Κι αν ο έρωτας από μόνος του είναι φως, λάμψη κι ηλιαχτίδα, υπάρχει μια σκοτεινή πλευρά του που εύχεσαι να μη δεις και να μην τη ζήσεις. Εκείνοι οι απαγορευμένοι, ανεκπλήρωτοι, ανομολόγητοι έρωτες που ζουν στην αφάνεια, βυθίζονται στα σκοτάδια και στο τέλος πεθαίνουν πριν καν γεννηθούν.
Τους βαφτίσαμε απαγορευμένους γιατί τους κρατήσαμε μόνο στη σκέψη μας, τους ονομάσαμε ανομολόγητους γιατί τους κλείσαμε στην καρδιά μας και πετάξαμε το κλειδί αντί να το προσφέρουμε εκεί που πραγματικά ανήκει και τέλος τους πεθάναμε γιατί πιστέψαμε πως έτσι πράττουμε το σωστό και το πρέπον απέναντι σε εκείνους, απέναντι σε όλους αυτούς που βρίσκονται γύρω μας.
Αυτοί οι έρωτες κρύβουν τον μεγαλύτερο πόνο, θλίψη κι απογοήτευση. Γεννήθηκαν χωρίς εγωισμούς, δε νοθεύτηκαν σε καμία καθημερινότητα, δε φθάρθηκαν γιατί απλώς δεν έγιναν πραγματικότητα. Και όλο αυτό αφήνει όνειρα, επιθυμίες και μετέωρα γιατί. Τα γιατί εκείνου που τους ζει και που ίσως είναι μόνο στη δική του σκέψη.
Κανείς δεν έμεινε να τους περιμένει. Όσο έντονο και να ‘ναι το συναίσθημα σε αναγκάζει να το θάβεις και να προχωράς. Να ζεις βαθιά με αυτό και να συνεχίζεις τη ζωή σου. Ξέρεις πως πάντα –γιατί εδώ το πάντα το έχεις ανάγκη να σε κρατήσει– θα είναι μισό. Θα είναι μια άνιση μάχη, γεμάτη ερωτηματικά. «Τι θα γινόταν αν το ομολογούσαμε, πώς θα ήταν αν το ζούσαμε, γιατί δεν το τολμήσαμε;». Κι όταν τα ζητούμενα δεν εκπληρώνονται γίνονται απωθημένα. Άλλο ένα αγκάθι στη ψυχή.
Ξέρετε πόσο εύκολα μπορούμε να «πέσουμε» στην παγίδα του ανεκπλήρωτου, καταλήγοντας να χάνουμε κομμάτια του εαυτού μας; Αφιερώνουμε τη σκέψη μας, χρόνο από τον χρόνο μας για να «παρακολουθούμε» τη ζωή του άλλου. Δε μας αρέσει τίποτα άλλο συναισθηματικά και ζούμε μόνοι μας περιμένοντας αλήθεια. Τι; Τίποτα. Ζεις έναν έρωτα μονόπλευρο. Καρδούλες, πεταλούδες και σφίξιμο στο στομάχι που σου αποδεικνύουν πώς νιώθεις. Ξεπερνάς τον εαυτό σου. Κλαις ακούγοντας ένα τραγούδι που μπορεί να σου τον θυμίζει, κάνεις τα social δεύτερο σπίτι σου ψάχνοντάς το πρόσωπο, κοινοποιείς παρουσίες ελπίζοντας πως θα τις δει. Και ξέρεις πως όλο αυτό είναι οδυνηρό, αλλά έχεις πάντα μια δικαιολογία που λέει «ας είναι καλά κι ας το ζω από μακριά». Πόσο ανιδιοτελή αγάπη τελικά κλείνουν μέσα τους αυτοί οι έρωτες!
«Για σένανε μπορώ» έλεγε ένα παλιό τραγούδι. Κι κείνοι οι άλλοι, της απέναντι πλευράς, δε θα μάθουν ποτέ τι είμαστε ικανοί να κάνουμε. Κι ίσως εδώ να είναι η παγίδα των συνεπειών ενός απαγορευμένου έρωτα. Παιδευόμαστε στον έρωτα χωρίς ανταπόκριση, στον έρωτα που δεν υπάρχει το αμοιβαίο. Βιώνουμε τον πόνο, ακριβώς γιατί δεν μπορούμε να ζήσουμε τη σχέση που θα αποδείξει αν άξιζε να το κάνουμε, χάνουμε το δικαίωμα να πιστέψουμε σε αγκαλιές που θα έρθουν αλλά θα τις διώξουμε ως μη επιθυμητές, και τέλος ζούμε τη φαντασίωση μη γνωρίζοντας αν το πρόσωπο του πόθου μας θα ήταν το ίδιο ανταποδοτικό σε έναν έρωτα.
Εκείνο που πρέπει να πιστέψουμε είναι πως δεν είναι αμαρτία, δεν είναι παράλογο, δεν είναι ανήθικο. Είναι η δική μας και μόνο λαχτάρα για έναν έρωτα χωρίς ανταπόκριση. Δε είμαστε υπόλογοι σε κανέναν παρά μόνο στον εαυτό μας. Συνήθως όταν περάσει ο καιρός και η δύναμη του ασθενήσει, ίσως μπορέσουμε να τον εξομολογηθούμε. Τις περισσότερες φορές όμως θα είναι μια φωτιά που θα καταλαγιάζει και θα ξαναφουντώνει ανάλογα με το πώς εμείς θα περιπλέκουμε τις ζωές μας. Και έτσι θα έρχονται μέρες που θα περνάνε πασχίζοντας να μη θυμόμαστε και νύχτες που θα ξημερώνουν με σκέψεις που θα μας βαραίνουν. Πόσο άτυχοι μέσα στην τύχη να το νιώσουμε!
Αυτοί οι έρωτες δεν πεθαίνουν. Και γίνονται δύναμη και αυτή τη δύναμη τη μετατρέπουμε σε δημιουργία στον εαυτό μας. Αυτοί οι έρωτες κάνουν τη λήθη αντοχή. Μαθαίνουμε εμάς μέσα από την άρνηση και αυτό είναι μάθημα ζωής. Αυτούς τους έρωτες δεν τους ακουμπάει η καθημερινότητα. Δε φοβόμαστε να μην τελειώσουν γιατί απλώς δεν άρχισαν ποτέ. Ο έρωτας αυτός μας μαθαίνει να ζούμε και να αγαπάμε από απόσταση, να ζουν τα δικά μας μυστικά.
Ο Μενέλαος Λουντέμης είχε πει «Αγαπώ θα πει εγώ αγαπώ. Το τι κάνει ο άλλος είναι δική του δουλειά». Ευλογία ή κατάρα που ποτέ δε θα αποκαλυφθεί οι απαγορευμένοι έρωτες. Έρωτες που γεννήθηκαν χωρίς αρχή και τέλος. Έρωτες που ο χρόνος δεν τους ακούμπησε και έφεραν πόνο και ψυχή που έψαχνε να ξεδιψάσει. Δεν κλείστηκαν σε ζωές, δεν κοιμήθηκαν σε κρεββάτια, δεν ένιωσαν τι είναι να πεθαίνεις από έρωτα. Δε βάλανε πρέπει και μη και πέρασαν στην αιωνιότητα. Ίσως αυτό να είναι και το μυστικό τους. Να είναι απαγορευμένοι για να μπορούμε να τους εξυμνούμε. Γιατί ακόμη και αυτοί οι έρωτες αξίζουν μια θέση στο πάνθεό της αιωνιότητας.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.