Η εποχή μας διακρίνεται για τους ταχείς κι ευρέως διαδεδομένους τρόπους αλληλεπίδρασης κι επικοινωνίας. Με G να φτάνουν στα υψηλότερα επίπεδα όλων των εποχών, με έξυπνες συσκευές που ενώνουν τη μια άκρη της γης με την άλλη, ακόμα και τη γη με το διάστημα. Η επικοινωνίες πλέον γίνονται εφικτές με το πάτημα ενός κουμπιού και τα δεδομένα ταξιδεύουν ανεμπόδιστα. Είναι ξεκάθαρα η εποχή του socializing, και γιατί όχι, άλλωστε.
Φανταστείτε λοιπόν για μια ημέρα, πως είστε κάπου μακριά από τους αγαπημένους σας και δεν μπορείτε να συνδεθείτε ώστε να επικοινωνήσετε. Προσθέστε σε αυτή την κατάσταση, την περίπτωση να περιμένετε σημαντικά νέα ή απλώς ν’ ανησυχείτε για την υγεία των παιδιών σας, των γονιών σας, των αγαπημένων σας. Με λίγα λόγια, να πρέπει για μια ημέρα ν’ αποχωριστείτε την έξυπνη συσκευή σας, να απέχετε από τα κοινωνικά δίκτυα, να τηρείτε “σιγή ασυρμάτου”. Δύσκολο, ε; Ανέφικτο κι ανεπίτρεπτο, θα έλεγε κανείς. Με τόσα μέσα, γιατί να υποβληθεί κάποιος σε μια τέτοια διαδικασία.
Καλώς ήρθατε, λοιπόν, στην πραγματικότητα πολλών ναυτικών. Παίρνοντας σαν δεδομένη πλέον την επικοινωνία, το έτος 2023, ένας ναυτικός μπορεί να περάσει μέρες ολόκληρες -ακόμα και εβδομάδες- χωρίς να μπορεί να επικοινωνήσει με τους ανθρώπους του. Κάποιοι ίσως σκεφτούν ότι δεν είναι μόνο οι ναυτικοί σε αυτή τη θέση κι ότι παίρνουμε κατάκαρδα το γεγονός ότι δεν μπορούμε να στείλουμε ένα μήνυμα. Άλλοι θα πουν ότι είναι επιλογή μας το επάγγελμα αυτό κι ότι αποκλείεται σήμερα να μην έχουμε επικοινωνία. Στην πρώτη περίπτωση, πρέπει ν’ αναλογιστούν ότι, ακόμα κι αν μια ολόκληρη μέρα δεν κατάφεραν να επικοινωνήσουν, κάποια στιγμή η δουλειά κι οι υποχρεώσεις τελειώνουν και χρησιμοποιούν τον ελεύθερο χρόνο για να συνδεθούν με τους γύρω τους. Δυστυχώς, είτε από επιλογή, είτε από ανάγκη, ο ναυτικός δε θα γυρίσει σπίτι του το βράδυ, δε θα σηκώσει απλώς ένα τηλέφωνο να καλέσει ή να στείλει ένα μήνυμα. Όχι γιατί δε θέλει, αλλά σε πολλές περιπτώσεις δε θα μπορεί.
Ναι, καλά διαβάσατε, δεν μπορεί. Με ταχύτητες που δεν ξεπερνούν τα 54 kbps, πολλές φορές (στα σπίτια οι περισσότεροι έχουμε από 24 mbps και πάνω), πρέπει να περιμένει αρκετή ώρα για να φορτώσει μια φωτογραφία ή ακόμα κι ένα απλό μήνυμα. Κι αυτό στην περίπτωση που υπάρχει σύνδεση. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει σύνδεση, απλώς προσπαθεί ξανά και ξανά, ελπίζοντας πως κάτι θ’ αλλάξει και θα “πιάσει”, κάνοντας επανεκκινήσεις, πατέντες, περιμένοντας όρθιος κοντά σ’ ένα παράθυρο ή σε μια πόρτα μήπως το σήμα είναι καλύτερο.
Σε όλη αυτή την κατάσταση, έρχεται να προστεθεί και το οικονομικό κόστος. Διότι, αντίθετα με την κοινή πεποίθηση, η επικοινωνία στα πλοία δεν είναι δωρεάν ή φθηνή, αν σκεφτεί κανείς ότι υπάρχει η περίπτωση να πληρώσει κάποιος 60 ευρώ για 250 mb ίντερνετ, σε μια περίοδο που μόνο με την ενεργοποίηση ενός απλού κινητού, καταναλώνεις κοντά στο 1 giga δεδομένα σε αναβαθμίσεις. Στην καλύτερη περίπτωση θα χρειαστούν τουλάχιστον 4 κάρτες (δηλαδή 240 ευρώ για ένα giga!) για να καταφέρει να επικοινωνήσει λακωνικά μεν, αξιοπρεπώς δε. Αυτό σημαίνει πως ακόμα και στην περίπτωση που έχει διαθέσιμη συνδεσιμότητα, πρέπει να αρκεστεί στις απολύτως απαραίτητες εφαρμογές και μέσα σε λίγα μηνύματα να συνοψιστούν νέα, χαρές ή λύπες, ανησυχίες κι όλα όσα θέλουν να πουν ή ν’ ακούσουν.
Σε μια εποχή όπου το ρόβερ στον Άρη μπορεί να στείλει live feed στη γη με διαφορά κάποιων λεπτών, οι ναυτικοί πασχίζουν να επικοινωνήσουν από θάλασσα σε ακτή. Ίσως το κόστος και για τις ίδιες τις ναυτιλιακές είναι υψηλό, προκειμένου να εγκαταστήσουν στα πλοία τους δορυφορικό ίντερνετ με υψηλές ταχύτητες, όμως πλέον η νέα γενιά ναυτικών δεν μπορεί να διανοηθεί έναν κόσμο χωρίς επικοινωνία, με την παλαιότερη γενιά να τους υποστηρίζει, αφού πλέον θεωρείται δεδομένο αγαθό κι άκρως απαραίτητο. Φτάνει να σκεφτούμε πως ακόμα κι οι άνθρωποι που στερούνται πολιτικών δικαιωμάτων, που έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα, έχουν το δικαίωμα της αλληλεπίδρασης και διασυνδέσεις με τον έξω κόσμο. Σίγουρα το επάγγελμα που ακολουθεί κάποιος αποτελεί μια επιλογή, όμως ακόμα κι αν επιλέξει να είναι μακριά από τους αγαπημένους του, κανείς δεν μπορεί να του αφαιρέσει το δικαίωμα ν΄ακούσει τη φωνή τους.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου