Δεν είμαι υστερική με το γάμο, ούτε βιάζομαι γιατί έχω μεγαλώσει, ούτε μου έχει βάλει η μάνα μου στο μυαλό ότι σώνει και ντε πρέπει να παντρευτώ.
Ο γάμος για κάποιους είναι ένα μυστήριο, για κάποιους άλλους ένα χαρτί.
Για εμένα είναι ένα μυστήριο χαρτί.
Φυσικά δεν περιμένεις μέσα από αυτό να αναγνωρίσεις την αγάπη του συντρόφου σου. Έλα όμως που αυτό το μυστήριο χαρτί, όπως και να έχει, ό,τι και να είναι, σου δίνει ένα διαφορετικό συναίσθημα.
Όχι, αγάπη μου, δεν είναι η σιγουριά. Ποια σιγουριά; Έτσι όπως είναι τα πράγματα στις μέρες μας το πιο εύκολο πράγμα είναι να παντρευτείς και το ακόμα πιο εύκολο να χωρίσεις. Καμιά σιγουριά λοιπόν δεν θα μου δώσει αυτό. Εγώ είμαι σίγουρη έτσι κι αλλιώς ότι εσύ είσαι ο άντρας της ζωής μου, όπως ότι κι εγώ είμαι η γυναίκα της ζωής σου. Το αποδεικνύουμε ο ένας στον άλλον καθημερινά.
Όχι, ούτε θέμα ασφάλειας είναι. Μεγαλύτερη ασφάλεια από αυτήν που νιώθω όταν με έχεις αγκαλιά και όταν με σκεπάζεις το πρωινά πριν φύγεις δεν πρόκειται να νιώσω.
Όχι, ούτε επιβεβαίωση χρειάζομαι, ούτε σφραγίδα που να λέει ότι με αγαπάς και σ’ αγαπώ.
Και φυσικά δε θα το κάνουμε για καμία μαμά που έχει λυσσάξει να δει εγγόνια, κι ούτε για κανέναν μπαμπά που θέλει να μας συνοδέψει στην εκκλησία, αλλά ούτε και για να κλείσουν τα στόματα της γειτονιάς που με τραβολογάς τόσα χρόνια αστεφάνωτη.
Εγώ, μωρό μου, να ξέρεις με όλα αυτά γελάω.
Απλά και ξεκάθαρα νομίζω πως είμαστε έτοιμοι πια να κάνουμε το επόμενο βήμα.
Όπως και να έχει, η φυσική εξέλιξη του ανθρώπου είναι να γίνει γονιός. Και αυτά του τύπου «μπορούμε να γίνουμε γονείς και χωρίς να παντρευτούμε» ξέρεις εγώ δεν τα μπορώ. Όσο προχωρημένη και να είμαι, σε όποιον αιώνα και να ζούμε, εγώ σε αυτά είμαι εντελώς και αμετάκλητα παραδοσιακή. Αν θέλεις να κάνεις παιδιά μαζί μου, θα μεγαλώσουν όπως μεγάλωσα εγώ με τους γονείς μου κι εκείνοι με τους παππούδες μου. Αυτήν την οικογένεια ξέρω εγώ. Με αγάπη, φροντίδα, σεβασμό και γκρίνια. Ναι και γκρίνια. Και η γκρίνια αγάπη σημαίνει. Όταν έβλεπα τους δικούς μου να γκρινιάζουν ή να μαλώνουν, εγώ χαμογελούσα γιατί ήξερα ότι παλεύουν για να σώσουν την αγάπη τους.
Κι έρχομαι πάλι στα δικά μας και σου λέω:
Είμαστε μαζί τόσα χρόνια, ζούμε στο ίδιο σπίτι, έχουμε το ίδιο πορτοφόλι, τους ίδιους φίλους, πάμε τα ταξίδια μας, τις βόλτες μας και μία στο τόσο πάμε και στα σόγια και τρώμε. Τι θα αλλάξει μετά;
Θα πάμε στην παραλία μας, θα στήσουμε την εξέδρα μας στην άμμο, και θα έρθουν μόνο οι αγαπημένοι μας συγγενείς και φίλοι – όχι όλο το σόι για να βγάλουν την υποχρέωση τα συμπεθεριά. Θα μας ευλογήσει κι ο παπάς, και μετά όπως είμαστε αναμαλλιασμένοι και χαλαροί θα αρχίσει η μπάντα να παίζει τα δικά μας τραγούδια, και θα βγουν τα παιδιά να μοιράζουν τις μπίρες. Μετά από λίγο θα αποκαλυφθεί ο μπουφές με τα σουβλάκια, και τα ψητά και θα ανάψουν οι φωτιές και τα κεριά. Μόλις νυχτώσει, θα πεταχτούν τα βεγγαλικά κι εμείς θα χορεύουμε όλη την νύχτα ξυπόλυτοι στην άμμο rock’n’roll. Με τις μπίρες στο χέρι θα μας βρει το ξημέρωμα με το τραπεζομάντηλο του μπουφέ για κατωσέντονο και τα χέρια μας τυλιγμένα για κουβέρτα.
Ε, ναι, ρε μωρό μου, τι νόμιζες; Εκκλησίες, ανθοστήλες και μπομπονιέρες; Αυτά εκτός από χαζά είναι και πεταμένα λεφτά. Εμείς τον γάμο μας θα τον κάνουμε για την πάρτη μας, επειδή γουστάρουμε εμείς, κι όχι για να δώσουμε ψεύτικες εντυπώσεις.
Κι αφού κι εσύ δεν είσαι κατά του γάμου και είσαι σίγουρος ότι θέλεις να είσαι για πάντα μαζί μου και φαντάζεσαι από τώρα τι όνομα θα δώσεις στα τρία κιόλας κουτσουβελάκια μας που θα γκρεμίζουν το σπίτι, τι περιμένεις;
Αφού ξέρεις ότι η ζωή μας και η τρέλα μας δεν θα αλλάξει με γάμο και παιδί. Αφού πάλι θα τρέχουμε στα κάμπινγκ και τις συναυλίες με τα σακίδια στην πλάτη, θα συνεχίσουμε το καλοκαίρι να κοιμόμαστε σε σκηνή στην παραλία, και θα κάνουμε ορειβασία μαζί με τα παιδιά μας, τι είναι αυτό που σε κρατάει;
Τι με κοιτάς; Καλά τα λέω. Τι θες, να φτάσουμε σαράντα;
Άντε, όρισε επιτέλους την ημερομηνία να τελειώνουμε.
Άντε και μου μύρισαν σαρδέλες ψητές με λάδι και ρίγανη!