Σε μια από τις ποιητικές συλλογές της, η πολυβραβευμένη ποιήτρια, Κική Δημουλά, έγραψε για τον έρωτα: «Τον έρωτα όχι, όχι εσύ, Ανάγκη, τον έρωτα τον έπλασε ο Θάνατος, από άγρια περιέργεια να εννοήσει τι είναι ζωή».
Ο στίχος αυτός, εξηγεί καλύτερα το τι είναι ο έρωτας αλλά και για ποιον λόγο τον φοβάσαι. Γιατί τρέμεις να μπλεχτείς σε αυτή τη δίνη, γιατί δειλιάζεις να έρθεις αντιμέτωπος με τα απόκρυφα του εαυτού σου. Γι’ αυτόν τον λόγο τον αποφεύγεις, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν αναζητάς τη συντροφικότητα. Η άλλη όψη της εν λόγω αναγκαιότητας αυτής, είναι η αίσθηση του να μοιράζεσαι καθημερινά πράγματα, να έχεις μια πλάτη να κρυφτείς όταν φοβάσαι σε μια σκηνή θρίλερ, μια αγκαλιά να σε ηρεμήσει το βράδυ όταν κοιμάσαι.
Προφανώς, λοιπόν, κι η συντροφικότητα είναι μια μετεξέλιξη του έρωτος, αλλά μπορεί να υπάρξει ως συνθήκη και χωρίς αυτόν. Ξέρεις πολύ καλά εκείνη τη «βολική συντροφικότητα» του να μην είσαι μόνος, όπου σε οδηγεί συνήθως είτε σε λάθος επιλογές, είτε στις λεγόμενες «εκ του ασφαλούς». Ξέρεις, πάλι, σε ποιες αναφέρομαι, σ’ εκείνες που δεν έχεις να ούτε να χάσεις ούτε να κερδίσεις κάτι, σαν μια ατελείωτη ευθεία που ενώ βαριέσαι δεν την αλλάζεις, διότι δε φοβάσαι να την περπατάς και δε χρειάζεται να προσέχεις.
Έρωτας λοιπόν ή «βολική συντροφικότητα»;
Δύσκολο δίλημμα, διότι όπως γνωρίζεις σίγουρα από πρώτο χέρι, έπειτα από έναν δυνατό έρωτα, ποτέ δεν είσαι ο ίδιος μετά, καθώς έχεις δώσει και ένα κομμάτι του εαυτού σου. Η πρόκληση μιας διαρκούς αδρεναλίνης είναι αυτό που σε κρατάει σε εγρήγορση στον έρωτα. Όταν είσαι ερωτευμένος, σκέφτεσαι τον άλλον 24/7, ξεχνάς τα όρια του εαυτού σου, τα ξεπερνάς συνειδητά, διότι θες να το ζήσεις (δικαίως, όλοι πρέπει να το ζήσουμε έστω μια φορά). Δε σε νοιάζει η δική σου συνθήκη, ούτε του άλλου, το μόνο που σε νοιάζει είναι να είστε μαζί.
Αυτό το «μαζί» ομοιάζει ωσάν άλλη τελετή «μυσταγωγικής θυσίας» του εαυτού σου προς τον αλλοπρόσαλλο θεό του έρωτα, καθώς εκτίθεσαι διαρκώς σε όλη τη διάρκεια αυτής της «παραζάλης». Τότε, είναι που δίνεσαι ολοκληρωτικά χωρίς επιστροφή.
Το να επιλέξεις τον έρωτα σημαίνει πως διαθέτεις ψυχική δύναμη, για να αντιμετωπίσεις το μετά. Βρίσκεσαι σε μια αποστολή @υτοκτονίας, καθώς αυτή η πρόσκαιρη ευτυχία που ζεις σε ακραίο βαθμό, θα τελειώσει σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα. Γιατί, δυστυχώς, δεν κρατάει για πάντα το συναίσθημα αυτό. Μεταμορφώνεται, εξελίσσεται αλλά δεν παραμένει έρωτας, διότι ακόμα και οργανικά δε θα το άντεχες.
Στη «βολική συντροφικότητα», δεν πληρώνεις το τίμημα της έκθεσης σε παρορμητικές καταστάσεις, αλλά του χρόνου κι ίσως αυτό να είναι πιο σκληρό, καθώς ο χρόνος είναι τόσο πολύτιμος, που δεν αξίζει να τον θυσιάζεις για να βολεύεσαι και να βαλτώνεις. Μπορεί να μοιράζεσαι την καθημερινότητά σου, να κάνετε αστεία, να περνάτε συμβατικά καλά, αλλά ποιο το νόημα αν δεν υπάρχει η αυτή η ένταση στα βλέμματα; Αντιλαμβάνεσαι πως ένας δυνατός έρωτας μπορεί να εξελιχθεί σε μια βαθιά ουσιαστική συντροφικότητα, αλλά ποτέ το αντίθετο.
Σε περίπτωση που αρνείσαι τον έρωτα, λοιπόν, είναι λες κι αρνείσαι αυτομάτως το δικαίωμα στη ζωή. Ακούγεται κλισέ, αλλά πόσες είναι οι φορές σου έχει δοθεί η ευκαιρία να γυρίσεις ανάποδα τον κόσμο για ένα βλέμμα που σου κόβει την ανάσα; Πόσες που έχεις νιώσει την καρδιά σου να χορεύει pulp με τη λήψη ενός μηνύματος; Ακόμα κι αν τελειώσει όλο αυτό, κερδισμένος θα βγεις, επειδή θα έχεις νιώσει την κάψα της πληγής που έχει προκαλέσει το βέλος. Ναι, θα χάσεις ένα κομμάτι της καρδιάς σου -προφανώς- αλλά όπως έχει γραφτεί «είμαστε θαύματα φτιαγμένοι από τραύματα». Σε κάθε έρωτα που είχες ή θα έχεις, θα αφήνεις κι ένα κομμάτι της κι η επούλωση δε θα έρθει γρήγορα, ειδικά αν έχει τελειώσει άδοξα και σκληρά.
Κι αυτός ακριβώς ο δρόμος της επούλωσης, ίσως είναι το μονοπάτι που φοβάσαι να περπατήσεις κι επιλέγεις τη «βολική συντροφικότητα». Δεν ανησυχείς αν η αρχή του μονοπατιού είναι δύσκολη, αν έχει φως ή γιατί αργεί να φανεί κάποιο ξέφωτο ελπίδας. Μα κι αν φανεί όμως (το ξέφωτο), να ξέρεις πως η επούλωση θα έχει αφήσει πάνω σου ένα μικρό σημάδι σαν άλικο γράμμα, να δηλώνει πως »έρωτας κάποτε ήτανε εδώ». Και τότε, σαν εξαρτημένος, μαθαίνεις να τον ζητάς ξανά και ξανά και δεν αρκείσαι σε κάτι λιγότερο από το απόλυτο συναίσθημα.
Γι’ αυτό, ας είναι άβολος, ζήσε τον έρωτα. Πρόλαβέ τον.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου