Η Οριάννα Φαλάτσι κατέχει τον τίτλο της πιο αμφιλεγόμενης δημοσιογράφου του 20ου αιώνα, ζώντας μια γεμάτη, περιπετειώδη και ταραχώδη ζωή καλύπτοντας μερικές από τις πιο σημαντικές ιστορικές στιγμές αυτού του πλανήτη. Σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον κάλυψε σημαντικά γεγονότα όπως τον πόλεμο του Βιετνάμ το 1967 μένοντας στην ιστορία ως η πρώτη γυναίκα πολεμική ανταποκρίτρια.
Η πρώτη ανάμεσα σε τέσσερα κορίτσια, γεννήθηκε στη Φλωρεντία το 1929. Αν και το όνειρο της ήταν να γίνει συγγραφέας κατέληξε να φοιτήσει στην Ιατρική Σχολή μετά από προτροπή της οικογένειας της καθώς της είπαν πως το πτυχίο θα τη βοηθούσε να γράφει καλύτερα τις ιστορίες της. Για να ανταποκριθεί στα φοιτητικά της έξοδα ξεκίνησε να εργάζεται ως δημοσιογράφος αρχίζοντας μια καριέρα που στα επόμενα χρόνια θα απογείωνε.
Τη δεκαετία του 1950 μετακομίζει στο Μιλάνο και εργάζεται για την εφημερίδα «Epoca». Το 1967 ως εκπρόσωπος της εφημερίδας «L’Europeo» γίνεται η πρώτη γυναίκα πολεμική ανταποκρίτρια ταξιδεύοντας στο Βιετνάμ 12 φορές σε 7 χρόνια για την κάλυψη του πολέμου. Με βάση τη Νέα Υόρκη μοίραζε τη ζωή της καλύπτοντας θέματα ανά τον κόσμο. Πνεύμα επαναστατικό και δίκαιο, αγωνίστρια της ελευθερίας. Οι συνεντεύξεις με παγκόσμιους ηγέτες έμειναν στην ιστορία και εκείνη απέκτησε τον τίτλο της δημοσιογράφου «που όλοι φοβούνταν».
Με αφορμή την επίσκεψη της στην Ελλάδα το 1973 για να πάρει συνέντευξη από τον Αλέξανδρο Παναγούλη για την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου, η δημοσιογράφος τον ερωτεύεται και έγινε η σύντροφος της ζωής του μέχρι το θάνατο εκείνου το 1976. Εκείνη δεν πείστηκε ποτέ πως ήταν αυτοκινητιστικό ατύχημα υποστηρίζοντας μέχρι τέλους πως ήταν εγκληματική ενέργεια. Το βιβλίο της «Ένας άντρας» είναι το «παιδί» του έρωτα τους. Η ίδια πέθανε το 2006 σε ηλικία 77 ετών.
Η πένα της γινόταν δύναμη σε κάθε μεγάλο συμβάν της ζωής της αφήνοντας παρακαταθήκη βιβλία που συγκλόνισαν. Ανάμεσα τους και το «Γράμμα σε ένα παιδί που δε γεννήθηκε ποτέ». Το βιβλίο έγινε best seller σε όλο τον κόσμο. Το έναυσμα δόθηκε το 1975 όταν ο εκδότης Tommaso Giglio της ζήτησε μια έρευνα για την άμβλωση και τέσσερις μήνες διορία να την ολοκληρώσει. Η συγγραφέας παρέδωσε το βιβλίο σε 6 μήνες. Μετά το θάνατο της ο ανιψιός της βρήκε μια πρωτότυπη χειρόγραφη έκδοση του 1967 με τον τίτλο «Γράμμα σε ένα αγέννητο παιδί». Το σκηνικό του βιβλίου εκτυλίσσεται στη δεκαετία του 1970 γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο και με πολύ απλή και κατανοητή γραφή, που ενισχύει την άποψη για την αυτοβιογραφική του ταυτότητα.
Το βιβλίο μονόλογος που περιγράφει με σκληρό και συνάμα συγκινητικό τρόπο την άποψη μιας γυναίκας σύγχρονης, καθημερινής πως το να είσαι μητέρα δεν είναι δουλειά, ίσως δεν είναι καν υποχρέωση αλλά είναι απλά ένα καθήκον. Δε γνωρίζουμε καμία πληροφορία για την ηρωίδα του βιβλίου, όνομα, διεύθυνση, ηλικία, ταυτότητα παρά μόνο ότι δεν είναι παντρεμένη, είναι ανεξάρτητη και εργαζόμενη. Ο πρόλογος του βιβλίου ξεκινάει τη στιγμή που η ηρωίδα συνειδητοποιεί πως είναι έγκυος θέτοντας στον εαυτό της δυο ερωτήματα:
– Είναι αρκετή η επιθυμία να φέρεις στον κόσμο ένα παιδί και να το αναγκάσεις να ζήσει;
– Το παιδί που θα γεννηθεί θα του αρέσει να γεννηθεί;
Και έτσι ξεκινάει ο μονόλογος μιας γυναίκας που αποφασίζει να διηγηθεί εξηγώντας στο αγέννητο παιδί της όλα όσα περιμένουν αυτό το παιδί όταν έρθει στον κόσμο.
«Δεν είναι φόβος για τους άλλους. Δε με νοιάζουν οι άλλοι. Δεν είναι φόβος για τον Θεό, δεν πιστεύω στον Θεό. Δε φοβάμαι τον πόνο. Είναι ο φόβος σου, δεν ήμουν ποτέ έτοιμη να σε υποδεχτώ, παρόλο που σε περίμενα πολύ καιρό. Πάντα έβαζα στον εαυτό μου την αποτρόπαια ερώτηση: Κι αν δεν σου άρεσε να γεννηθείς; Κι αν μια μέρα με επέπληξες φωνάζοντας: «Ποιος σου ζήτησε να με φέρεις στον κόσμο, γιατί με έβαλες εκεί, γιατί;». Η ζωή είναι μια τέτοια μάστιγα, παιδί μου. Είναι ένας πόλεμος που επαναλαμβάνεται κάθε μέρα και οι στιγμές χαράς του είναι σύντομες παρενθέσεις που πληρώνουν σκληρό τίμημα. Πώς ξέρω ότι δε θα ήταν σωστό να σε πετάξω, πώς ξέρω ότι δε θέλεις να σε επιστρέψουν στη σιωπή; Δεν μπορείς να μου μιλήσεις».
Η ηρωίδα μιλάει στο αγέννητο παιδί για ένα κόσμο που η επιβίωση είναι πρωταρχικός σκοπός, έναν ουτοπικό κόσμο όπου η αγάπη και η ελευθερία έχουν διάφορες έννοιες και θα ήταν εξαπάτηση να εξιδανικεύσει έναν κόσμο αθωότητας και χαράς. Όσο διαβάζουμε, καταλαβαίνουμε τις αμφιβολίες της μητέρας για το αν αξίζει να υποφέρει και κάποιος άλλος εκτός από αυτή σ’ αυτό τον κόσμο.
«Πολλές γυναίκες αναρωτιούνται: γιατί να γεννήσουν ένα παιδί; Γιατί να πεινά, γιατί να κρυώνει, γιατί να τον προδίδουν και να τον προσβάλλουν, γιατί να πεθάνει σκοτωμένος στον πόλεμο ή από αρρώστια; Και αρνούνται την ελπίδα ότι η πείνα του θα χορτάσει, ότι το κρύο του θα ζεσταθεί, ότι η πίστη και ο σεβασμός θα είναι φίλοι του, ότι θα ζήσει πολύ για να προσπαθήσει να σβήσει τις αρρώστιες και τον πόλεμο. Ίσως έχουν δίκιο. Η καρδιά σου είναι ήδη φτιαγμένη, και είναι μεγάλη: αναλογικά, εννέα φορές μεγαλύτερη από τη δική μου. Από τη δέκατη όγδοη μέρα αντλεί αίμα και χτυπάει τακτικά: θα μπορούσα να σε πετάξω; Τι με νοιάζει αν ξεκίνησες τυχαία ή κατά λάθος, ακόμα και ο κόσμος στον οποίο βρισκόμαστε δεν ξεκίνησε τυχαία και ίσως κατά λάθος; Η λογική μας είναι γεμάτη αντιφάσεις. Μόλις λες κάτι, βλέπεις το αντίθετο. Και ίσως αντιληφθείς ότι το αντίθετο ισχύει εξίσου με αυτό που είπες. Ένας άντρας δε μένει έγκυος και, παρεμπιπτόντως, πες μου: είναι πλεονέκτημα ή περιορισμός; Μέχρι χθες φαινόταν πλεονέκτημα, ή μάλλον προνόμιο. Σήμερα φαίνεται σαν περιορισμός, ή μάλλον φτώχεια. Υπάρχει κάτι το ένδοξο στο να περικλείεις μια άλλη ζωή μέσα στο σώμα σου, στο να ξέρεις ότι είσαι δύο αντί για ένα. Το να είσαι γυναίκα είναι τόσο συναρπαστικό».
Το βιβλίο είναι μια ωδή σε όλες εκείνες τις γυναίκες που διανύουν μια ανάλογη περίπτωση στη ζωή τους αλλά και σε εκείνες που βίωσαν μια ανάλογη απώλεια της μητρότητας. Χρησιμοποιώντας φράσεις του βιβλίου καταλήγω πως αυτό το βιβλίο γράφτηκε:
«Σε όσους δε φοβούνται την αμφιβολία. Σε αυτούς που ρωτούν γιατί χωρίς να κουράζονται και με τίμημα ταλαιπωρίας. Σε αυτούς που αντιμετωπίζουν το δίλημμα να δώσουν ζωή ή να την αρνηθούν. Αυτό το βιβλίο είναι αφιερωμένο από μια γυναίκα για όλες τις γυναίκες».
Ως ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία παράλληλα είχα τη χαρά να παρακολουθήσω τη μεταφορά του βιβλίου στο θέατρο με τίτλο «Γράμμα σε ένα παιδί» σε σκηνοθεσία Μάνου Πετούση, κείμενα Μάρως Μπουρδάκου και μια εκπληκτικά συγκλονιστική ερμηνεία της Ζέτας Δούκα. Θα κλείσω με τα λόγια της ηθοποιού για την παράσταση αυτή:
«Αν θεωρούσα το ανέβασμα της παράστασης «Γράμμα σε ένα παιδί» το 2012 ως ευκαιρία προκειμένου να δούμε κατάματα την αλήθεια, να αφυπνιστούμε και να επιχειρήσουμε τη θεμελίωση ενός καλύτερου κόσμου τότε σήμερα, δέκα χρόνια μετά, ως καλλιτέχνης, μητέρα και ενεργή πολίτης, το θεωρώ ύψιστη υποχρέωσή μου!»
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη