Αχ αυτός ο έρωτας! Μια λεξούλα όλη κι όλη και χιλιάδες συναισθήματα περνούν απ’ το μυαλό κάθε φοράς που την ακούς. Για άλλους όμορφα, γι’ άλλους όχι και τόσο, αλλά τι να κάνουμε; Αυτά έχει ο έρωτας, γι’ αυτό και τον έχουμε ταυτίσει με τη φωτιά.
Καψούρα, τσουρούφλισμα, φλόγα, σπίθα, «καίγομαι και σιγολιώνω» κι όλα αυτά σχετικά με τη φωτιά. Τυχαίο; Όλο και κάτι θα ήξεραν αυτοί που πρωτοχρησιμοποίησαν τέτοιου είδους λέξεις στην προσπάθειά τους να περιγράψουν ένα τόσο έντονο συναίσθημα. Αν και δεν πρέπει να παιδεύτηκαν και πολύ γιατί η έντασή του και μόνο δε σου δίνει και πολλές επιλογές; Ξεκινάει σαν σπίθα και γίνεται πυρκαγιά, όπως λέει και η Χαρούλα.
Οι άνθρωποι πάντα προσπαθούν να παρομοιάσουν με κάτι τα συναισθήματά τους ώστε να κατανοήσουν τι στο καλό συμβαίνει μέσα τους. Στην προκειμένη περίπτωση ταυτίζουν τον έρωτα με τη φωτιά. Έτσι ακριβώς είναι ο έρωτας, δεν υπάρχει λέξη που να του ταιριάζει περισσότερο. Σε τραντάζει, σε ταρακουνάει για τα καλά. Ακόμα κι οι πιο δυνατοί χαρακτήρες μπορούν να γίνουν έρμαιά του απ’ τη μια στιγμή στην άλλη χωρίς καν να το συνειδητοποιήσουν, ενίοτε και χωρίς να το θέλουν. Καψούρα που δε θα σ’ αφήνει να ησυχάσεις και σε κρατάει σε εγρήγορση. Κινητήριος δύναμη για να παλέψεις μέχρι τελικής πτώσεως. Εκεί που χάνεται ο εγωισμός, εκεί που η φλόγα είναι πιο δυνατή απ’ τη φωνή της λογικής, αν δε ζεις τελικά για μια καψούρα, τότε γιατί άλλο;
Υπάρχουν και κάποιοι που μιλάνε για «πεταλούδες στο στομάχι», μάλλον γιατί έτσι το εκλαμβάνουν. Αυτή είναι η άλλη πλευρά του έρωτα. Η πιο αισιόδοξη, η όμορφη, αυτή που κατακλύζεται απ’ τον ενθουσιασμό των πρώτων ημερών, των πρώτων αγγιγμάτων. Ο έρωτας είναι πολύπλευρος κι ο καθένας τον βλέπει διαφορετικά ανάλογα με το πώς το βιώνει. Όταν είσαι στις αρχές, εκεί που όλα είναι μέλι γάλα, οι πεταλούδες πάνε και έρχονται. Μα αυτό το συναίσθημα δεν είναι τόσο δυνατό όσο της καψούρας που σε κάνει να καίγεσαι και να ξεχνάς και το όνομά σου.
Από την άλλη, κάποιοι δεν παίζουν με τα κάρβουνα, γιατί φοβούνται τη φωτιά. Το νόμισμα έχει δύο όψεις, γι’ αυτό πρέπει και η δεύτερη να αναφερθεί. Πολλοί καίγονται για τα καλά και όταν ξαναψιλιαστούν φωτιές τρέχουν να φέρουν νερό να τις σβήσουν. Εδώ, η λέξη καψούρα χρησιμοποιείται τις περισσότερες φορές για να δηλώσει κάτι ανεκπλήρωτο, κάτι που σε καίει γιατί δεν μπορείς να το αποκτήσεις. Δε μπόρεσαν όλες οι σπίθες να φουντώσουν, ούτε όλες οι φωτιές να ελεγχθούν. Όταν κάποιος περνάει την καψούρα μόνος, χωρίς το πρόσωπο που ποθεί -είτε μετά από χωρισμό είτε γιατί ποτέ δεν κατάφεραν να είναι μαζί- δεν είναι και ό,τι πιο εύκολο. Σε αυτή την περίπτωση η ταύτιση του έρωτα με τη φωτιά χρησιμοποιείται με την αρνητική σημασία της.
Ο καθένας διαλέγει την πλευρά που του ταιριάζει. Όπως και αν τον βιώνεις τον έρωτα, δεν παύει να σε καίει. Γνώμη μου είναι αν θες να πεις ότι έζησες πραγματικά, να μη φοβηθείς να τα βάλεις με τη φωτιά. Και να καείς, δεν πειράζει, γιατί το σημάδι θα είναι ανεξίτηλο και θα το θυμάσαι για πάντα. Θα γίνει οδηγός σου στη μετέπειτα ζωή κι αν πάλι δεν ξαναζήσεις κάτι τόσο έντονο, τουλάχιστον εσύ θα ξέρεις ότι το έζησες έστω για μια φορά.
«Αλίμονο σ’ αυτούς που δεν καψουρεύτηκαν τρελά, σ’ αυτούς που δε δακρύσανε, την ομορφιά σου δε γνωρίσανε ζωή». Τα μεγαλύτερα τραγούδια γράφτηκαν μετά από τις μεγαλύτερες καψούρες μετά από σχέσεις-φωτιά. Κανένα τραγούδι δεν μπορεί να εμπνευστεί από χλιαρά συναισθήματα. Κανένα ποίημα, καμιά ταινία δεν μίλησε ποτέ για έναν έρωτα μέτριο, γιατί μ’ αυτά δεν μπαίνει κανείς στη διαδικασία να ασχοληθεί παραπάνω. Ό,τι δε μας ταρακουνάει και δε μας κάνει αίσθηση κατά πάσα πιθανότητα ούτε θα το θυμόμαστε μετά από χρόνια. Αλλά μια καψούρα μεγάλη την ξεχνάς ποτέ;
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.