«Δεν υπάρχουν παράνομοι έρωτες. Αυτό που ονομάζεται παράνομος έρωτας είναι ο πιο νόμιμος έρωτας σ’ έναν κόσμο που δεν τον άφησε να γεννηθεί.»
Τι θα πει παράνομος έρωτας; Δώστε μου έναν ορισμό. Ας μου το εξηγήσει κάποιος. Μήπως μπερδεύουμε τις έννοιες παράνομη σχέση, παράνομος δεσμός με τον παράνομο έρωτα; Ο έρωτας είναι μια υπαρκτή κατάσταση, ένα συναίσθημα το οποίο βιώνουμε ασχέτως συνθηκών. Δεν έρχεται να μας ανακρίνει και να μας ρωτήσει «Συγνώμη μπορώ;», «Εσείς σε τι φάση είστε;», «Θέλετε λίγο;». Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο τότε ο κόσμος δε θα νοιαζόταν από τη γέννησή του ακόμη για να του δώσει όλη αυτή την αξία μέσα στα χρόνια.
Ο έρωτας είναι ανεξέλεγκτος. Δε ρωτάει, δεν τον ενδιαφέρει, δε θα μας σκανάρει και δεν τον νοιάζει πώς είμαστε. Αλήθεια, δεν τον νοιάζει. Είναι ένας και μοναδικός κι έχει επίθετα που φτιάχτηκαν μόνο για την πάρτη του. Τα έχει κατοχυρώσει. Είναι αληθινός, είναι παθιασμένος, κτητικός, απόλυτος, τρελός, υπέροχος, παρορμητικός, ενθουσιώδης, αλλά όχι παράνομος, όχι νόμιμος. Ο έρωτας δεν είναι εγκληματίας. Ίσως φοβόμαστε ν’ αντιμετωπίσουμε τις λέξεις γιατί ξέρουμε πως, όχι ο έρωτας, αλλά εμείς οι ίδιοι είμαστε οι νόμιμοι ή οι παράνομοι αυτού του κόσμου. Γιατί εμείς οι ίδιοι καλούμαστε να τον διαχειριστούμε. Ν’ αποφασίσουμε τι θέλουμε να κάνουμε. Κοιτάμε γύρω τις ζωές μας και κρίνουμε. Κρίνουμε με σοφία κι όχι με παρόρμηση. Θέλουμε να το ζήσουμε; Αντέχουμε; Οι συνέπειες; Είμαστε ικανοί να τις σηκώσουμε; Κι αν το μετανιώσουμε; Έχουμε τη δύναμη να ζητήσουμε συγνώμη;
Πολλές φορές -βάζοντας και τον εαυτό μου μέσα- νομίζω πως φοβόμαστε τις λέξεις. Ακόμη χειρότερα, κινούμαστε σ’ έναν κόσμο που αποφασίζει με βάση ένα status quo κρίνοντας τις ζωές μας. Κι άλλες φορές πάλι, συμβιβαζόμαστε και κάποιες ελάχιστες επαναστατούμε. Αναρωτηθήκατε λοιπόν ποτέ πόσοι άνθρωποι γύρω μας, καθημερινά, ζουν μια τέτοια κατάσταση; Να έχουν να παλέψουν με τα συναισθήματά τους κι έναν έρωτα που ματώνει ή αγιάζει τις ζωές τους; Σ’ αυτή την πάλη μόνο ο έρωτας δε φταίει γι’ αυτό. Ο έρωτας μπορεί να βρει ένα ανοιχτό παράθυρο ή μια πόρτα για να μπει. Αλλά εμείς τ’ ανοίξαμε ή τ’ αφήσαμε ανοιχτά. Και τ’ ανοίξαμε όταν κάποια στιγμή πήραμε την απόφαση να φύγουμε και τ’ αφήσαμε ανοιχτά όταν θέλαμε να βάλουμε φως κι οξυγόνο στις ζωές μας γιατί πνιγόμασταν.
Μάθαμε όλοι πώς να συμβιβαζόμαστε. Και καλά κάνουμε αν αυτός ο κόσμος δεν αντέχει κάτι περισσότερο. Αλλά όταν θα έχουν περάσει τα χρόνια και θα ειπωθεί εκείνο το «δεν έφυγα όταν έπρεπε, τώρα είναι αργά», ο έρωτας θα φταίει; Κάποτε πρέπει να μάθουμε όλοι να λέμε τις λέξεις με το όνομά τους. Το μυαλό κι η καρδιά θα είναι πάντα αιώνιοι αντίπαλοι. Με μάχες άνισες, αλλά δίκαιες. Σ’ αυτές τις προσωπικές μάχες καλούμαστε εμείς να βγάλουμε νικητή. Γιατί αφορά τη δική μας ζωή. Είτε είναι οι μεν, είτε είναι οι δε, λοιπόν, ας αφήσουν τον έρωτα χωρίς τα επίθετα νόμιμος και παράνομος, να θριαμβεύσει ή να αφανιστεί.
Στη ζωή μας ο καθένας ή τολμάει ή συμβιβάζεται. Όποια όμως κι αν είναι η απόφαση, η συνειδητότητά της κι η επιχειρηματολογία υπέρ αυτής είναι αυτή που θα μας βαραίνει την άποψη και την επιλογή μας. Και τότε, θα καταλάβουμε πραγματικά πως δεν υπάρχει παράνομος και νόμιμος έρωτας. Ότι είναι ένας έρωτας που εμείς θ’ αποφασίσουμε αν θα τον αφήσουμε να γεννηθεί ή να πεθάνει στον δικό μας κόσμο, στη δική μας ζωή.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου