«Αρχίζει το ματς, άδειασαν οι δρόμοι, η ώρα ζυγώνει αρχίζει το ματς, αρχίζει το ματς ερήμωσε η πόλη», τραγούδησε ο υπέροχος Λουκιανός Κελαηδόνης κάπου στα τέλη του 1970. Κάπως έτσι φαντάζεται η κυβέρνηση την επαναλειτουργία των γηπέδων. Σε αυτό το σημείο να θυμίσουμε ότι τα ποδοσφαιρικά γήπεδα, είχαν κλείσει από τα μέσα του Δεκεμβρίου, καθώς είχαν προηγηθεί επεισόδια σε αγώνα Βόλεϊ, όπου στοίχισαν τη ζωή ενός αστυνομικού. Βέβαια, πως από τα επεισόδια σε αγώνα Βόλεϊ, βρέθηκαν κλειστά τα ποδοσφαιρικά γήπεδα και μόνον αυτά, είναι απορίας άξιο κι υπάρχουν πολλοί αστικοί μύθοι γύρω από την εν λόγω απόφαση.
Ωστόσο, η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα καθώς η κυβέρνηση, ανοίγει ξανά τα γήπεδα, αφού με «πολλές αλλαγές» όπως διατυμπανίζει κι η ίδια, αλλά κι όπως προβλέπεται από το οικείο νομοσχέδιο. Αρχής γενομένης, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του κ. Βούρτση «Από την Τρίτη 13 Φεβρουαρίου τίθενται σε ισχύ οι διατάξεις που αφορούν στην αναδιαμόρφωση των αρμοδιοτήτων και του πλαισίου λειτουργίας της Διαρκούς Επιτροπής Αντιμετώπισης της Βίας (ΔΕΑΒ), καθιστώντας την πιο ευέλικτη, λειτουργική και αποτελεσματική». Σε αυτό το σημείο να υπενθυμίσουμε πως εδώ και πολλά χρόνια λειτουργεί ειδικό τμήμα στην Ελληνική Αστυνομία όπου ασχολείται αποκλειστικά με την αθλητική βία, συνεπώς δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο στο χώρο των γηπέδων, αλλά ούτε και έχει βοηθήσει ουσιαστικά.
Έπειτα θα τεθούν σε ισχύ οι διατάξεις των διοικητικών μέτρων και ποινών, που θα επιβάλλονται από την ως άνω αρχή για φαινόμενα οπαδικής βίας όπως (ενδεικτικά) ρίψεις εύφλεκτων και γενικότερα επικίνδυνων αντικειμένων εντός των αγωνιστικών χώρων, είσοδο των θεατών σε αυτούς, ανάρτηση πανό ή άλλων επιγραφών πολιτικού, θρησκευτικού ή ιδεολογικού χαρακτήρα, με περιεχόμενο υβριστικό, ρατσιστικό ή σεξιστικό κ.λπ. Αν κάποιος έχει πάει παραπάνω από μια φορά γήπεδο στη ζωή του, θα καταλάβει πως το τελευταίο μέτρο (για τα πανό και ακολούθως τα συνθήματα) θα πάει πολύ καλά, θα τηρηθεί και εφαρμοστεί κατά γράμμα.
Επίσης, από 6 Μαρτίου θα υπάρχει ηλεκτρονική εποπτεία αθλητικών εγκαταστάσεων (υπερσύγχρονες κάμερες παντού, με συνεχή έλεγχό τους από την ΕΛ.ΑΣ) και καμία ΑΑΕ, που αγωνίζεται στη Super League και στην Basket League, δε θα αγωνίζεται με θεατές στις εγχώριες διοργανώσεις εάν δεν έχει εγκατεστημένο και σε πλήρη λειτουργία το ηλεκτρονικό σύστημα παρακολούθησης κι εποπτείας της αθλητικής εγκατάστασης που χρησιμοποιεί ως έδρα της. Μια εύλογη απορία είναι πώς αυτό το μέτρο θα ισχύει σχεδόν μισό μήνα μετά από την επανέναρξη των γηπέδων, κι αν μέχρι τότε στην ουσία απλώς θα ανοίξουν τα γήπεδα ως έχουν.
Τελευταίο μέτρο που ορίζει το εν λόγω νομοσχέδιο, είναι η ταυτοποίηση εισιτηρίων, όπου αυτή τη φορά θα είναι με πρωτοποριακό τρόπο (καθότι μέχρι τώρα για να βγάλει κάποιος εισιτήριο έδινε το ΑΜΚΑ του). Το πρωτοποριακό της υπόθεσης είναι ότι το γεγονός της ταυτοποίησης θα προέρχεται μέσω ελέγχου στο κινητό τηλέφωνο του φιλάθλου.
Βάσει όλων των παραπάνω, είτε εφαρμοστούν είτε όχι, ξεχνούν να πάρουν μέτρα για την ουσιαστική βία, η οποία δεν είναι άλλη από τους εκάστοτε προέδρους των αθλητικών ομάδων που τυγχάνει να είναι κεντρικοί παράγοντες στην πολιτική σκηνή της χώρας. Καθόλου τυχαία λοιπόν, σε μια κοινωνία που όλα βυθίζονται σε αέναη κρίση, κοινωνική, αξιακή, οικονομική, πολιτική, το να στοχοποιούμε κοινωνικές ομάδες, όπως οι φίλαθλοι των ομάδων είναι μέρος ενός κοινωνικού αυτοματισμού που δε στοχεύει σε λύσεις, αλλά στην εξυπηρέτηση των λίγων. Κι όπως πάντα, στην αποποίηση ευθυνών.
Προφανώς κανείς δε θέλει τη βία στα γήπεδα, προφανώς δε θέλουμε να πηγαίνουμε γήπεδο και να τρέμει η καρδιά μας για το τι θα μας έρθει στο κεφάλι, αλλά οι πραγματικοί υποκινητές βίας δεν είναι αυτά τα παιδιά και γενικά οι φίλαθλοι, αλλά είναι εκείνοι που κάθονται σε καρέκλες κι έχουν δημόσιο λόγο, πυροδοτώντας καταστάσεις. Πάντα ήταν και πάντα θα είναι. Γιατί κύριοι, το ψάρι και σε αυτή την περίπτωση, βρωμάει από το κεφάλι.
Μέχρι να φτάσει λοιπόν το μαχαίρι στο κόκκαλο έχουμε μέλλον. Μέχρι τότε θα κοιτάμε ψηλά και θα σκεφτόμαστε τον Μιχάλη, τον Άλκη και όλα αυτά τα παιδιά που έφυγαν άδικα και που συνεχίζουμε με τη στάση μας να μη δικαιώνουμε. Εντός κι εκτός γηπέδων.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου