Πόσο περίεργο μας ακούγεται όταν εν μέσω δύσκολων καθημερινών συνθηκών αναζήτησης εργασίας και μεγάλου ποσοστού ανεργίας να παραιτούμαστε από μια δουλειά γιατί δε μας ικανοποιεί ή δε μας αρέσει. Μη βιαστείτε να βγάλετε συμπεράσματα λέγοντας πως πιθανόν να μην ήταν η ανάγκη μεγάλη για εργασία, γιατί θα πέσετε έξω. Η εξήγηση είναι πιο σύνθετη κι οι έρευνες που έχουν διεξαχθεί επί του θέματος έχουν αποφανθεί.
Η νέα γενιά εργαζομένων -κι όταν λέμε νέα γενιά εννοούμε των ανθρώπων που έχουν γεννηθεί μετά το 1980- έχει δημιουργήσει ένα δικό της κεφάλαιο στον εργασιακό τομέα. Θέτει προτεραιότητες ως προς τις επιλογές της εργασίας του με βάση το επίπεδο της μόρφωσης και τις αξιώσεις που απαιτεί, καθώς και με την ανάγκη για την επαγγελματική της καταξίωση στον τομέα που έχει εκπαιδευτεί. Δεν είναι ακραίο λοιπόν να πούμε πως ένας σημαντικός λόγος αποχώρησης από την εργασία του είναι και το γεγονός πως η ίδια η εργασία δεν ανταποκρίνεται στις συναισθηματικές ανάγκες του. Φυσικά δεν είναι πάντα όλα ρόδινα καθώς υπάρχουν αρκετές δυσκολίες, αλλά το γεγονός της πίστης και της συνειδητοποίησης για την αξία που έχεις ο καθένας, είναι μια καλή αρχή. Πάμε να δούμε με νούμερα.
Σύμφωνα με μια έρευνα της εταιρίας ανθρωπίνου δυναμικού Randstad με θέμα τους λόγους παραίτησης των εργαζομένων από τη δουλειά τους το 2023, με δείγμα 1.000 εργαζομένων ηλικίας μεταξύ 18-67 ετών τα αποτελέσματα ήταν σίγουρα εντυπωσιακά. Το 82,2% των εργαζομένων εκτιμούν πως οι καλύτερες συνθήκες εργασίας είναι ο κυριότερος λόγος αποχώρησης. Σε ποσοστό 41% οι ερωτηθέντες θεωρούν πως το περιβάλλον της ήδη εργασίας είναι τοξικό, το δε 29%, ενώ θεωρούσε πως η δουλειά του ήταν σημαντική παρ’ όλα αυτά δε διέκρινε ευκαιρίες εξέλιξης. Απολαβές που δεν ικανοποιούν τους εργαζομένους είναι ο λόγος που το 49% αποχωρεί από την εργασία, ενώ η έλλειψη αναβάθμισης γνώσεων και δεξιοτήτων που δεν αναπτύσσονται στο εργασιακό περιβάλλον τους ωθεί σε παραίτηση σε ποσοστό 25%.
Στην κατηγορία των νέων που αναφερθήκαμε πριν μεταξύ 25-34 ετών, η προτεραιότητα της ανάγκης για προσωπική ζωή, αποτελεί τον βασικό λόγο παραίτησης. Ένα μεγάλο ποσοστό, 61%, ήταν πιο πιθανό να παραιτηθεί από τη δουλειά του καθώς δεν απολάμβανε καθόλου χρόνο για προσωπική ζωή. Το φαινόμενο αυτό δε συναντήθηκε σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, μεταξύ 55 έως 67 χρονών, οι οποίοι σε ποσοστό 35% μόλις, θα δήλωναν παραίτηση γι’ αυτό τον λόγο. Σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι, ωστόσο, στη συντριπτική πλειοψηφία του 97% είναι αποφασισμένοι πως θα πρέπει να υπάρχει ισορροπία μεταξύ της προσωπικής και επαγγελματικής τους ζωής. Οι μισοί από αυτούς, σχεδόν, σε ποσοστό 45,5% ήταν διατεθειμένοι να παραιτηθούν για χάρη της προσωπικής ζωής και της οικογενειακής γαλήνης.
Να πω εδώ πως μπορώ να το καταλάβω καθώς ως εργασιομανής μετά από πολλά χρόνια κι ατέλειωτα ωράρια τα οποία ποτέ μου δεν μπορούσα ν’ αντιληφθώ καθώς είχα βάλει τη ζωή μου στον αυτόματο πιλότο, συνειδητοποίησα κάποια μέρα πως μπορεί να είχα κερδίσει σε επαγγελματικά όνειρα και στόχους, αλλά είχα χάσει προσωπικές στιγμές με την κόρη μου οι οποίες δε θ’ αναπληρώνονταν ποτέ. Αλλά αυτό είναι θέμα μιας άλλης ιστορίας.
Η έρευνα καταλήγει στο μερίδιο εκείνων των εργαζομένων οι οποίοι ναι μεν δεν αισθάνονται ικανοποιημένοι από τη δουλειά τους αλλά παρ’ όλα αυτά δεν παραιτούνται. Έτσι επιλέγουν σε ποσοστό 27% τη «σιωπηλή παραίτηση» ή κοινώς αυτό που λέμε πιο απλά, «δουλεύω τόσο, όσο». Θυμάμαι παλαιότερα τη νοοτροπία «ζούμε για να δουλεύουμε». Αυτό φαίνεται ν’ αλλάζει με την πάροδο των χρόνων. Σήμερα χρησιμοποιούμε τη δουλειά ως το μέσο εκείνο που θα δώσει τη δυνατότητα να έχουμε μια όμορφη προσωπική ζωή, στο μέτρο που ο καθένας την έχει εκτιμήσει. Πια είναι σημαντικό να δουλεύουμε σε ένα εργασιακό περιβάλλον όπου θα νιώθουμε ικανοποιημένοι, οι συνθήκες εργασίες θα είναι ανεκτές – δε θέλω να χρησιμοποιήσω τον όρο ιδανικές καθώς είναι υποκειμενικό για τον καθένα μας– θα αμειβόμαστε γι’ αυτό που προσφέρουμε, δε θα παρακαλάμε για μια προκαταβολή κάθε τόσο, δε θα έχουμε πενιχρές αποδοχές ή απλήρωτες υπερωρίες κι η υπερβολική άνευ λόγου πίεση ως ψυχολογικό φαινόμενο εργοδοτών θα είναι ο λόγος να εγκαταλείπουμε την εργασία μας.
Απόρροια όλων των παραπάνω και με την εισβολή και της πανδημίας, αναπτύχθηκαν νέα μοντέλα εργασίας τα οποία δείχνουν να κερδίζουν έδαφος, όπως είναι η τηλεργασία και απ’ ότι φαίνεται έμεινε ως μοντέλο εργασίας καθώς φαίνεται να λειτουργεί. Σίγουρα οι μετακινήσεις και η εξοικονόμηση χρόνου είναι από τα θετικά στοιχεία της τηλεργασίας όπως επίσης κι η ισοστάθμιση παράλληλης επαγγελματικής και προσωπικής ζωής. Υπάρχει όμως κι ένα μεγάλο ποσοστό το οποίο θεωρεί πως η τηλεργασία είναι τροχοπέδη στην ανέλιξη της επαγγελματικής τους ζωής.
Ξέρω πως ίσως το άρθρο μου να διαβάζεται σε μια περίοδο που βλέπετε απέναντι στον τοίχο τα πτυχία σας κι ίσως φτιάχνετε βαλίτσες για σεζόν σε κάποιο νησί και κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες εργασίας. Ναι, είναι κι αυτό μια σκληρή πραγματικότητα. Κανείς μας δεν ονειρεύτηκε τέτοιο μέλλον ή τουλάχιστον δεν ήταν στους επαγγελματικούς μας στόχους. Μετά από 25 χρόνια επαγγελματικής καριέρας, εκείνο που με βεβαιότητα μπορώ να πω είναι πως για όλα υπάρχει η σωστή στιγμή. Εκείνο που πρέπει να κάνετε είναι να «φορτώνετε» με εμπειρίες τη ζωή σας. Οπλιστείτε με υπομονή, υποστηρίξτε τα «θέλω» σας, επενδύστε στον πλουτισμό του βιογραφικού σας κι η ανταμοιβή θα έρθει.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου