Η μισή Ελλάδα καίγεται κι η άλλη μισή πνίγεται. Και πάνω που λες πως δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα άλλο, σκάει η είδηση μιας νέας γυναικοκτονίας. Χθες στη Θεσσαλονίκη, σε ένα διαμέρισμα του 6ου ορόφου της οδού Κομνηνών 27, ένας αστυνομικός εισέβαλε πρωί-πρωί με μια κυνηγετική καραμπίνα και σκότwσε την εν διαστάσει σύζυγό του, βάζοντας έπειτα τέλος στη ζωή του.
Φοβάμαι πως δε θα έχει τέλος αυτή η ιστορία. Γράψαμε, ξαναγράψαμε και τρέμω πως θα συνεχιστεί αυτό το μοτίβο σε ένα βαρέλι χωρίς πάτο. Συχωράτε μου την οργή και τον θυμό αλλά ειλικρινά δεν πάει άλλο. Δεν πάει άλλο ρε φίλε. Μάλιστα, διαβάζοντας την είδηση χθες, ένιωθα πως κάτι δε μου κολλάει. Βλέπεις, όλα τα μέσα μιλούσαν για ένα ζευγάρι που χώρισε συναινετικά, που μοίρασε τις υποχρεώσεις και κατά μαρτυρία των γειτόνων δεν υπήρχαν φωνές ή ενδοοικογενειακή βία. Για να είμαι ειλικρινής, περίμενα το «τυράκι» καθώς ήταν πολύ καλά για να είναι αληθινά όλα αυτά. Κι ήρθε, μαζί με τα πρωινά νεότερα της σημερινής μέρας, όταν βγήκαν στο φως οι πληροφορίες πως ο δράστης δεν ήθελε να χωρίσουν και πως εδώ και καιρό είχε προβεί σε απειλές. Και κάπως έτσι, κουμπώνει το κομμάτι στο παζλ.
Έχω θυμό. Πολύ θυμό κι οργή. Θυμό γιατί πρέπει να μάθουμε να διαχειριζόμαστε τους χωρισμούς μας. Δηλαδή, φτάνουμε στο σημείο να σκεφτόμαστε πως αν είναι να παντρευτούμε, ή έστω να δεσμευτούμε, θα πρέπει να ζητάμε να περνάμε όλοι από ψυχολογικά τεστ, να έχουμε ένα χαρτί ικανότητας σχέσης. Τέρμα τα πάθη και οι μεγάλοι έρωτες.
Έχω θυμό και για την αυτοχειρία. Όχι ρε. Να μείνεις ζωντανός, να σε πεθάνουν οι τύψεις. Να λιώσεις στην εικόνα μιας αιμόφυρτης χωρίς ζωή γυναίκας που εσύ ευθύνεσαι για την κατάστασή της. Τα μάτια να τσούζουν από την αϋπνία επειδή οι Ερινύες θα σε κατατρώνε. Βρήκαμε την καραμέλα που λέγεται «μαζί στη ζωή, μαζί και στον θάνατο». Μόνο που τον δικό μας θάνατο δεν έχετε το δικαίωμα να τον επιλέξετε όπως εσείς γουστάρετε. Θέλεις να βάλεις τέλος στη ζωή σου από τον πόνο ενός χωρισμού- είναι παραίτηση από τη ζωή, είναι ηθικά αμφισβητήσιμο αλλά εδώ που τα λέμε, δικαίωμά σου. Μια άλλη ζωή, όμως, δεν έχεις κανένα δικαίωμα να την τελειώσεις.
Ούτε αντέχεται άλλο αυτή η καραμέλα για παθολογική ζήλια που έχει τις ρίζες της στην υπερβολική αγάπη. Σας τη χαρίζουμε τέτοια αγάπη. Ανασφάλεια, χαμηλή αυτοεκτίμηση και συμπλέγματα κατωτερότητας δεν είναι υποχρεωμένος κανείς να θεραπεύσει για τον άλλον. Τράβα να λάβεις βοήθεια. Κι αν έχεις ανικανότητα να αγαπήσεις, μη σχετίζεσαι πριν λύσεις τα θέματά σου. Γιατί για να αγαπήσει κάποιος θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι το υποκείμενο της αγάπης του είναι μια ξεχωριστή οντότητα κι όχι υποχείριο ή προέκταση του εαυτού του.
Ακούμε τους ψυχολόγους να αναφέρονται στο προφίλ του αυτόχειρα συζυγοκτόνου για κάθε έναν από αυτούς που δεν ήταν και λίγοι τα τελευταία χρόνια. Διαβάζοντας ένα εξαιρετικό άρθρο του κ. Θεόδωρου Παπαγαθονίκου, Ψυχολόγου, Ψυχαναλυτή με θέμα «Γυναικοκτονία. Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση» βρήκα πως μεταξύ άλλων ανέφερε για το προφίλ των συζυγοκτόνων:
«Οι άντρες αυτοί παρουσιάζονται αρχικά ως πολύ περιποιητικοί και φροντιστικοί. Είναι «πάντα εκεί», πρόθυμοι να ικανοποιήσουν όλες τις ανάγκες της συντρόφου τους. Ωστόσο, αυτό είναι ψεύτικο. Η δοτικότητα του «κακοποιητικού άντρα» δεν αντανακλά ένα πηγαίο κι αυθεντικό αίσθημα αγάπης κι ευγνωμοσύνης, αλλά είναι μια προσπάθεια να αποκομίσουν δευτερογενή οφέλη. Με άλλα λόγια, δίνουν, όχι γιατί επιθυμούν να δώσουν, αλλά γιατί επιθυμούν να σαγηνεύσουν το αντικείμενο αγάπης. Η εσωτερική ανασφάλεια, τα αισθήματα κατωτερότητας κι η έλλειψη αυτοπεποίθησης του γυναικοκτόνου, αντανακλούν τη ναρκισσιστική του ευαλωτότητα. Ένα ναρκισσιστικά ευάλωτο άτομο νιώθει συνέχεια απειλή, ταπείνωση και φόβο. Νιώθει συνεχώς να βρίσκεται κάτω από απειλή και βιώνει έντονη ζήλεια». Στον παρανομαστή κάθε γυναικοκτονίας βρίσκεται η επιθυμία ολοκληρωτικής κατοχής κι απόλυτου ελέγχου της γυναίκας. Ο άντρας κακοποιητής τρομάζει να σχετιστεί μαζί της ελεύθερα, αυθόρμητα κι αυθεντικά μέσα από την ολότητα της ύπαρξης του. Αρνείται να δει ότι η γυναίκα υπάρχει ανεξάρτητα από τον ίδιο και επιθυμεί να τη θέσει κάτω από τον σαδιστικό του έλεγχο. Όταν αντιλαμβάνεται ότι αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί, οδηγείται στο να καταστρέψει το αντικείμενο αγάπης, καθώς δεν μπορεί να το κατέχει ολοκληρωτικά. «Αφού δεν μπορώ να σε κατέχω, θα σε καταστρέψω», του υπαγορεύει η ψυχική του πραγματικότητα.»
Λοιπόν, εν τέλει, δε μας αφορά το προφίλ τους, τα συναισθήματά τους, το δικαίωμα που νομίζουν πως έχουν, οι τύψεις τους και η σαδιστική τους εικόνα για την αγάπη. Δεν τη γουστάρουμε τέτοια αγάπη, τον σιχαινόμαστε αυτόν τον έρωτα. Δικαιολογίες τύπου «δεν άντεξε κι έβαλε τέλος στη ζωή του» να τελειώνουν. Το θέμα είναι ότι παίρνεις μια ζωή. Εκείνη που η μάνα κοιλοπόνεσε να φέρει στον κόσμο, οι γονείς στερήθηκαν για να προσφέρουν, που πάλεψε να ζήσει, να μεγαλώσει και να δημιουργήσει εκ νέου ζωή. Αυτή τη ζωή λοιπόν δεν τη χαρίζουμε πουθενά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου