Βλέπουμε πολλές ταινίες. Περισσότερες από όσες μπορεί να παράγει η φαντασία μας. Εμείς τροφοδοτούμε τη λειτουργία της ούτως ή άλλως και ας θέλουμε να λέμε ότι είναι αυτόνομη και βολοδέρνει σε όποια πλάτη και μήκη της αρέσει. Μας αρέσουν οι αναπαραστάσεις γι’ αυτό και οι τόσες ταινίες. Μας αρέσουν οι εκπρόσωποι χαρακτήρων, συμπλεγμάτων και συμπεριφορών που εξελίσσονται, σιωπών που κάτι σημαίνουν, νοημάτων που δεν τελειώνουν, διεξόδων που λυτρώνουν και αδιεξόδων που καθιερώνουν τόλμη και χειροκρότημα.
Όσο περνάνε τα καρέ και οι σκηνές αυτό που μας αρέσει πιο πολύ είναι ότι κάποιος άλλος γράφει το σενάριο. Κάποιος άλλος χαράζει το δρόμο και οι εκπρόσωποι των χαρακτήρων τον ακολουθούν μέχρι την τελική λύτρωση. Αυτή που ζητάμε και εμείς στο φανάρι όταν βαριόμαστε ή βιαζόμαστε, σε ένα δείπνο με γονείς που δεν καταλαβαίνουν ή φίλους που δε θέλουμε να αποχωριστούμε ή επαγγελματίες που απλώς ανεχόμαστε. Στην πρώτη γουλιά καφέ και στην αγγαρεία του πλυσίματος των πιάτων. Όταν γυρνάμε πλευρό και δεν είναι κανείς εκεί ή είναι αυτή η μια μόνιμη ύπαρξη ή κάποια άλλη που ούτε και αυτή ξέρει πόσο θα μείνει. Σε ένα μεγάλο θρίαμβο ή στην πιο αναπάντεχη απογοήτευση.
Ζητάμε πάντα αυτή την ανάσα ανακούφισης, αυτή την εξιλέωση σαν ξεκούραση από το πουθενά. Θέλουμε να φτάσουμε στο ευτυχισμένο τέλος να κόψουμε την κορδέλα ανάλαφροι, καινούριοι και όχι με φορτία και ρυτίδες. Γι’ αυτό και το κάνουμε, όπως οι άλλοι. Αυτοί οι τόσο γνωστοί μας στην οθόνη. Γινόμαστε άλλοι, σκεφτόμαστε πλάνα, γράφουμε σε χαρτί και ύστερα προβάρουμε διαλόγους, υιοθετούμε και αναπτύσσουμε συμπεριφορές προσαρμοσμένες, κομμένες και ραμμένες στα μέτρα αυτού που νομίζουμε ότι είναι αναγκαίο για να μας ερωτευτεί και να μείνει πάνω στον έρωτα κρεμασμένος ο άλλος. Αποκλείουμε από την αρχή την οποία ανάμειξη του αληθινού εαυτού μας, δεν τον θέλουμε στα πόδια μας να χαλάει τη μαγεία. Άλλωστε όλες αυτές οι τέλειες λύσεις, οι φοβεροί διάλογοι, τα μεγάλα βιώματα και τα ιδανικά σκηνικά ούτε αυτοί στην οθόνη τα πέτυχαν όντας μέσα στην αληθινή μικρή χωμάτινη σάρκα τους.
Διαμορφώθηκαν, πλάστηκαν, έκοψαν έραψαν και τελικά θάμπωσαν κάποιον, ο οποίος άπλωσε το χέρι να πιάσει τη λάμψη τους για να φωτίζει τη ζωή και τη δίκη του. Ποιος αληθινός εαυτός προσφέρει τόσο φως, τόσες διευκολύνσεις, τόση απλότητα και υπεροχή συνάμα; Μόνο όσα κατασκευάζουμε για να εντυπωσιάσουν δίνουν το επόμενο επίπεδο αίσθησης και βίωσης. Από τα αληθινά μας τι να ζηλέψει ο άλλος και να μείνει; Πολύ βάθος, πολυπλοκότητα και σκληρή δουλειά για το τίποτα. Γι’ αυτό πάμε στον έρωτα με την διάθεση του δραματουργού και τη στάση του μεγάλου ερμηνευτή. Εφευρίσκουμε πράγματα αν δεν υπάρχουν, χαρακτηριστικά αν υστερούμε σε αυτά, ιστορίες αν δεν τις έχουμε ζήσει, γιατί πρέπει να εκπλαγεί και να πάθει πλάκα κάποιος από εμάς -αλλιώς γιατί να μείνει;
Και όταν φεύγει ή αντίστοιχα φεύγουμε εμείς μας χτυπάει αλύπητα που μας άφησαν και αφήσαμε, γιατί η αλήθεια τελικά δεν μας έκανε, γιατί δεν μπορούσαμε να αποκτήσουμε μόνιμη συμβίωση μαζί της. Γιατί πολύ απλά η αρχική σεναριογραφημένη εκδοχή που δώσαμε ξεθώριασε και μας έπιασε στον ύπνο η αληθινή και όταν εκδηλώθηκε κανείς δεν ήταν έτοιμος για αυτή. Ίσως επίσης μόλις έφυγε η σκόνη από τα πρώτα πυροτεχνήματα να θέλαμε και οι ίδιοι να δείξουμε και να μας δείξουν κάτι που δε θα μας εντυπωσιάσει, αλλά θα μας κάνει να μείνουμε.
Αναμφίβολα οι άνθρωποι είμαστε λιγότερο ικανοί από όσο νομίζουμε, όμως όση και αν είναι η λαχτάρα μας να γίνουμε κινηματογραφικό θέαμα έρωτα με σεξ στο πάτωμα άλλο τόσο έχουμε την ανάγκη να το σφουγγαρίσουμε. Με αλλά λόγια μόνο με την πιο πρόχειρη και αφτιασίδωτη εκδοχή κάποιου τη βρίσκουμε πραγματικά, όπως και με τη δική μας όταν δεν βλέπει κανείς και δρούμε όπως γουστάρουμε. Τα ίδια θέλουμε να κάνουν και οι άλλοι με μας. Να γίνουμε το φόντο της εκδήλωσης και βίωσης του πιο άσχημου, απεριποίητου και ότι να ‘ναι εαυτού τους και εαυτού μας.
Γι’ αυτό μας περνάει ο ενθουσιασμός και τρώμε καμία φορά και μόνοι μας τις πεταλούδες στο στομάχι πριν προλάβουν να πετάξουν ή να ψοφήσουν, γιατί όσο φοβόμαστε να είμαστε οι ατόφιοι εμείς και δημιουργούμε σενάρια για να εντυπωσιάσουμε άλλους, άλλο τόσο λαχταράμε να ζούμε για πάντα στην πιο λογοκριμένη και ατημέλητη εκδοχή μας και ας ζούμε αιωνίως σε σιωπές χωρίς επιφωνήματα ή ιαχές θριάμβου.
Έτσι ο ενθουσιασμός από τις εντυπώσεις και τους εντυπωσιασμούς θα φεύγει πάντα πρώτος και από το κορμί μας και από των άλλων, ώστε να μείνει στο τέλος -αν μείνει- η μια και μόνη στάση ζωής που αξίζει στον αληθινό έρωτα, να μας προστατεύουν και να προστατέψουμε αν χρειαστεί και με αυτό ότι έχουμε και δεν έχουμε με κάθε κόστος. Η όλη μαγεία που δε θα δει κιόλας ποτέ το φως πυροτεχνημάτων είναι ότι δεν κοστίζει τίποτα να είμαστε ο εαυτός μας. Όχι αυτός στην οθόνη της φαντασίας μας. Ο δικός μας.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.