Ο όρος Cass που προτάθηκε για πρώτη φορά το 1979, είναι ένα ευρέως αναγνωρισμένο πλαίσιο για την κατανόηση και τη διαδικασία γνωστοποίησης στον περίγυρο της σεξουαλικής ταυτότητας κάποιου ατόμου. Αυτό το μοντέλο χαρακτηρίζεται από έξι στάδια, τα οποία δεν ακολουθούν πάντα την ίδια σειρά, αλλά εξαρτώνται από τον χαρακτήρα του κάθε ατόμου:
1) Σύγχυση ταυτότητας
Στα αρχικά στάδια της διαπίστωσης της διαφορετικής σεξουαλικότητας, μπορεί να γεννηθεί σύγχυση κι αβεβαιότητα. Μπορεί βιώνοντάς την το άτομο να μην αποδεχτεί τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, την ομοφυλοφιλική του δηλαδή ταυτότητα, να αισθάνεται διαφορετικό, να μην μπορεί να ξεδιαλύνει τα συναισθήματά του κι αυτό να του δημιουργεί ένα συναισθηματικό μπέρδεμα, μια εσωτερική σύγκρουση, ψάχνοντας παντού επιβεβαίωση ότι είναι ετεροφυλόφιλο. Ακόμα κι αν έχει κάποιες εμπειρίες με άτομα του ίδιου φύλου, μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του «straight» που πειραματίζεται ή που έχει κάποιες ομοφυλόφιλες φαντασιώσεις. Στην περίοδο αυτή, μπορεί να διεκδικήσει σχέσεις με άτομα του αντίθετου φύλου, πιστεύοντας πραγματικά ότι το «ξεγελάει».
2) Σύγκριση ταυτότητας
Σ’ αυτό το στάδιο, τα άτομα αρχίζουν να αποδέχονται την πιθανότητα της ομοφυλοφιλίας τους, να συγκρίνουν τον εαυτό τους με άλλα άτομα και ν’ αναζητούν πληροφορίες για διαφορετικούς σεξουαλικούς προσανατολισμούς. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την αναζήτηση ομάδων υποστήριξης ή τη συζήτηση με φίλους και συγγενείς. Ίσως να προσπαθούν να δώσουν μια εξήγηση σ’ αυτό που τους συμβαίνει ή να προσπαθούν να αρνηθούν ότι η ομοφυλοφιλία αποτελεί την κεντρική τους ταυτότητα. Άλλοι ίσως να αποδέχονται την ταυτότητά τους αυτή αλλά να προσπαθούν να κοντρολάρουν την έκφρασή της με το να παντρεύονται, για παράδειγμα, κάποιο άτομο του αντίθετου φύλου. Τέλος κάποιοι, μπορεί να προσπαθούν να πιέσουν τους εαυτούς τους να αποκτήσουν μια ετεροφυλόφιλη ταυτότητα λόγω συναισθημάτων ενοχής ή ντροπής που βιώνουν.
3) Ανοχή ταυτότητας
Το άτομο σε αυτό το στάδιο αποδέχεται περισσότερο τη σεξουαλικότητά του κι αντιλαμβάνεται ότι υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι που νιώθουν έτσι, επομένως, αρχίζει και βρίσκει ομορφιά στην ομοφυλόφιλή του ταυτότητα. Αρχίζει ν’ αποκαλύπτει την ταυτότητά σου σε έμπιστα άτομα και να σπάει την απομόνωσή του προσεγγίζοντας άλλους ομοφυλόφιλους. Στο στάδιο αυτό, μπορεί ακόμα να συνυπάρχουν συναισθήματα ντροπής και δυσφορίας ή εσωτερικευμένης ομοφοβίας, αλλά αρχίζει να αποκτά μια πιο θετική εικόνα εαυτού.
4) Αποδοχή ταυτότητας
Συμβαίνει η μετάβαση από την απλή ανοχή της σεξουαλικής ταυτότητας του ατόμου στην αποδοχή. Η ομοφυλόφιλη ταυτότητα βιώνεται από το άτομο ως κάποια φυσική και θετική πτυχή του εαυτού του παρά σαν κάτι το οποίο πρέπει να ανεχτεί. Η συναναστροφή με την ομοφυλόφιλη κοινότητα αυξάνεται και το άτομο προσπαθεί ν’ αντιμετωπίσει την εσωτερική ένταση που απορρέει από τη μη συμμόρφωση με τα «κοινωνικά πρότυπα». Στο στάδιο αυτό, αρχίζει να μοιράζεται την ταυτότητά του με την επιλεκτική γνωστοποίησή της στον περίγυρο. Το άτομο ίσως να χρειάζεται βοήθεια στο ν’ αποφασίσει το πώς, πότε και σε ποιους ν’ αποκαλύψει τη σεξουαλική του ταυτότητα.
5) Υπερηφάνεια ταυτότητας
Το άτομο αναπτύσσει μια αίσθηση υπερηφάνειας για τη σεξουαλική του ταυτότητα και μπορεί να εμπλακεί σε ακτιβισμό ή εργασία υπεράσπισης. Αισθάνεται ότι ο περίγυρός του πρέπει να μάθει «ποιος πραγματικά είναι». Το άτομο αγκαλιάζει την gay κοινότητα. Πιθανώς να υπάρχει ο διαχωρισμός «εμείς» (gay) κι «αυτοί» (straight).
6) Σύνθεση/συγχώνευση ταυτότητας
Το άτομο ενσωματώνει τη σεξουαλική του ταυτότητα με τις άλλες πτυχές του εαυτού του. Δε βλέπει πλέον τη σεξουαλικότητά του σαν κάτι ξεχωριστό από την ολότητα της ταυτότητάς του. Έτσι, γίνεται μέρος του εαυτού του. Ο διαχωρισμός «εμείς» κι «αυτοί» καταλύεται.
Παρ’ όλο που το μοντέλο αυτό διατυπώθηκε πριν από αρκετά χρόνια, πολλοί σύγχρονοι θεραπευτές θεωρούν ότι εξηγεί ικανοποιητικά τη διαμόρφωση της σεξουαλικής ταυτότητας χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι αποτελεί μια «απόλυτη εξήγηση». Επιπλέον είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν περνούν όλοι από όλα αυτά τα στάδια ή δεν τα βιώνουν με την ίδια σειρά. Επίσης κι η διαδικασία της εξόδου του ευρέως γνωστού ως coming out, μπορεί να είναι περίπλοκη και διαφορετική για κάθε άτομο και να πάρει χρόνια ή και δεκαετίες. Επιπλέον, ορισμένα άτομα μπορεί να αντιμετωπίσουν προκλήσεις κι αρνητικές αντιδράσεις κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, κάτι που μπορεί να επηρεάσει τη συνολική εμπειρία τους. Συνολικά, το μοντέλο παρέχει ένα χρήσιμο πλαίσιο για την κατανόηση του ταξιδιού της αυτοανακάλυψης και της αποδοχής της σεξουαλικής ταυτότητας ενός ατόμου.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου