O Γιάννης Τσορτέκης που φέτος καθήλωσε το κοινό μέσα από τη σειρά «Μαέστρο» στον ρόλο του Χαράλαμπου και του Γιώργη στη σειρά «Αυτή η νύχτα μένει», δε μας συστήθηκε φέτος. Έχει διακριθεί και βραβευτεί για τη σπουδαία του καριέρα, ενώ ξεκίνησε την πορεία του 30 και, χρόνια πριν.
Γεννημένος το 1967 στο Νέο Ψυχικό, τη γειτονιά που όπως λέει, αγαπά κι αρνείται ν’ αλλάξει μέχρι και σήμερα, αναφέρεται στην παιδική του ηλικία ως «έντονη, γεμάτη από αναμνήσεις. Θυμάμαι πόσο ποθούσα να παίζω με οτιδήποτε συνεχώς κι ακατάπαυστα. Στην πλατεία που παίζαμε μπάλα, στους δρόμους που κόβαμε τα νεράντζια και τα πετούσαμε ο ένας στον άλλο και τα καλοκαίρια στο χωριό της μάνας μου που τρέχαμε όλη τη μέρα έξω ακολουθώντας άλλα παιδιά που βγάζανε τις γίδες για σκάρισμα και που κάναμε ολόκληρα κομβόι ο ένας πίσω από τον άλλο κάνοντας τα αυτοκίνητα με αυτοσχέδια τιμόνια από στεφάνια από βαρέλια και κλαδιά από καστανιές, κορνάροντας και μιμούμενοι τις μηχανές των αυτοκινήτων που θαυμάζαμε», αναφέρει στο catisart.
Είναι απόφοιτος του Εθνικού Θεάτρου και του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών στην Πάτρα κι αριστούχος απόφοιτος του Εθνικού Θεάτρου. Ωστόσο, ο ίδιος έχει πει πως έγινε ηθοποιός εντελώς τυχαία, χωρίς να έχει μοιραστεί με κανέναν ότι ήθελε ν’ ακολουθήσει αυτό το επάγγελμα. Ένας φίλος του τον παρότρυνε να δώσει εξετάσεις στο Εθνικό, ενώ είχε κάνει ήδη ένα εργαστήριο με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό και τον Άκη Δαβή, που όπως έχει πει στην popaganda αργότερα κατάλαβε «πόσο σοβαρή υπόθεση ήταν». Στην ίδια συνέντευξή του εξηγούσε πως παρ’ όλο που αποφοίτησε ως αριστούχος από τη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου στην οποία κατάφερε να μπει απροετοίμαστος, δε συνέχισε να δουλεύει εκεί. «Εθιμοτυπικά παίρνουν τους αριστούχους αμέσως σε παραστάσεις. Εμένα όμως όχι. Ντρεπόμουν να ρωτήσω γιατί. Πάλι τα ίδια όμως, φίλοι με πίεσαν να ρωτήσω, οπότε ζήτησα να δω τον διευθυντή, δε με άφησε, τελικά άνοιξα μόνος μου την πόρτα και του λέω: Κύριε, τελείωσα φέτος με άριστα. Μου έχουν πει ότι εθιμικού δικαίου όλοι οι αριστούχοι απορροφώνται σε παραστάσεις. Και τι μου λέει ο “θεός”; “Κι εγώ στην Καισαριανή γεννήθηκα. Κάτι θα κάνεις κι εσύ στη ζωή σου.” Κι έφυγα. Όσο έπαιξες εσύ τότε, άλλο τόσο έπαιξα κι εγώ. Μόνο μία φορά έπαιξα στο Εθνικό επειδή επέμενε ο συγχωρεμένος ο Βογιατζής, με ήθελε σε μια παράστασή του», συμπλήρωσε στη συνέχεια.
Μετρά ήδη 32 χρόνια στον χώρο της υποκριτικής και παρότι στο θέατρο και τον κινηματογράφου η παρουσία του είναι έντονη, στην τηλεόραση έχει κάνει πολύ λίγες δουλειές. Εμφανίστηκε πρώτη φορά στη σειρά Κρεσέντο που παρουσιάστηκε στο Star την τηλεοπτική σεζόν 2007, με πρωταγωνιστές την Εβελίνα Παπούλια, τον Άλκη Κούρκουλο και τον Τόνι Δημητρίου. Όπως και φέτος έτσι και τότε, ο Γιάννης Τσορτέκης είχε διπλή τηλεοπτική παρουσία. Την ίδια τηλεοπτική σεζόν στον Alpha παρουσιάστηκε η τηλεοπτική μεταφορά του μυθιστορήματος του Μ. Καραγάτση, Το 10, σειρά μέσα από την οποία έγινε ευρύτερα γνωστός ο Γιάννης Τσορτέκης. Αργότερα ήρθε ο γκεστ ρόλος του ως Σωκράτης στη σειρά «Μην Αρχίζεις τη Μουρμούρα» του Άλφα. Έπειτα ήρθαν το «Έρωτας μετά», το Καρτ Ποστάλ της ΕΡΤ, η «Σκοτεινή Θάλασσα», το «Αυτή η Νύχτα Μένει» και φυσικά το Μαέστρο του Χριστόφορου Παπακαλιάτη στο Mega. Περισσότερο έντονη είναι η παρουσία του στον κινηματογράφο με μια πληθώρα ταινιών, από το 2001 και την ταινία «Σώσε με», μέχρι την «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς». Ο ίδιος άλλωστε είχε πει σε συνέντευξή του ότι νιώθει πιο άνετα στον κινηματογράφο από το θέατρο, ενώ «Αν με ρωτούσες πριν μερικά χρόνια δε θα είχα την ίδια απάντηση».
Στην ταινία «Η Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς» έγινε η πρώτη του συνάντηση με τον Βασίλη Μπισμπίκη τη χημεία του με τον οποίο απολαμβάνουμε φέτος στη σειρά του Alpha «Αυτή η νύχτα μένει». Ο ίδιος έχει συμπληρώσει σε δηλώσεις του: «Έχω δουλευτεί μέσα στο θέμα του κινηματογράφου από πολύ μικρός, με μεγάλη προσοχή και φροντίδα απ’ όλους τους γύρω μου. Αυτό που συμβαίνει στο σινεμά, αυτό το “πάμε τώρα!” και τελείωσε, μου ανοίγει τον ορίζοντα του στοιχείου της επιβίωσης στη στιγμή, που δεν επιδέχεται πολλών ερμηνειών. Είναι το “τώρα”. Όποια επιλογή κι αν κάνεις, έχει ήδη γίνει παρελθόν. Αυτό δεν το έχεις στο θέατρο- έχεις μια διαδικασία αναπαράστασης. Επίσης, είχα πάντα τις καλύτερες σχέσεις με τους ανθρώπους του κινηματογραφικού συνεργείου. Με θεωρώ εργάτη από όλες τις πλευρές.»
Το 2021 ήταν υποψήφιος και για το βραβείο καλύτερου Β΄Ανδρικού Ρόλου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου για τον ρόλο του στην ταινία «Η Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς». Έχει βραβευτεί στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Filmapalooza στο Las Vegas των ΗΠΑ για την ερμηνεία του στην ταινία “11“. Το 2009 απέσπασε το βραβείο Κάρολος Κουν για την ερμηνεία του στη «Μαύρη Γαλήνη» του Δ. Μαρωνίδη.
Ωστόσο και παρά τις διακρίσεις δεν ήρθαν όλα εύκολα. Υπήρξε αρκετά δύσκολος ο βιοπορισμός του αν και δεν τον σταμάτησε αυτό: «Δεν κάνω τη δουλειά του ηθοποιού για βιοπορισμό. Εξ αρχής ένιωσα ότι αν αυτό που κάνω το βάλω σε ισοζύγιο οικονομικής απολαβής, θα στερέψει με τη μία. Έκανα δουλειές στις οποίες δεν πληρώθηκα καλά ή δεν πληρώθηκα καθόλου. Όταν ξεκίναγα το 1990, στα θέατρα όπου βρέθηκα βάζαμε λεφτά από την τσέπη μας» δήλωσε στον Άρη Καβατζίκη και την εκπομπή «Πάμε Δανάη» και συμπλήρωσε ότι για να βιοποριστεί μοίραζε κοινόχρηστα σε πολυκατοικίες κι έκανε διανομή πετρελαίου με βυτίο. Παραδέχτηκε ότι υπήρξαν δουλειές που ζορίστηκε ακραία, αλλά ποτέ δεν τις άφηνε στη μέση. «Και το ζόρι απόλαυση είναι», είπε χαρακτηριστικά.
Για τον ρόλο του στο «Maestro» έχει δηλώσει: «Είμαι εντελώς διαφορετικός στην πραγματική ζωή μου. Δεν έχουμε καμία σχέση με τον καλό μου σύντροφο στο Maestro. Δεν έχω τα θέματα που έχει ο Χαράλαμπος. Γι’ αυτό δυσκολεύτηκα να ταξιδέψω μαζί μ’ αυτόν. Η δυσκολία ήταν να μπορέσω να το διαχειριστώ, να δω από πού εκπορεύεται μια τέτοια συμπεριφορά. Πώς ένας άνθρωπος φτάνει σ’ αυτό το σημείο.» Ενώ για το σκηνικό στο «Αυτή η νύχτα μένει» δήλωσε: «Δεν είναι του γούστου μου αυτά τα μαγαζιά. Μια φορά έχω βρεθεί στη ζωή μου, με πήγανε. Στη Θεσσαλονίκη ήταν και βρεθήκαμε σ’ ένα μαγαζί που τραγουδούσε ο Κώστας Καφάσης (αν έχετε ακούσει το Γέλα Κυρία Μου καταλαβαίνετε). Κάπου κοντά στον σταθμό. Εκεί είδα πρώτη φορά τους τύπους με τις φουσκωμένες τσέπες από τα πεντοχίλιαρα. Άλλη κατηγορία ανθρώπων. Βέβαια, υπό ιδιαίτερες συνθήκες εξαφανίζεται κάθε ιδιότητα κι ο άνθρωπος γίνεται η στιγμή. Αν τους έβλεπες έξω αυτούς τους τύπους, μπορεί να τους έλεγες ξοφλημένους. Εκεί μέσα όμως ήταν κάτι άλλο. Ανάλογες καταστάσεις έχω δει και στα πανηγύρια στο χωριό μου. Αν αντιληφθείς τις λεπτομέρειες του ρόλου σου, μετά πρέπει να τις διαπραγματευτείς. Να είσαι ενεργός. Η οδηγία δεν παίζεται. Πρέπει να έχεις ένστικτο να δημιουργήσεις την περσόνα.»
Αξιοσημείωτο είναι πως ο Γιάννης Τσορτέκης, δε δηλώνει ηθοποιός αλλά εργάτης που δίνει σημασία στις ουσιαστικές συνδέσεις των ανθρώπων κι όχι στης επιφανειακές δημόσιες σχέσεις. «Για ποιο λόγο να είμαι σνομπ; Απλώς, η στάση ζωής μου δεν είναι να κάνω δημόσιες σχέσεις. Δε θέλω να πρέπει να έρθω στο μπαράκι για να μου δώσεις έναν ρόλο. Αν με αναζητά κάποιος, μπορεί να με βρει. Ή μπορεί να μην μπορεί. Για μένα μετράνε οι ανθρώπινες σχέσεις κι η επιθυμία των ανθρώπων να συνεργαστούμε. Ένας εργάτης δηλώνω. Δε θέλω να λέω ότι είμαι ηθοποιός.» Την προσωπική του ζωή επιλέγει να κρατά μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Είναι πατέρας ενός δεκαοκτάχρονου αγοριού και μιας δεκάχρονης κόρης που υπεραγαπά, και συμβουλεύει όπως λέει να κάνουν όσα πράγματα λατρεύουν στη ζωή τους.
Ο Γιάννης Τσορτέκης δεν έχει στην πλάτη του μόνο μια σημαντική πορεία στον χώρο του θεάτρου, της τηλεόρασης και του κινηματογράφου. Πάνω από όλα είναι ένας αυθεντικός ροκάς που μοιάζει να ζει έχοντας βρει το μυστικό τι σημαίνει να ζει κανείς με ταλέντο και να πορεύεται με ουσία.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου