Συχνά γίνεται λόγος στην εγχώρια πολιτική σκηνή για τις έννοιες «πρόταση δυσπιστίας» και «πρόταση μομφής», οι οποίες διαφέρουν μεταξύ τους. Ωστόσο, το τελευταίο εικοσιτετράωρο η πρώτη έννοια έχει πάρει τα πάνω της. Προτού τη σχολιάσουμε, ας εξηγήσουμε τι είναι αυτή περιβόητη πρόταση δυσπιστίας.
Σύμφωνα με το άρθρο του 84 Σ και 142 του ΚτΒ, μπορεί να αποσυρθεί η εμπιστοσύνη, είτε προς ένα μέλος της κυβέρνησης, είτε εν γένει συνολικά, έπειτα από πρόταση του ενός έκτου (1/6) τουλάχιστον των βουλευτών της Βουλής και κατατίθεται στον Πρόεδρό της. Στην ουσία θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά θεσμικά αντίβαρα της εξουσίας, προκειμένου να λογοδοτήσει η εκάστοτε κυβέρνηση προς την αντιπολίτευση, ως προς τα ζητήματα που έχουν τεθεί. Στην περίπτωση που αυτό συμβεί ξεκινά μια τριήμερη συζήτηση που χρειάζεται να ολοκληρωθεί με στις 12 το βράδυ της τρίτης ημέρας με φανερή ονομαστική ψηφοφορία. Για να γίνει δεκτή, πρέπει να έχει την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών με τουλάχιστον 151 βουλευτές.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ- Κινήματος Αλλαγής κος Νίκος Ανδρουλάκης, τόνισε πως «πήραμε τη σημερινή θεσμική πρωτοβουλία για να μπει επιτέλους, ένα τέλος, σε ό,τι προσβάλλει το κράτος δικαίου και εν τέλει σε ό,τι προσβάλλει τον περήφανο ελληνικό λαό», θέτοντας με αυτό τον τρόπο την τριήμερη έναρξη συζήτησης, η οποία τρέχει ήδη από χτες το βράδυ (26-03-2024) ενώ πρόκειται να ολοκληρωθεί στις 28/03/2024. Με απλά λόγια ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, κατέθεσε πρόταση Δυσπιστίας έναντι της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
Η εν λόγω πρόταση κατετέθη από κοινού από τα κόμματα των ΣΥΡΙΖΑ, ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ και Πλεύση Ελευθερίας. Η κύρια αιτία που πυροδότησε την κατάθεση της πρότασης, ήταν οι εξελίξεις στην τραγωδία των Τεμπών, καθώς προκύπτουν όλο και περισσότερα νέα στοιχεία ότι πρόκειται περί συγκάλυψης μιας υπόθεσης για την οποία η κυβέρνηση αρνείται να πει αλήθεια. Από την πλευρά του το ΚΚΕ ανέφερε διά στόματος Κουτσούμπα τα εξής: «Όταν το ΚΚΕ είχε προτείνει την αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών κάνατε τους ψόφιους κοριούς γιατί θέλετε να προστατεύσετε ο καθένας τους δικούς σας υπουργούς.», ενώ δίνεί το δικό του ναι στην πρόταση δυσπιστίας, αναφέροντας ότι «πρέπει να αναδειχθούν οι ευθύνες της σημερινής και των προηγούμενων κυβερνήσεων για το έγκλημα των Τεμπών, μαζί με τις προσπάθειες συγκάλυψης».
Την οικεία πρόταση τα κυβερνητικά στελέχη δεν την υποδέχτηκαν με χαμόγελα, αφού ήδη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Μαρινάκης, έκανε μια πιο προσωπική επίθεση προς το πρόσωπο του κ. Κασσελακη, λέγοντας του χαρακτηριστικά: «Ο κ. Κασσελάκης περνά σε άλλη πίστα. Από την πολιτική γελοιοποίηση της θέσης του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, γίνεται συνειδητός υπονομευτής του πολιτεύματος.». Στη συνέχεια, ο Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Φλωρίδης σημείωσε ότι «χρειάστηκε να υπάρξει ένα σήμα από κάπου εξωθεσμικά για να κατατεθεί η πρόταση δυσπιστίας» και συνέχισε, μιλώντας για το ρεπορτάζ του Βήματος περί μοντάζ, λέγοντας ότι «δεν περιμένατε ούτε να περάσει μια μέρα μετά από κυριακάτικο δημοσίευμα για να μη φανεί ότι είστε τόσο στοιχισμένοι».
Οι αναγνώσεις μιας τέτοιας κίνησης είναι διττής σημασίας, καθώς εκ πρώτης όψεως, πρόκειται για μια απόσυρση εμπιστοσύνης, σύσσωμης της αντιπολίτευσης προς το κυβερνητικό πρόσωπο, γεγονός που φέρει τριγμούς στην πολιτική σκηνή, καθώς σε περίπτωση που γίνει δεκτή η πρόταση (151 από βουλευτών), τότε ο δρόμος είναι ανοιχτός προς τις εκλογές. Βέβαια, η άλλη άποψη κι ερμηνεία αυτής της κίνησης, αναδεικνύεται ίσως μέσα από τη δήλωση του προέδρου της Ελληνικής Λύσης κ.Βελόπουλου, οποίος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η ΝΔ κερδίζει έξι μήνες ανενόχλητης παραμονής στην εξουσία» και πράγματι, μια τέτοια κίνηση συσπειρώνει, σε μεγάλο βαθμό, το όποιο κυβερνητικό σχήμα υπάρχει, προκειμένου να παγιωθεί στην εξουσία.
Προφανώς, είτε η μια ανάγνωση γίνει, είτε η άλλη, στη Βουλή γίνεται ένα δυνατό πραντ ε φερ με πολύ σημαντικά γεγονότα στα οποία η ίδια η κοινωνία ζητά απαντήσεις, όπως είναι τα νέα στοιχεία των Τεμπών, το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, αλλά και πολλών άλλων που μαστίζουν την επικαιρότητα της χώρας. Σήμερα, αναμένεται να τοποθετηθεί στη συζήτηση και ο πρώην υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Κώστας Καραμανλής, κι αυτό αν μη τι άλλο θα έχει ενδιαφέρον.
Υπομονή έως αύριο, λοιπόν για να δούμε τι μέλει γενέσθαι.