Καλές τηλεοπτικές σειρές που είχαν όντως να μας πουν κάτι, έχουν αναδείξει αρκετές φορές ηθοποιούς που ήταν πολύ ταλαντούχοι, αλλά ίσως όχι τόσο γνωστοί στο ευρύ κοινό. Τα τελευταία χρόνια, είναι σύνηθες ηθοποιοί που δούλευαν κυρίως στο θέατρο να εμφανίζονται στην τηλεόραση σε μικρούς ή και μεγαλύτερους ρόλους, καθηλώνοντας το κοινό με το ταλέντο τους. Ένας από αυτούς τους ηθοποιούς είναι ο Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης, ο οποίος έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό με έναν μικρό ρόλο στις «Άγριες Μέλισσες», εμφανίστηκε πέρσι ως πρωταγωνιστής στη σειρά «Η Μάγισσα» και φέτος επιστρέφει δυναμικά στη «Διάφανη Αγάπη» με έναν εξίσου ενδιαφέροντα πρωταγωνιστικό ρόλο.
Απόφοιτος του Εθνικού Θεάτρου, έχει προταθεί για το βραβείο «Δημήτρης Χορν». Όπως έχει παραδεχτεί ο ίδιος, υπήρξαν καθηγητές του στη σχολή που τον ενέπνευσαν και τον βοήθησαν να συνεχίσει. Σχετικά με την εκπαίδευση στο Εθνικό Θέατρο, έχει αναφέρει ότι, παρότι είναι σκληρή και πολύωρη, όταν κάποιος αποφοιτά από τη σχολή, έχει δυναμώσει και νιώθει σίγουρος για τα υποκριτικά του εργαλεία. Ο ίδιος μάλιστα σημείωσε ότι το Εθνικό είναι μια σχολή με σφαιρική παιδεία, την οποία απολάμβανε πολύ.
Όταν ρωτήθηκε αν η εισαγωγή του σε μία από τις πιο αναγνωρισμένες σχολές ήταν για εκείνον μια επιβεβαίωση, ο Παπαδοκωνσταντάκης δήλωσε: «Αν εννοείς ότι ήταν μια επιβεβαίωση για να συνεχίσω, φυσικά και ήταν – ακόμα, όμως, δεν είμαι σίγουρος. Το επάγγελμά μου έχει μια αβεβαιότητα, αλλά και ο ίδιος ο καλλιτέχνης πάντα είναι αβέβαιος για το αν αξίζει ή όχι, και ίσως τελικά αυτό είναι που μας κρατάει, αλλιώς είναι σαν να γνωρίζεις τα πάντα».
Ο ηθοποιός έχει παραδεχτεί ότι πολλές φορές έφτασε στα όριά του, ιδιαίτερα στο τρίτο έτος, όπου υπήρχε κούραση και εκνευρισμός, κάτι που συμβαίνει και σε μια πρόβα, ειδικά σε δουλειές υψηλού επιπέδου. Μάλιστα, είχε φτάσει στο σημείο να σκεφτεί να τα παρατήσει, αλλά τον στήριξαν οι συμμαθητές και οι φίλοι του.
Ο Μάρκος, με το καθηλωτικό βλέμμα και το κρητικό DNA, κέρδισε αμέσως το κοινό με το ταλέντο του. Είχε έναν μοναδικό τρόπο, μέσα από το βλέμμα του, να αποδίδει με εξαιρετική μαεστρία όλα τα συναισθήματα του ρόλου του. Θα μπορούσε να παίζει ακόμα και χωρίς να μιλάει, δίνοντας όμως τον παλμό του ρόλου στο κοινό όπως ακριβώς έπρεπε. Με ένα πλούσιο βιογραφικό, μετράει εξαιρετικές συνεργασίες τόσο στο θέατρο όσο και στην τηλεόραση. Εκτός από τις «Άγριες Μέλισσες» και τη «Μάγισσα» στον ANT1, έχει συμμετάσχει και σε άλλες σειρές της δημόσιας και ιδιωτικής τηλεόρασης, όπως «Αλέξανδρος & Δημήτριος Υψηλάντης» το 2021 στο Mega, «Η Ζωή εν Τάφω» το 2019 στην ΕΡΤ1 και «Μια Νύχτα του Αυγούστου» το 2022 στο ίδιο κανάλι.
Εκτός από την τηλεόραση, έχει ασχοληθεί ενεργά και με το θέατρο, όπου έχει υποδυθεί ρόλους σε πολλές παραστάσεις. Δείγματα της θεατρικής του δουλειάς είναι οι παραστάσεις «Ορφέας & Ευρυδίκη» το 2017, «Στέλλα Βιολάντη (Έρως Εσταυρωμένος)» το 2017, «Η Δασκάλα με τα Χρυσά Μάτια» το 2019, και «Δάφνις + Χλόη» το 2019. Μια από τις πιο σημαντικές στιγμές για τον ίδιο ήταν η υποψηφιότητά του για το βραβείο «Δημήτρης Χορν», την οποία μοιράστηκε με τους ανθρώπους που αγαπά.
Ως συμβουλή στους νέους συναδέλφους του, ο ίδιος προτείνει να σχεδιάζουν τις δουλειές τους. Όπως παραδέχεται, από τη συνεργασία του στη «Μάγισσα» έμαθε πολλά από τους εξαιρετικούς συναδέλφους του, αν και στην αρχή είχε λίγο φόβο για το πώς θα ήταν η εμπειρία της τηλεόρασης.
Όταν ρωτήθηκε αν είχε κάποιο δίλημμα για το αν θα συμμετείχε σε τηλεοπτική σειρά, παραδέχτηκε πως, δυστυχώς, είχε αυτό το δίλημμα, αλλά ένιωσε πως οι εποχές έχουν αλλάξει και «δεν πρέπει να παίρνουμε τους εαυτούς μας τόσο στα σοβαρά». Θεωρεί πως η νέα γενιά των ηθοποιών είναι πιο συνειδητοποιημένη και μακριά από συμπεριφορές «σταριλικιών». Δεν πιστεύει πως ισχύει ότι παίζοντας στην τηλεόραση ένας ηθοποιός χαλάει το υλικό του. Αντίθετα, πιστεύει πως η τηλεόραση βοηθάει πάρα πολύ το θέατρο, επειδή υπάρχει μεγαλύτερη τριβή με την κάμερα, κάτι που επίσης βοηθάει και τον κινηματογράφο. Όπως παραδέχεται, στην Ελλάδα δεν υπάρχει κινηματογραφική εκπαίδευση, αλλά κυρίως θεατρική, και η υποκριτική για τον κινηματογράφο είναι εντελώς διαφορετική.
Στον ελεύθερο χρόνο του, ασχολείται με τη μαγειρική και τη γυμναστική. Η σπεσιαλιτέ του είναι τα μακαρόνια με κιμά, αλλά μαγειρεύει και έθνικ κουζίνες. Θεωρεί μάλιστα πως η δουλειά του σχετίζεται με τη μαγειρική, καθώς πολλές φορές αστειεύεται με τους φίλους του ότι ο τρόπος με τον οποίο ένας ηθοποιός θα βοηθήσει το κοινό να καταλάβει έναν ρόλο είναι ίδιος με το πώς θα τους σερβίρει ένα φαγητό για να το γευτούν. Θεωρεί επίσης πολύ σημαντικό να φύγει ένας θεατής από μια παράσταση ικανοποιημένος, έχοντας δει έναν ρόλο που του αφύπνισε συναισθήματα. Αυτό, όπως παραδέχεται, είναι το καλύτερο δώρο που μπορεί να κάνει σε έναν άνθρωπο, καθώς όπως το φαγητό είναι βασικό, έτσι και ένας καλός ρόλος είναι ένα καλό έργο.
Όσον αφορά το πώς ασχολήθηκε με την υποκριτική, ο Παπαδοκωνσταντάκης παραδέχτηκε πως όταν ήταν μικρός, ήταν παπαδάκι και όλη αυτή η τελετουργία μέσα στην εκκλησία μοιάζει πολύ με την τελετουργία στο θέατρο. Σε συνέντευξή του ανέφερε πως θεωρεί ότι το τελετουργικό, το οποίο υπάρχει στα ιερά μυστήρια και στις λειτουργίες, συγγενεύει πολύ με την τέχνη και με το θέατρο. «Υπάρχει μια σύνδεση με την τέχνη. Υπάρχει μια μυσταγωγία την οποία εντοπίζει στη λατρεία και στο Θείο ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης», σημειώνει. Παραδέχεται πως του άρεσε πολύ η ποίηση. Όταν η δασκάλα του, Φιλαρέτη Κομνηνού, ρώτησε στη σχολή γιατί τα παιδιά αποφάσισαν να γίνουν ηθοποιοί και αν συνάντησαν αντιδράσεις από τους γονείς τους εξαιτίας της αβεβαιότητας του επαγγέλματος, εκείνος απάντησε πως οι γονείς του τού είπαν ότι ή θα γίνει καλός ηθοποιός ή θα φύγει από το σπίτι, και του ευχήθηκαν να τα καταφέρει.
Στη ζωή του κυριαρχεί το χιούμορ. Σε συνέντευξή του έχει πει μάλιστα πως θα ήθελε να του πετάξουν ντομάτες στο θέατρο. Αναμφίβολα, ο Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης είναι ένας από τους ηθοποιούς της γενιάς του που αποτελεί το μέλλον, όχι μόνο του θεάτρου αλλά και της τηλεόρασης, και σίγουρα ήρθε για να ξεχωρίσει και να εντυπωσιάσει το κοινό με το ταλέντο του.