Οι άνθρωποι δικαίως θεωρούμαστε πολύπλοκα όντα. Αυτό που λένε πολλές φορές ότι με τίποτα δεν είμαστε ευχαριστημένοι, τίποτα δεν είναι αρκετό, είναι λιγάκι αλήθεια. Παλεύουμε να φέρουμε εις πέρας δύσκολες αποστολές στην καθημερινότητά μας κι όταν τελικά τα καταφέρνουμε, αισθανόμαστε λίγο άσχημα. Όταν έρχεται η ώρα να περάσουμε καλά, αισθανόμαστε τύψεις. Πόσες φορές γελάς κι έχεις πετάξει τη φράση «σε καλό να μας βγει», με μια συστολή μη σου βγει «ξινή» η χαρά. Ποιος δεν κρατάει τα χαλινάρια στη χαρά σου; Από τη μια βαστάνε οι ενοχές κι από την άλλη οι τύψεις.
Ας ξεκινήσουμε με τις ενοχές. Ένα συναίσθημα για το οποίο δε φταις αποκλειστικά εσύ. Το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης το έχουν οι γονείς μας, η οικογένειά μας, το σχολείο και γενικότερα το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώσαμε. Μας έχουν εμφυσήσει από μωρά το αίσθημα αυτό όταν δεν τρώγαμε το φαΐ μας ενώ αλλά παιδάκια δεν έχουν, όταν ο διπλανός μας στο σχολείο έγραψε καλύτερα όποτε κάτι κάναμε λάθος, όταν η κόρη της γειτόνισσας παντρεύτηκε στα 30 της ενώ εμείς στα 38 ζούμε τη ζωή μας και διασκεδάζουμε, με κορυφαία τη φράση «υπάρχουν και χειρότερα». Ποτέ δεν κατάλαβα πώς μπορεί η δυστυχία του άλλου να με κάνει εμένα να νιώσω καλύτερα ή γιατί πρέπει να αισθάνομαι καλά που είμαι καλύτερα από κάποιον άλλον, ακόμη κι αν έχω προσπαθήσει πάρα πολύ γι’αυτό.
Η ενοχή είναι ένα συναίσθημα που σε τρώει από μέσα προς τα έξω, καταστρέφοντας πολλές πτυχές της ζωής σου, είτε το θέλεις είτε όχι. Βρίσκει τη χαραμάδα κι εκεί που θα έπρεπε να φωλιάσει το φως κι η χαρά, χώνεται ύπουλα ο φόβος. Δεν είναι τυχαίο που σε πολλές θρησκείες οι ενοχές απεικονίζονται σαν όντα υπαρκτά. Πάρε για παράδειγμα τους Έλληνες και τις Ερινύες, που σε κυνηγούν και σε βρίσκουν όπου κι αν κρυφτείς. Κάπως αλλιώς ορισμένη, από τον πατέρα της ψυχανάλυσης, ο Φρόιντ, η ενοχή αποδίδεται σε όλα τα «όχι» και «μη»που ακούσαμε ως παιδιά από τους γονείς, νομίζοντας πως έτσι θα θέσουν κανόνες. Η αίσθηση λύπης ή ευθύνης που σχετίζεται με τις πράξεις μας, είτε είναι οι σωστές είτε είναι λάθος, δε μας εγκαταλείπει, με αποτέλεσμα να δηλητηριάζονται ακόμα κι οι ομορφότερες στιγμές μας.
Κάπου εκεί τρυπώνουν οι τύψεις. Αυτά τα δύο πάνε μαζί συνήθως, αφού ξεκινούν από πολύ μικρή ηλικία να μπαίνουν στο μυαλό μας. Πόσες φορές σ’ έχουν κατηγορήσει γονείς σου για τον τρόπο που αισθάνονται, για το ότι δουλεύουν πολλές ώρες για να σου προσφέρουν τα πάντα, σε πιο ακραίες περιπτώσεις για το γεγονός ότι τους κατέστρεψες τη ζωή και τα όνειρα ερχόμενο στον κόσμο, κάτι για το οποίο σίγουρα δε φταις εσύ. Όμως οι τύψεις είναι εκεί σε κάθε σου βήμα, να μαυρίζουν κάθε ωραία σου στιγμή. Κι έτσι, σιγά-σιγά από παιδί μεγαλώνεις και μέσα σου μεγαλώνουν κι όλα εκείνα που μπαίνουν εμπόδιο στη ζωή σου, στη χαρά σου. Υποσυνείδητα σου περνάνε ότι λόγω της δυστυχίας που υπάρχει στον κόσμο εσύ δε θα έπρεπε να χαίρεσαι τόσο, η λόγω του γεγονότος ότι πολλοί της ηλικίας σου είναι άνεργοι, δε θα έπρεπε να μιλάς απ’ τη στιγμή που εσύ έχεις δουλειά και πληρώνεσαι έστω κι αυτόν τον μισθό, που αν και μικρός τις περισσότερες φορές μπορεί να σου προσφέρει αυτά που θέλεις.
Ίσως μέσα μας να αισθανόμαστε πως πρέπει να τους έχουμε όλους ευχαριστημένους και μόνο τότε θα δικαιούμαστε να είμαστε κι εμείς ευτυχισμένοι-συνθήκη καθαρά μη βιώσιμη. Το φάρμακο, τελικά, σ’ αυτά τα άσχημα συναισθήματα των τύψεων και των ενόχων, είναι πολύ απλό. Αρκεί να σκεφτούμε πως η ζωή είναι τόσο εύθραυστη, που δεν μπορούμε κι εμείς να τη βαράμε. Δεν είμαστε μηχανές να κινούμαστε πάντα σύμφωνα με κανόνες και πρέπει, ούτε μπορούμε να τους κάνουμε όλους ευτυχισμένους- ακόμα κι αν το θέλουμε πολλοί. Όχι γιατί δεν μπορούμε να προσπαθήσουμε, αλλά γιατί πολύ απλά δεν περνάει από το χέρι μας.
Ίσως προσπαθώντας να σηκώσεις στην πλάτη σου βάρη άλλων, συνεχίζεις τον κύκλο ενοχών με τον οποίο μεγάλωσες. Ζήσε τη ζωή όπως εσύ θα ήθελες, όπως εσύ έχεις φανταστεί κι αν μπορείς δείξε τον τρόπο και σ’ άλλους ανθρώπους. Κάποια στιγμή, φυτεύοντας έναν σπόρο τη φορά, τα λουλούδια στη γη θα πολλαπλασιαστούν και τότε, θα μοσχοβολήσει ο τόπος χαρά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου