Έχετε σκεφτεί ποτέ τη δύναμη ενός φιλιού; Το φιλί ανάμεσα σε δύο ανθρώπους αποτελεί την πρώτη προσπάθεια αγγίγματος, την πρώτη ένδειξη οικειότητας. Σηματοδοτεί τον τερματισμό μιας τυπικής ή φιλικής σχέσης και την έναρξη μιας αισθηματικής. Βέβαια μπορεί να μη σημαίνει και τίποτα, καθώς μεγάλο ρόλο παίζει το ποιος σου το δίνει. Αν είναι κάτι εφήμερο, απλώς για να περνάς την ώρα σου, μπορεί και να σ΄ αφήσει αδιάφορο, μα αν προέρχεται απ’ αυτόν που πραγματικά θέλεις, επιβεβαιώνεσαι, αναζωογονείσαι και μάλιστα για όσους δεν το ξέρουν, καις και θερμίδες. Ακριβώς! Ο πιο εύκολος τρόπος να κάνεις δίαιτα, αποδεδειγμένα.
Εκεί όπου οι λέξεις περισσεύουν κι αρχίζουν τα λόγια της σιωπής, ένα φιλί μπορεί να σε πάει στον έβδομο ουρανό ή και να σε ρίξει στα πατώματα. Αυτό δεν εξαρτάται μόνο απ’ το πόσο καλό είναι, εάν είναι πεταχτό, στο μάγουλο ή το λεγόμενο “french kiss”, αλλά και από το αν είναι το πρώτο ή το τελευταίο. Τι γίνεται λοιπόν όταν ξέρεις πως ένα φιλί– μια φαινομενικά τόσο μικρή αλλά σημαντική διαδικασία- είναι και το τελευταίο;
Πονάει το τελευταίο φιλί, μα ίσως περισσότερο πονάει όταν συνειδητοποιείς πως είναι το τελευταίο. Δε λέω, καλό και το πρώτο. Έχει μια γλύκα όλη αυτή η αγωνία για το πώς θα είναι κι αν θα σου αρέσει. Αναρωτιέσαι ποιος θα κάνει την πρώτη κίνηση κι αγχώνεσαι, γιατί το φιλί είναι καθοριστικός παράγοντας για την πορεία της μεταξύ σας σχέσης. Το τελευταίο φιλί όμως έχει μεγαλύτερη βαρύτητα, καθώς αποτελεί την πράξη που επιβεβαιώνει το τέλος. Ξέρεις ότι είναι το τελευταίο άγγιγμα που σε λίγο θα γίνει ανάμνηση και το τελευταίο συναισθηματικό δόσιμο μεταξύ σας. Μια μικρή στιγμή που χαράζεται στο μυαλό σου κι όσο πιο έντονα τα συναισθήματα τόσο πιο μεγάλο και το βάσανο της θύμησής του.
Στο πρώτο φιλί χαίρεσαι, τα επόμενα τα έχεις ίσως λιγάκι δεδομένα, αλλά το τελευταίο είναι αυτό που χαράζεται στη μνήμη σου και το θυμάσαι πάντα, ακόμα και τις φορές που δε θέλεις να το θυμάσαι. Σαν να μπερδεύονται η μνήμη με τη λήθη μαζί. Με τον ίδιο τρόπο λοιπόν που ξεκινάει μια ιστορία, με τον ίδιο και τελειώνει. Μόνο που τα χαρούμενα συναισθήματα της αρχής τώρα αντικαθίστανται από μια δόση πίκρας και νοσταλγίας μαζί. Είναι απίστευτο πόσες αναμνήσεις μπορεί να σου ξυπνήσει, λες και περνούν οι στιγμές σας μπροστά απ’ τα μάτια σου, εκείνα τα δευτερόλεπτα. Καλές και στενάχωρες εικόνες απ’ την καθημερινότητά σας, τότε που με ένα φιλί επισφραγίζατε την αγάπη και όχι το τέλος σας. Μια στάλα χαράς και δυο θλίψης, γιατί πλέον ξέρεις πως ήρθε η ώρα του αποχωρισμού. Μετά απ’ αυτό τίποτα δε θα είναι το ίδιο μεταξύ σας. Αυτό είναι που σας ένωσε και μ΄ αυτό θα χωριστείτε.
Το χειρότερο είναι όταν δε γνωρίζεις ποιο είναι το τελευταίο σας φιλί. Στενάχωρο και βάναυσο, εκεί που όλα είναι καλά ξαφνικά να χωρίζεις. Πού να ήξερες ότι εκείνη η φορά που φιληθήκατε ήταν και η τελευταία σας; Ίσως αν το ήξερες να ήταν αλλιώς. Θα προσπαθούσες να το κάνεις να κρατήσει λίγο ακόμα, θα το εκτιμούσες διαφορετικά. Και τι δεν θα έδινες για ένα ακόμα «τελευταίο φιλί». Όχι για να προσπαθήσεις να ανατρέψεις την κατάσταση, αλλά για να μπορέσεις να νιώσεις ξανά όλα εκείνα τα όμορφα συναισθήματα έστω για μια τελευταία φορά. Να παγώσει για λίγο ο χρόνος εκεί. Δε σε νοιάζει το πού, το πότε, χρειάζεσαι μονάχα μία ακόμα στιγμή με εσάς μαζί, να σου κρατάει συντροφιά στις επόμενες μέρες που έρχονται και θα σας βρουν χώρια.
Κάποιοι ίσως να το φοβούνται, ακριβώς για τον ίδιο λόγο που άλλοι το αποζητούν. Όταν είσαι αποφασισμένος για το τέλος αποφεύγεις τα τελευταία φιλιά γιατί ξέρεις ότι έχουν τη δύναμη να σου αλλάξουν τη γνώμη. Προτιμούν να μη τα δώσουν καθώς αναγνωρίζουν την αξία τους και ξέρουν ότι ο «τελευταίος ασπασμός» είναι και ο πιο δύσκολος. Άλλοι παρακαλούν για ένα ακόμα, άλλοι τα ονειρεύονται, άλλοι τα ζουν. Όπως και να ‘χει όλοι κάποια στιγμή λαχταρήσαμε ένα ακόμα τελευταίο φιλί από κάποιον. Κάτι δικό του να έχουμε να κουβαλάμε μαζί μας.
Και να θυμάσαι, «Κάθε φιλί που δίνεται, μα κάθε ανεξαιρέτως ένα τοις εκατό αποτελείται από αιωνιότητα κι όλο το άλλο από τον κίνδυνο να ’ναι το τελευταίο.», όπως είπε κι η Κική Δημουλά και κάτι θα ξέρει παραπάνω.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου