Ο πόθος κι η ορμή, το ολόκληρο και το μαζί έχει το όνομα Έρωτας. Ερμηνεύοντας το απόσπασμα «Περί Έρωτος» στο Συμπόσιο , ο Πλάτωνας αναφέρει μεταξύ άλλων, πως αν τύχει να συναντήσουμε το πραγματικό μισό μας, ανακαλύπτουμε την εξαιρετική συγκίνηση που μας διακατέχει με αίσθημα στοργής κι έρωτα. Ευχαριστιόμαστε την ερωτική απόλαυση, τη συμβίωση με ένα σφοδρό πάθος. Και δεν είναι μόνο έρωτας αλλά και η ψυχή και των δύο που αναζητά να εκφραστεί.
Κρύβει μέσα του ο έρωτας την ομορφιά και την ένταση που του δίνουμε εμείς οι άνθρωποι. Γιατί εμείς του δίνουμε μορφή. Και τον προφέρουμε καλό ή κακό. Και του δινόμαστε με αποτέλεσμα να είμαστε ζωντανοί, δημιουργικοί κι ευφάνταστοι. Κι αν τον κοροϊδέψουμε, εμείς οι ίδιοι αφηνόμαστε στην σκληρότητά του, στο έλεός του, στη δίνη της καταστροφής μας. Ο Έρωτας αφήνεται να τον πλάσεις. Είναι ελεύθερος. Κανέναν δεν μπορούμε να κάνουμε να μας ερωτευτεί αν δε θέλει. Δε θέλει εγωισμούς ο έρωτας. Δεν μπαίνει σε καλούπια. Δε φυλακίζεται. Γίνεται ορμή και μανία κι ενώνεται με την ψυχή.
Η ένωση των σωμάτων που προσφέρει το ιδεατό. Το θεϊκό με το πραγματικό. Τη λογική με τον παραλογισμό. Το παιχνίδι των ψυχών στο σύμπλεγμα των σωμάτων. Ο έρωτας θέλει μάτια ανοιχτά, να διακρίνεις στον άλλον το απόλυτο των αισθήσεών του. Την ψυχή του να σπαρταράει. Την υπέρβαση, τους σπασμούς που προκαλεί η ολοκλήρωση. Ερωτική μανία που μόνο αν βρει το άλλο της μισό θα ηρεμήσει. Και όσο ο έρωτας ταλαιπωρεί την ψυχή σου, γιατί πρέπει να το κάνει, τόσο εκείνη θα ψάχνει τρόπους, λόγια, εικόνες, ιδέες για να τον λατρέψει. Ο έρωτας είναι η ανάγκη να γνωρίσουμε τον άλλον, να ταυτιστούμε με ό, τι αγαπάμε περισσότερο. Το κομμάτι εκείνο που θα μας ολοκληρώσει.
Και πάντα θα είναι πιο έντονη η επιθυμία μας να κατακτήσουμε τον άλλον, να τον φέρουμε κοντά μας, παρά η ίδια η κατάκτηση ως πράξη. Ο έρωτας είναι ικεσία, ορμή, παρόρμηση, φαντασία, να μάθεις το νέο που έρχεται στη ζωή σου, να το ανακαλύψεις, να «γονατίσεις» εμπρός του. Γι’ αυτό και πάντα προσπαθείς΄, όταν είσαι ερωτευμένος, να γνωρίζεις τα πάντα για τον σύντροφό σου. Θέλεις να ξέρεις τη ζωή του, τι ήταν πριν από σένα, τι όνειρα έχει, πόσο αγάπησε και πόσο πόνεσε. Γνωρίζοντας τον άλλον προσεγγίζεις μέσω του έρωτα και την ψυχή του. Την έλκεις με το ενδιαφέρον σου. Την κάνεις να σε μαθαίνει πριν ακόμη ενωθεί μαζί σου.
Καταλήγουμε να λέμε ότι τελικά τίποτα δεν είναι τυχαίο. Και η επιλογή των συντρόφων μας, ακόμα περισσότερο. Αναγνωρίζουμε στον άλλον τα στοιχεία που ταυτίζονται με τη δική μας εσωτερική και εξωτερική ομορφιά κι αναζητάμε την ταύτιση μαζί του. Είμαστε περίεργα όντα εμείς οι άνθρωποι και πολλές φορές για να μην πληγωθούμε επιλέγουμε την πρόσκαιρη, εφήμερη, επιφανειακή ερωτική επαφή απαλλαγμένη από κάθε συναίσθημα. Αυτό δεν είναι έρωτας. Εμπεριέχει το συναίσθημα της έλξης αλλά δεν καλύπτει το κομμάτι της ψυχής που αναζητά να λατρευτεί, να εξυψώσει.
Στον έρωτα ποθείς να ενωθείς. Να συγχωνευθείς με τον σύντροφό σου. Το δύο να γίνει ένα. Και ίσως ένα από τα ωραιότερα κομμάτια του λόγου του Πλάτωνα στο ίδιο έργο είναι η απορία του φιλόσοφου: «Και αν, την ώρα που είναι πλαγιασμένοι μαζί, ερχόταν από πάνω τους ο Ήφαιστος με τα εργαλεία του και τους ρωτούσε: Τι είν’ αυτό που ζητείτε, άνθρωποι, ο ένας από τον άλλον; Κι αν εκείνοι δεν ήξεραν τι ν’ απαντήσουν και τους ρωτούσε και πάλι: Θέλετε μήπως αυτό; να μείνετε μαζί ο ένας με τον άλλον όσον το δυνατόν περισσότερο, ώστε και νύχτα και ημέρα να μην αποχωρίζεστε;…».
Και γι’ αυτό το «ώστε και νύχτα και ημέρα να μην αποχωρίζεστε» ρισκάρεις, τολμάς και ερωτεύεσαι. Και δε συμβιβάζεσαι με τίποτα λιγότερο!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου