«Στον έρωτα των άλλων δε μας πέφτει λόγος. Σε ξένα χωράφια δεν μπλεκόμαστε. Κοιτάμε τη δουλειά μας και δε μας νοιάζει τι κάνουν οι γύρω μας». Κι αν όλα αυτά -κι άλλα παρόμοια- στη θεωρία τα υποστηρίζουμε, οι πράξεις μας δυστυχώς δεν τα επιβεβαιώνουν. Βλέπουμε πως υπάρχουν άνθρωποι στις μέρες που συνεχίζουν να πιστεύουν ότι ο έρωτας έχει ηλικία, ότι η αγάπη πρέπει να κρύβεται και ότι οι δημόσιες εκδηλώσεις λατρείας πρέπει να αποφεύγονται -ή έστω να περιορίζονται σε σημείο που να μην προκαλούν.
Με έκπληξη παρακολουθήσαμε βράδυ Σαββάτου ολόκληρη την Ελλάδα να ασχολείται με το ζεύγος Δέσποινα Βανδή – Βασίλης Μπισμπίκης. Κι ακόμα κι αυτοί που θα πουν ότι δεν ασχολήθηκαν, μια κλεφτή ματιά στα social για το τι έγινε την έριξαν. Έκπληξη φυσικά δεν προκαλεί το ίδιο το γεγονός, αλλά η έκταση που έλαβε και συνεχίζει μέχρι σήμερα να λαμβάνει. Λες και κάποιοι είδαν κάτι διαφορετικό από έναν χορό και ένα φιλί. Βλέπουμε, λοιπόν, τη Δέσποινα να κάνει το πρόγραμμά της και τον Βασίλη απροειδοποίητα να ανεβαίνει στην πίστα την ώρα που τραγουδάει το «Ένα Τσιγάρο Διαδρομή» για να χορέψει ένα ζεϊμπέκικο μπροστά της, κοιτάζοντάς τη στα μάτια. Ακολουθεί ένα γεμάτο πάθος φιλί μεταξύ τους. Οι θαμώνες του μαγαζιού φάνηκε να το απόλαυσαν. Τώρα γιατί όλο αυτό κάποιους τους ενόχλησε τόσο που χάλασε την αισθητική τους και συνεχίζουν να σχολιάζουν μέχρι σήμερα, είναι απορίας άξιο.
Άραγε αυτοί οι κάποιοι να ‘ναι οι ίδιοι που όταν βλέπουν ένα ζευγάρι να φιλιέται σε παγκάκι γυρνούν το κεφάλι απ’ την άλλη και κοκκινίζουν από ντροπή; Βρε, λες, ποτέ τους τελικά να μην ερωτεύτηκαν; Εμείς πάντως του Μπισμπίκη του το δίνουμε που δε νοιάστηκε ούτε για τις χορευτικές του ικανότητες, ούτε για το αν το ζεϊμπέκικό του θα γίνει viral και τόλμησε να ανέβει σε μια πίστα γεμάτη λουλούδια, καταφέρνοντας να μη γλιστρήσει. Χόρεψε με την καρδιά του και κατέθεσε την ψυχή του μπροστά στα πόδια της, χωρίς ίχνος ντροπής. Κι αν αυτό δε λέγεται έρωτας, πώς λέγεται;
Δυο άνθρωποι που απλώς δεν έκρυψαν πώς νιώθουν. Αλήθεια, σε ποιον έπρεπε να λογοδοτήσουν; Δε χρωστάνε σε κανέναν. Κάθε ζευγάρι έχει το δικαίωμα να βιώνει τον έρωτά του όπως θέλει. Αλλιώς, για ποια ελευθερία μιλάμε; Κι εμάς δε μας πέφτει κανένας λόγος (ή δε θα έπρεπε έστω). Κι όλοι αυτοί που δήθεν θίχτηκαν με τις υπερβολικές εκδηλώσεις λατρείας και πιστεύουν πως μπορούν τα ζευγάρια να τις κρατήσουν για την κρεβατοκάμαρα και το σαλόνι τους, τι κρύβουν πραγματικά πίσω απ’ αυτή τους τη στάση; Μήπως είδαν κάτι που οι ίδιοι δε θα τολμούσαν ποτέ; Ή μήπως βρήκαν ευκαιρία να βγάλουν στην επιφάνεια τα κόμπλεξ τους κι αντί να μην ασχοληθούν -αν όντως δεν τους ενδιαφέρει- να λάβουν ξαφνικά τον ρόλο του κριτή;
Αλήθεια τώρα, είναι ο έρωτας κάτι για το οποίο θα έπρεπε να ντρέπεσαι; Και πρέπει να μας γεμίζει ενοχές η απόφασή μας να εκτεθούμε; Η χαρά μας να φωνάξουμε ότι ανήκουμε ο ένας στον άλλο; Εμείς έχουμε τα κότσια να κάνουμε κάτι παρόμοιο; Εμείς, που δεν είμαστε διάσημοι, που έχουμε μια ζωή που σίγουρα ενδιαφέρει λιγότερο κόσμο, έχουμε τα κότσια να ζήσουμε μια τέτοια ευτυχία; Μπορούμε να βγούμε και να φωνάξουμε στο μπαλκόνι μας, στον δρόμο, σε ένα μπαρ γεμάτο κόσμο, πόσο ερωτευμένοι είμαστε;
Ο έρωτας δε θέλει μιζέρια. Θέλει ανθρώπους έτοιμους να τον ζήσουν χωρίς σκόντο. Όταν αγαπάς, θες να το βλέπει ο άνθρωπός σου. Εκείνος, χόρευε μπροστά της, την ώρα που τα μάτια του φώναζαν «Κανένας πέρα από σένα δε με νοιάζει». Θέλει πολλή δύναμη να το πούμε αυτό. Πόσοι από μας μπορούν να το ξεστομίσουν και να το εννοούν; Κι εγώ μαζί σας. Φτάνουμε σε σημείο να κρύβουμε τα συναισθήματά μας και να σκεφτόμαστε πώς θα περάσουμε λιγότερο απαρατήρητοι σε έναν κόσμο που έμαθε να έχει άποψη μόνο για τη ζωή των άλλων. Σ’ έναν κόσμο γεμάτο ασχήμια, η χαρά, η ευτυχία, ο έρωτας και η αγάπη θεωρούνται απαγορευτικά για να τα ζήσουμε. Κι έτσι, ζούμε περπατώντας με τα παπούτσια των άλλων. Στενά ή φαρδιά, λέμε ένα «σκ@σε και περπάτα», πιστεύοντας πως έτσι είναι καλύτερα, αφού δε θα μας δώσει κανείς σημασία.
Βανδή και Μπισμπίκης, λοιπόν, αποφάσισαν πως δε θα ζήσουν τις ζωές κάποιων άλλων, αλλά τις δικές τους. Προς πείσμα όλων μας. Αναρωτιόμουν τη στιγμή που έβαλε τα χέρια του στη μέση της τι της έλεγε. Κατέληξα στη φράση «μη μασάς, εγώ είμαι εδώ». Γι’ αυτό το «εγώ είμαι εδώ» αξίζει ο έρωτας. Πριν, λοιπόν, αφήσουμε χολή, πριν σκεφτούμε «ντροπής πράγματα» -που θα έλεγε κι η γιαγιά μου-, καλό θα ήταν να βρούμε κάποιον να μας κοιτάει όπως ο Βασίλης τη Δέσποινα, όπως η Δέσποινα τον Βασίλη. Αυτοί είναι μαζί. Εμείς; Θα σταθούμε δίπλα τους ή απέναντί τους;
«Εγώ εδώ. Εσύ εκεί. Ένα τσιγάρο διαδρομή».
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.