Οι περισσότερες σχέσεις ξεκινάνε συναρπαστικά. Ζούμε την απόλυτη ευτυχία, μακαρίζουμε την τύχη μας κι απολαμβάνουμε την αίσθηση πως αυτά τα συναισθήματα είναι κοινά και για τους δύο. Ο ενθουσιασμός άλλωστε είναι ένα στοιχείο που μπορεί να νικήσει ή να παραβλέψει τα δείγματα που πιθανόν να εμφανίζονται αλλά εμείς αδυνατούμε ν’ αντιληφθούμε.
Τα πράγματα αλλάζουν όσο η σχέση προχωράει. Μακάρι να μη μας συνέβαινε, αλλά τίποτα δε μένει το ίδιο όσο γνωριζόμαστε καλύτερα. Κάποιοι από μας μπαίνουμε στο τριπάκι της συνήθειας, κάποιοι βαριόμαστε και κάποιοι βγάζουν τον χειρότερο εαυτό τους κι απομακρύνουν τους συντρόφους τους. Γκρίνιες, προβλήματα και διαφωνίες έρχονται να καταλάβουν την πρώτη θέση. Κάπου μεταξύ όλων αυτών χάνεται η ουσία της σχέσης κι αναπόφευκτα ένας από τους δύο προετοιμάζει με την αποχώρησή του τη λήξη της. «Σ’ αγαπάω αλλά…» ειπώνεται, μόνο που εκείνα τα «αλλά» είναι όλα αυτά που μαζεύαμε μέσα μας μέχρι την παραδοχή τους.
Κάποιων η ζωή γκρεμίζεται κι η γη χάνεται κάτω από τα πόδια τους. «Μα καλά πού πήγε η αγάπη;», «Σ’ αγαπάω πολύ, ας το προσπαθήσουμε». Εδώ, δίνεται η πρώτη ευκαιρία. Γιατί πονάει περισσότερο να ξέρουμε πως μας αγαπάνε αλλά μας χωρίζουν. Όπως αντίστοιχα, δεν είναι εύκολο να απομακρυνθείς από από έναν άνθρωπο που δείχνει την αγάπη του, που κάνει προσπάθειες να δουλέψει τη σχέση και που αντιλαμβάνεσαι τον φόβο να μη σε χάσει. Είναι όμως επαρκής λόγος να μείνεις στη σχέση;
Νιώθουμε τύψεις κι ενοχές κι αρκετές φορές κάνουμε πίσω αφήνοντας μικρά διαστήματα παύσεων για να επιβεβαιώσουμε πρωτίστως στον εαυτό μας την ορθότητα της απόφασής μας. Εκεί, συμβαίνει μια ανακωχή που δε θα κρατήσει πολύ. Άλλο ένα δύσκολο βήμα αυτό του «πίσω» και των ευκαιριών. Οι μεν αναρωτιούνται αν είναι ορθό κρατώντας επιφυλάξεις, οι δε προσπαθούν ίσως υπερβάλλοντας και πιέζοντας τον εαυτό τους να λειτουργήσει μέσα στη σχέση και να μην έρθει το τέλος. Ο πιο όμορφος φαύλος κύκλος.
Όμως το να μπαίνουμε ή να μένουμε σε μια σχέση, συμβαίνει γιατί νιώθουμε πως μέσα σ’ αυτή καλύπτουμε όλα εκείνα που αναζητάμε. Κι αν αυτό συμβαίνει και στους δυο, έχει πετύχει το μεγαλύτερο μέρος αυτής της σχέσης. Όταν ξεκινάνε τα προβλήματα είναι γιατί κάποιος από τους δύο αντιλαμβάνεται πως κάτι δεν είναι αρκετό, πως ό,τι υπήρχε από την αρχή της εξασθένισε και πως δεν του αρκούν όσα δίνονται. Μπορεί να συμβαίνει και στους δυο, αλλά συνήθως ο ένας δεν το παραδέχεται.
Κι αν η συνειδητοποίηση των προβλημάτων συνοδεύεται κι από συναισθηματική αδιαφορία, τότε δε μένει τίποτα άλλο να κάνεις. Όταν όμως τα συναισθήματα του άλλου είναι αδιαμφισβήτητα και ξέρεις πως σ’ αγαπάει, τότε νιώθεις να τα παρατάς. Κι ας κάνεις προσπάθειες να αποδεχθείς -για σένα πρωτίστως- πως σ’ αγαπάει αλλά όχι με τον τρόπο που θέλεις εσύ να το κάνει. Δεν ήθελες έτσι να αγαπιέσαι. Κι αυτό δυστυχώς το κάνουμε όλοι μας. Δείχνουμε τη δική μας αγάπη χωρίς να σκεφτόμαστε πώς θέλει ν’ αγαπιέται ο άλλος.
Αυτή η αλήθεια πάντα θα πονάει. Δεν μπορούμε, δεν έχουμε αντοχές, δε μας νοιάζει από ένα σημείο και μετά πόσο θα προσπαθήσει ο άλλος. Όσο κι αν προσπαθήσει δε θα έχει κατανοήσει την ουσία, η οποία θα χάνεται κι αυτή στις λεπτομέρειες της προσπάθειας. Είναι πολύ δύσκολο να τερματίζουμε μια σχέση ενώ κάποιος προσπαθεί. Μπορεί να κατηγορηθούμε ως αναίσθητοι, ως αδιάφοροι, ως απαθείς. Στις περισσότερες σχέσεις, όμως, αυτού του είδους ο χωρισμός μπορεί να είναι η λύση για να δουλέψει τελικά η σχέση. Μένοντας αποστασιοποιημένοι κι οι δύο, να εκτιμήσουμε καλύτερα την κατάσταση. Άλλωστε, κανείς δε θα ήθελε να μείνει σε μια σχέση νιώθοντας τύψεις κι ενοχές επειδή ο άλλος προσπαθεί και κανένας δε θα ήθελε να παλεύει διαρκώς για να μη χάσει τον άλλο, ενώ αυτό θα έπρεπε να ήταν ήδη λυμένο ζητούμενο.
Όλοι ξέρουμε πως οι σχέσεις έχουν καθημερινές τριβές, θυσίες κι οπισθοχωρήσεις τις οποίες είμαστε -συνήθως- διατεθειμένοι να κάνουμε. Όλοι μας όμως αναζητάμε μια σχέση που θα μας προσφέρει όλα εκείνα έτσι ώστε να μη χρειαστεί ποτέ να φτάσουμε στο σημείο να πούμε «σ’ αγαπάω αλλά…» ή «εγώ προσπάθησα». Ίσως ο χωρισμός να είναι η ξεκάθαρη αφορμή για να καταλάβουμε κι οι δυο πως αξίζει ν’ αγαπιόμαστε με τον τρόπο που ο καθένας θέλει για τον εαυτό του κι όχι με τον τρόπο που μάθανε άλλοι ν’ αγαπούν. Τότε ναι, θα έχουμε κάνει το πρώτο ουσιαστικό βήμα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου