν.

 

 

Ήταν ένας έρωτας που πέρασε από 40 κύματα. Μετά τον θάνατο του γιου της, του Πετρή, η Μαρίνα κατηγόρησε τον Αντώνη για διαρροή του ψεύτικου άλλοθι που είχαν δηλώσει τα παιδιά της για να μην κατηγορηθεί ο γιος της για τον φόνο του Στεφανή Σταματάκη εξαιτίας ενός καβγά που είχαν για τα κτήματα που τελικά ο Στεφανής δεν του νοίκιασε, ενώ του τα είχε υποσχεθεί. Θύμωσε μαζί του, τον απέρριψε, ένιωσε προδομένη και πληγωμένη. Εκείνος όμως σαν βράχος ήταν εκεί, να τη στηρίζει ακόμη κι όταν δεν το ήθελε η ίδια, σεβόμενος πάνω απ’ όλα την τραγική κατάσταση στην οποία βρισκόταν ως μάνα.

Μάλιστα, ο θάνατος αυτός που τη βύθισε για πάντα στο πένθος συνέπεσε με την πρόταση γάμου που λίγο καιρό πριν της είχε κάνει με έναν πρωτότυπο τρόπο ο Αντώνης. Αντί για δαχτυλίδι, της χάρισε τη δεύτερη μεγάλη αγάπη του, ένα μπονζάι. Δυστυχώς όμως η ζωή είχε άλλα σχέδια. Η Μαρίνα μετά από μια επίθεση στο σπίτι της φεύγει με την κόρη της και το μπονζάι για τα Γιάννενα για μία καινούργια αρχή μακριά από την Κρήτη.

Η σχέση τους άντεξε και πάλι, με βιντεοκλήσεις, συνεχή τηλέφωνα και ξαφνικές επισκέψεις του Αντώνη. Η Μαρίνα επιστρέφει στην Κρήτη για τη δίκη του Αστέρη με την κόρη της, τον γαμπρό και τον εγγόνο της και λίγο καιρό μετά ανακοινώνει στον Αντώνη πως θα μείνει μόνιμα στο νησί. Μιλά στην Αργυρώ και τον Σταύρο για τον αστυνόμο της καρδιάς και επισημοποιούν τη σχέση τους με έναν μικρό αρραβώνα με παπά και κουμπάρα την παπαδιά. Εκεί, σε ένα τρυφερό στιγμιότυπο, της απαγγέλει ένα γλυκό ποίημα, και με τον τρόπο του της εκφράζει την αγάπη του και της λέει πως θα είναι ο ίσκιος του πάνω από τον δικό της. Και κάπου εκεί, κοινό και οικογένεια, λιώνουμε σαν κεράκια.

Ο έρωτας αυτός έχει θαυμασμό και συναίσθημα αληθινό. Είναι εκείνη η αγάπη που ανθίζει κι όσο περνούν τα χρόνια ωριμάζει, μεγαλώνει και γίνεται σαν παλιό καλό συλλεκτικό κρασί, με κυρίαρχα συστατικά την επικοινωνία, την εκτίμηση και τον σεβασμό. Την υπόσχεσή του, ο Αντώνης την κράτησε. Την έκανε οριστικά δική του, βασίλισσα στο σκάκι της ζωής του. Καιρό μετά, κι αφού άφησαν πίσω τους εμπόδια και φουρτούνες, πήγαν ένα ταξίδι στην Αθήνα για να περάσουν λίγο χρόνο μαζί μακριά από όλους και απ’ όλα, ξεχνώντας για λίγο τα προβλήματά τους. Σιγά-σιγά, Αντώνης και Μαρίνα αποφασίζουν να παντρευτούν. Ελπίδα όλων να μην υπάρχουν δυσάρεστα απρόοπτα για αυτό τον γάμο. Μένουν μαζί και πολλαπλασιάζουν κάθε μέρα την αγάπη τους.

Φυσικά, το ζευγάρι δε θα ήταν τίποτα χωρίς τους μοναδικούς και σπουδαίους Μαρία Πρωτόπαπα και Δημήτρη Ήμελλο. Δύο ταλαντούχοι ηθοποιοί που δημιούργησαν ένα υπέροχο δίδυμο, το οποίο μεταφέρει στο κοινό την αίσθηση της θαλπωρής και της ζεστασιάς, γι’ αυτό και έχει αγαπηθεί τόσο.

Ένα ζευγάρι που δείχνει ότι τελικά υπάρχουν έρωτες που κρατούν μια ζωή, όσες προκλήσεις κι αν αντιμετωπίσουν, όσα χρόνια κι αν μείνει ο ένας μακριά από τον άλλον. Ακόμη κι αν η ζωή τούς τα έφερε ανάποδα, τους χρωστάει το για πάντα μαζί. Κι αυτοί οι δύο το αξίζουν, γιατί δεν υπάρχει ο ένας χωρίς τον άλλον, είναι μία ψυχή σε δύο σώματα. Είναι δύο αντίθετα που βρήκαν τον τρόπο να συνυπάρξουν.

Ο έρωτάς τους μοιάζει βγαλμένος από παραμύθι, αυθεντικός, αγνός, με νοιάξιμο. Προσέχει ο ένας τον άλλον σαν κάτι εύθραυστο που κινδυνεύει να σπάσει. Ο ένας είναι εκεί για τον άλλο, να τον ηρεμήσει, να τον καθησυχάσει πως όλα θα πάνε καλά. Με έναν μαγικό τρόπο ο Αντώνης κατάφερε να επουλώσει τις πληγές της Μαρίνας με την άνευ όρων αγάπη του, το απάγκιο της στις φουρτούνες.

Ένας έρωτας πέρα για πέρα ρομαντικός και τρυφερός που έκανε το ποτέ «για πάντα», συγκινώντας και καθηλώνοντας με τα όμορφα λόγια και τις μικρές ή μεγάλες πράξεις αγάπης. Διότι, όταν χαμογελάνε ο ένας στον άλλον είναι σαν τους χαμογελάει ο κόσμος όλος. Τυχεροί όσοι έχουν βιώσει ή θα βιώσουν έναν τέτοιον έρωτα.

 

Πηγή φωτογραφίας

Συντάκτης: Μαριάννα Χατζή
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.